Pin It

Για πρώτη φορά θα πρέπει να αλλάξουμε τη διοίκηση «αντίστροφα» από ό,τι κάναμε μέχρι τώρα. Να προσεγγίσουμε τη διοίκηση από τη μεριά του πολίτη

 

Του Νίκου Γ. Γεωργαράκη*

 

getFile (8)Με συνέπεια συνεχίζεται η διοικητική μεταρρύθμιση… Σταθερά υποστηρίζουμε και εφαρμόζουμε μετ' επιτάσεως την επαύριον ό,τι αρνούμασταν και απορρίπταμε την προηγουμένη. Από το «δεν απολύεται» κανένας δημόσιος υπάλληλος, φτάσαμε στο «απολύονται 15 χιλιάδες». Φυσικά δεν αναφερόμαστε στους λεγόμενους «επίορκους». Εάν κάποιος αποδειχθεί πράγματι επίορκος, προφανώς πρέπει να απολυθεί, με ταχείες, αλλά οπωσδήποτε νόμιμες, διαδικασίες. Και μάλιστα στην έξοδο, εάν υπάρχει πραγματική πολιτική βούληση να διαρρηχθούν οι πελατειακές σχέσεις, πρέπει να τον συνοδεύουν αυτοί που από την ιεραρχία και την πολιτική ηγεσία τον κάλυπταν.

 

Η συζήτηση μετατοπίζεται πλέον στους υπολοίπους. Θα απολυθούν όσοι είναι ανεπαρκείς, ανίκανοι, όσοι δεν προσφέρουν, ορίζει η νέα εκδοχή. Το ερώτημα είναι όμως πώς θα μετρηθεί η ανεπάρκεια, η ανικανότητα, η ασυνέπεια. Μήπως υπάρχει στη διοίκηση κάποιο σοβαρό σύστημα εντοπισμού και αντικειμενικής μέτρησης αυτών των παθογόνων χαρακτηριστικών; Τέτοιο σύστημα δεν υπάρχει στην ελληνική δημόσια διοίκηση. Και το γνωρίζουν όλοι. Στο όνομα της μείωσης του εργασιακού κόστους οδηγούμαστε σε απολύσεις, με οικονομικό όφελος στην πραγματικότητα σχετικά πενιχρό. Η ουσία είναι ότι, για παραδειγματισμό και με τιμωρητική και μόνο πρόθεση, απολύονται 17 χιλιάδες, απλώς για να δειχθεί ότι δεν υπάρχουν απυρόβλητοι στόχοι πλέον σε ένα πανικόβλητο σύστημα.

 

Διαμορφώνεται έτσι εξ αρχής ένα αλυσιτελές σχήμα διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού και αναδιοργάνωσης των δομών της διοίκησης. Ενα σχήμα που, ενώ θα έπρεπε να δημιουργεί μια «διοίκηση αποτελεσμάτων», στην πράξη αναπαράγει τη διοίκηση ως αυτοαναφερόμενο σύστημα. Και επειδή η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού, στην Ελλάδα δεν μπορεί το διεθνώς ανέφικτο να αποτελεί διαρκώς το εθνικό επίτευγμά της. Εάν, πράγματι, υπάρχει ενδιαφέρον να οργανωθεί και να λειτουργήσει μια διοίκηση στην υπηρεσία της κοινωνίας, δηλαδή να παράγει διοικητικά προϊόντα και να προσφέρει υπηρεσίες ανταποκρινόμενη στις ανάγκες της, τότε η κοινή λογική και η διεθνής εμπειρία σε άλλη διοίκηση αναφέρονται.

 

Κάθε ορθολογικά οργανωμένη διοίκηση καθορίζει πρώτα με ποσοτικά και ποιοτικά κριτήρια τους επιδιωκόμενους στόχους και τα αναμενόμενα αποτελέσματα που θέλει να επιτύχει, σε έναν ορισμένο δεσμευτικό ορίζοντα. Κατόπιν, οργανώνει και θέτει σε λειτουργία τις υπηρεσιακές μονάδες της για να επιτύχει αυτά τα αποτελέσματα. Και αξιολογείται βάσει αυτών. Το εγχείρημα αναμφίβολα είναι δύσκολο. Αλλά απολύτως αναγκαίο. Και τελικά θα αποδειχθεί αναπόδραστο. Αυτή είναι η ιστορική πρόκληση για τη νέα διοίκηση, προς όφελος της οικονομικής ανάπτυξης και της κοινωνικής ειρήνης. Ο αφορισμός ότι αυτά δεν γίνονται στην Ελλάδα συνιστά κυνικό άλλοθι για τους επί πολλά έτη υπεύθυνους για τη μη εφαρμογή αυτών των διοικητικών πρακτικών και ανομολόγητη δικαιολογία για όσους επιδιώκουν να κρυφτούν στο παρασκήνιο της ιστορικής πρόκλησης που αντιμετωπίζει η χώρα. Καταμαρτυρά την τεράστια αδυναμία του συστήματος να σχεδιάσει την αναπτυξιακή πορεία με προτεραιότητες και μετρήσιμους στρατηγικούς και επιχειρησιακά πραγματοποιήσιμους στόχους. Οι λειτουργοί του συστήματος αυτού προσκολλώνται μονομερώς στη δίνη της μείωσης του κόστους εργασίας, με αμφισβητούμενα αποτελέσματα.

 

Ενάντια όλων, η χώρα τούτη πρέπει να ανασυνταχθεί. Να αφήσει τα ημίμετρα και να ακολουθήσει την κοινή λογική που ορίζει ότι κάθε προσπάθεια αναδιοργάνωσης αρχίζει από εκεί που στοχεύει. Η διοίκηση οφείλει να στοχεύει και να παράγει αποτελέσματα που απαντούν στις κοινωνικές και οικονομικές ανάγκες. Είναι λοιπόν αυτονόητο ότι ο ανασχεδιασμός και η αναδιοργάνωση αρχίζουν από εκεί που παρέχονται οι υπηρεσίες και προϋποθέτουν την ποιοτική και ποσοτική αποτίμηση του παραγόμενου προϊόντος. Με τη νέα δομή του κράτους και την έστω και ελλιπή θέσπιση του επιτελικού χαρακτήρα της κεντρικής διοίκησης, οι υπηρεσίες του Δημοσίου παρέχονται από τις αποκεντρωμένες δομές της διοίκησης και ιδίως από την αυτοδιοίκηση των δύο βαθμίδων.

 

Με την απλούστευση των διαδικασιών και την άρση των διοικητικών βαρών διαμορφώνονται οι όροι για να αρχίζει από εκεί η αναδιοργάνωση του κράτους. Σήμερα, όμως, στον βαθμό που κάτι επιχειρείται, αυτό πραγματοποιείται ανάποδα. Πρώτα αναδιοργανώνονται οι κεντρικές υπηρεσίες, χωρίς προφανώς να έχουν εικόνα των πραγματικών αναγκών και χωρίς να έχουν τεθεί προηγουμένως στόχοι που επιβάλλουν την αναδιοργάνωση. Μπορεί καθείς να υποψιαστεί ότι η αφαίρεση ή η διαίρεση Γενικών Διευθύνσεων, Διευθύνσεων, Τμημάτων και Γραφείων σχεδιάζεται στην καλύτερη περίπτωση με εμπειρικό τρόπο, εάν δεν αποτελούν αντικείμενο ενδοϋπηρεσιακών αντιθέσεων και συγκυριακών ισορροπιών. Πρώτη φορά πρέπει να αλλάξουμε τη διοίκηση «αντίστροφα» από ό,τι κάναμε μέχρι τώρα. Να προσεγγίσουμε τη διοίκηση από τη μεριά του πολίτη. Και όχι από την πλευρά των αυτοαναφερόμενων ομφαλοσκοπούντων θιασωτών της αδράνειας και της ακινησίας. Και να θυμηθούμε ότι, για να αντιμετωπιστεί το κόστος αναδιοργάνωσης του κράτους, στα χέρια των αρμοδίων υπήρχαν προς διάθεση, τα τελευταία χρόνια, τουλάχιστον δύο δισ. ευρώ από τα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα «Διοικητική Μεταρρύθμιση» και «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ.

 

Το κεντρικό ερώτημα παραμένει. Πώς μπορεί να γίνουν όλα αυτά χωρίς την εφαρμογή ενός συστήματος διοίκησης μέσω στόχων που θα ενεργοποιεί το ανθρώπινο δυναμικό το οποίο συνεισφέρει και αποδίδει και θα απορρίπτει τους θιασώτες του καταρρέοντος συστήματος; Οταν, μάλιστα, η συζήτηση προσανατολίζεται και πάλι στον αυθαίρετο στιγματισμό και συγχρόνως οδηγεί στον ευτελισμό και την κατασυκοφάντηση του συνόλου των υπαλλήλων. Συνέπεια, να αμαυρώνεται το κύρος της διοίκησης και των υπαλλήλων, σε τρόπο ώστε να απαξιώνεται και ακυρώνεται η δημόσια διοίκηση, ως κύριο εργαλείο για την ανάπτυξη της χώρας.

 

……………………………………………………..

 

* Ερευνητής στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, τ. γενικός γραμματέας Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης

 

 

Scroll to top