Του Βασίλη Κ. Δωροβίνη*
Η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες της Ευρώπης όπου, ήδη από τον 19ο αιώνα, καθιερώθηκαν νομοθεσίες για την προστασία τόσο του ιστορικού όσο και του φυσικού περιβάλλοντος (μνημεία, οικισμοί, δάση κ.λπ.). Μάλιστα, με σύντομο και βασικό νομοθέτημα του 1950 (ν.1469), υπήρξαμε οι πρώτοι που θεσπίσαμε προστασία των τοπίων. Ταυτόχρονα, όμως, σε καμία άλλη χώρα η νομοθεσία αυτή δεν βρέθηκε να μην εφαρμόζεται στον βαθμό όπου τούτο συμβαίνει ακόμα στην Ελλάδα, ενώ και σε καμία άλλη χώρα οι ποικίλες πολιτικές ηγεσίες δεν βρέθηκε να έχουν τόσο «αχώνευτο» το περιβάλλον. Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, με τη μοναδική εξαίρεση των Γ. Τρυπάνη (ΥΠ.ΠΟ.), Στ. Μάνου και Αντ. Τρίτση (ΥΧΟΠ), στα δύο συναρμόδια υπουργεία πέρασαν πολιτικά υπεύθυνοι οι οποίοι, όταν δεν εφάρμοσαν πολιτική εχθρική για το περιβάλλον, απέδειξαν την πλήρη ασχετοσύνη τους (το «διάλειμμα» Τ. Μπιρμπίλη, συζητήσιμο καθεαυτό, επιβεβαιώνει τον κανόνα).
Τα τελευταία χρόνια, η εφαρμογή των διαβόητων Μνημονίων συμπίπτει και κατ' ουσίαν συνεπιφέρει ένα συστηματικό ροκάνισμα της προστασίας του περιβάλλοντος. Σε θεσμικό και σε νομοθετικό επίπεδο. Η θλιβερή τροπολογία, πριν τα μεσάνυχτα της Κυριακής 28/4, για αιγιαλό και παραλία είναι το τελευταίο προϊόν αυτής της νέας πορείας. Είχε προηγηθεί η υποβάθμιση του υπουργείου Πολιτισμού σε υφυπουργείο και η ουσιαστική εξουδετέρωση του υπουργείου Περιβάλλοντος, πρώτα με τη συνένωση σε αυτό του ανταγωνιστικού τομέα της Ενέργειας και έπειτα με την -στην πράξη- πλήρη υποβάθμισή του σε «τρίτης κατηγορίας» διοικητική μονάδα.
Κατά καιρούς ήταν σφοδρή η κριτική που είχε ασκηθεί για τις πολιτικές πρωτοβουλίες ενός Παπαστεφανάκη, ενός Κουλουμπή ή ενός Σουφλιά. Αυτά που συνέβησαν και συμβαίνουν επί Γ. Παπακωνσταντίνου – Ν. Σηφουνάκη και των διαδόχων τους έχουν ξεπεράσει κάθε προηγούμενο. Το όποιο πλέγμα προστασίας του ιστορικού και φυσικού περιβάλλοντος ξηλώνεται συστηματικά, στο όνομα μιας παλαιολιθικής, κατά κυριολεξία, «ανάπτυξης». Οσοι παίρνουν αποφάσεις θέλουν να αγνοούν παντελώς ποιο είναι το συγκριτικό πλεονέκτημα αυτής της χώρας (ιστορία-φυσικό περιβάλλον αξεδιάλυτα δεμένα) και εμφορούνται από τις πρακτικές της διαβόητης εποχής της «Ανασυγκρότησης», της δεκαετίας του 1950. Αν τα πράγματα έμεναν στο ότι είναι βαθιά νυχτωμένοι αλλού ως άτομα, η ζημιά θα ήταν μικρή. Δυστυχώς με τις «πρωτοβουλίες» τους υποθηκεύουν το μέλλον μας για πολλές δεκαετίες.
Το απόγειο των προ ημερών «νομοθετικών πρωτοβουλιών» είναι οι προταθείσες νέες ρυθμίσεις του νομοσχεδίου για τα αυθαίρετα, η τύπου φαστ τρακ (δήθεν) διαβούλευση για το οποίο έληξε στις 27 Απριλίου. Στα άρθρα 13 και 14 καθιερώνονται τέτοιες διατάξεις για τη νομιμοποίηση αυθαιρεσιών σε διατηρητέα κτίρια και παραδοσιακούς οικισμούς, ώστε όχι μόνο να εξισώνονται νόμιμοι και παράνομοι ιδιοκτήτες (αυτό πια έχει γίνει κανόνας), αλλά και να καταργείται το ίδιο το άρθρο 24 του Συντάγματος για την προστασία του περιβάλλοντος. Ταυτόχρονα, δημιουργείται ένα υπεργραφειοκρατικό μικροσύστημα, με μόνο εισπρακτικό αντίτιμο για το Δημόσιο το ευτελές πρόστιμο των 500 ευρώ (και αυτό μειωμένο κατά περίπτωση).
Μια άλλη πολύ χαρακτηριστική πρωτοβουλία ήταν οι αποφάσεις, πριν από μερικές εβδομάδες, για το θέμα της εκτροπής του Αχελώου. Ενώ στις 15 Φεβρουαρίου δικάσαμε στο ΣτΕ, για πολλοστή φορά, το θέμα αυτό και ενώ απορρίφθηκε το αίτημα του Δημοσίου και των συν αυτώ για αναβολή, διατέθηκαν λίγες μέρες μετά 9,5 εκατ. ευρώ για προσωρινή στήριξη της σήραγγας εκτροπής, άλλο κονδύλι εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ για… νέα περιβαλλοντική μελέτη, ενώ υπογράφηκαν και τα σχέδια διαχείρισης υδάτων, όπου «κατά παραγγελία» η εκτροπή θεωρείται… βέλτιστη «λύση». Εννοείται για την ψηφοσυλλεκτική Θεσσαλία, όπου δεν υπάρχει σχέδιο απορρύπανσης του Πηνειού (άρα, «τρώμε» τα νερά του Αχελώου), δεν υπάρχει ρύθμιση των ανεξέλεγκτων γεωτρήσεων και της σπατάλης νερού (με εκτοξευτήρες κ.λπ.), δεν υπάρχει καν πρόταση για την αντικατάσταση των υδροβόρων και «καταδικασμένων» καλλιεργειών βαμβακιού, ενώ δεν έχει καν υπάρξει σχέδιο διανομής-διοχέτευσης των υδάτων. Αλλά από τα σχετικά έγγραφα προκύπτει και κάτι άλλο: από το 1994, οπότε η Ευρωπαϊκή Ενωση απέρριψε οριστικά τη χρηματοδότηση της εκτροπής, εξακολουθεί να εγγράφεται αδιατάρακτα στον εθνικό προϋπολογισμό το… ευτελές ποσό των… 500 εκατομμυρίων ευρώ (σωστά διαβάζετε) για την εκτροπή του Αχελώου. Από εκεί εκταμιεύονται κατά καιρούς πλουσιοπάροχα ποσά, και το αρχικό ποσό παραμένει ακέραιο.
Κατά τα άλλα, γίνεται προσπάθεια «συμμαζέματος» της σπατάλης, σε συνδυασμό με τις μειώσεις μισθών, συντάξεων, αλλά και με τη δημιουργία δημοσίων ή ιδιωτικών συσσιτίων για τους χιλιάδες πληττομένους από την άγρια οικονομική πολιτική.
……………………………………………..
*Δικηγόρος, πολιτικός επιστήμονας