Pin It

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

 

Ρεσιτάλ του Γιαν Λισέτσκι τη Δευτέρα στο Μέγαρο Μουσικής

 

Ο Καναδός πιανίστας, που διασχίζει ήδη τη λαμπερή λεωφόρο μιας διεθνούς σταδιοδρομίας, έρχεται στην Αθήνα με ένα ανάμεικτο πρόγραμμα (Μπαχ, Μότσαρτ, Σοπέν και Μεσιάν). «Για μένα η μουσική είναι μοναδική ως τέχνη επειδή παρουσιάζεται ζωντανά» μας λέει. «Ακόμη και στο στούντιο προσπαθώ να περνάω στοιχεία ζωντανής παράστασης»

 

Του Γιάννη Σβώλου

 

 

getFile (45)

Είναι νέος, ταλαντούχος, συμπατριώτης του Γκλεν Γκουλντ αλλά με ευρωπαϊκά γονίδια από τη χώρα του Σοπέν. Παρ’ ότι μόλις 18 ετών, έχει ήδη στο ενεργητικό του δύο καλές ηχογραφήσεις στην Deutsche Grammophon, που βοηθούν ώστε η φήμη του να προηγείται της φυσικής του παρουσίας. Με αγγελικής ομορφιάς νεανική εμφάνιση που «γράφει» ιδανικά στα εξώφυλλα των δίσκων, με γερή μουσική παιδεία και καλά τακτοποιημένες στο μυαλό του τις προτεραιότητες της ζωής, ο πιανίστας Γιαν Λισέτσκι διασχίζει ήδη τη λαμπερή λεωφόρο μιας διεθνούς σταδιοδρομίας που κάνει στάσεις στις μουσικές πρωτεύουσες του κόσμου. Tη Δευτέρα θα βρίσκεται στην Αθήνα για ένα ρεσιτάλ στο Μέγαρο Μουσικής.

 

 

 

-Γνωρίσατε τη μουσική του Σοπέν επτά ετών, στα 14 είχατε ήδη παίξει δημοσίως αμφότερα τα κοντσέρτα του και την Πρωτοχρονιά του 2010 –μόλις στα 15!- εγκαινιάσατε τις επετειακές εκδηλώσεις για τα 200χρονα του Σοπέν στην γενέτειρά του Ζελάζοβα-Βόλα, στην Πολωνία. Πώς ήταν το να σας αντιμετωπίζουν ως «παιδί-θαύμα»;

 

«Ανέκαθεν απεχθανόμουν τις ειδικές συμπεριφορές που συνοδεύουν το «παιδί-θαύμα». Πρωτίστως, αγαπώ αυτό που κάνω. Ουδέποτε με πίεσαν να παίξω πιάνο. Επαιζα και παίζω απλώς επειδή μου αρέσει να κάνω μουσική δημόσια, να μοιράζομαι τη μουσική με άλλους. Επιπλέον πιστεύω πως κάθε επιτυχία οφείλεται σε συνδυασμό σκληρής δουλειάς και τύχης. Θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό που έχω τη δυνατότητα να κάνω ό,τι κάνω».

 

-Αυτή η εμπειρία σάς στέρησε την «κανονική» παιδική ηλικία;

 

«Ο ορισμός που δίνει κάθε άνθρωπος στην «κανονική» παιδική ηλικία διαφέρει πολύ. Πιστεύω ότι είτε εμπλεκόμουν με τη μουσική είτε όχι, δεν θα ήμουν ένας τυπικός έφηβος. Μ’ αρέσει να διαβάζω, να βλέπω ταινίες, να κάνω ποδήλατο, να πηγαίνω για σκι. Προσωπικά, θεωρώ ότι έχω μια σαφώς «κανονική» ζωή. Σκεφτείτε όλους αυτούς τους αθλητές που είναι επίσης υποχρεωμένοι να εξασκούνται συνεχώς και να παραμένουν συγκεντρωμένοι σε αυτό που κάνουν. Νομίζω ότι το να είσαι επαγγελματίας μουσικός είναι λίγο ως πολύ κάτι ανάλογο».

 

-Το πρόγραμμά σας για το 2013-14 περιλαμβάνει αδιάκοπη ροή από συναυλίες και ρεσιτάλ που διαρκούν ολοχρονίς. Πόσο απαιτητικά είναι όλα αυτά;

 

«Φυσικά όλα αυτά απαιτούν πολύ και σκληρή δουλειά, πειθαρχία και αφιέρωση. Ομως –το ξαναλέω!- αγαπώ αυτό που κάνω και αισθάνομαι ευτυχής που έχω τη δυνατότητα να παίζω και να ταξιδεύω σε όλο τον κόσμο. Εκμεταλλεύομαι τις ευκαιρίες όσο πιο πολύ μπορώ. Ομως όλα αυτά στοχεύουν σε ένα αποτέλεσμα που μου αρέσει και εκτιμώ».

 

-Απομένει χρόνος για εκμάθηση και αφομοίωση καινούργιας μουσικής;

 

«Πάντα! Είναι σημαντικό να μαθαίνεις και να εξελίσσεται όχι μόνο ως μουσικός αλλά και ως άνθρωπος, ως προσωπικότητα. Προσπαθώ πάντα να προσφέρω ευκαιρίες «ανάπτυξης» στον εαυτό μου όταν ταξιδεύω: περιηγούμαι και μελετώ κάθε πόλη που επισκέπτομαι, πηγαίνω σε μουσεία, πινακοθήκες. Οσον αφορά την εκμάθηση της μουσικής, πιστεύω ότι οι καλύτερες εμπειρίες προέρχονται από τη διαδικασία της ζωντανής εκτέλεσης: Μαθαίνεις με τελείως διαφορετικό τρόπο όταν παίζεις, παρουσιάζοντας μουσική ενώπιον κοινού. Τίποτε δεν μπορεί να υποκαταστήσει αυτή την εμπειρία, ούτε βέβαια οι αμέτρητες ώρες σε ένα στούντιο ηχογραφήσεων».

 

-Υπάρχει χρόνος για προσωπική ζωή;

 

«Φυσικά. Ο καθένας ζει τη ζωή του όπως επιλέγει να τη ζήσει».

 

-Συναυλίες και ρεσιτάλ σας αναμεταδίδονται από ραδιοφωνίες και τηλεοράσεις της Ευρώπης και της Αμερικής. Επίσης έχετε εμφανιστεί στην εκπομπή «Next!» του δικτύου CDC ως ένας από τους πολλά υποσχόμενους νέους καλλιτέχνες του Καναδά, ενώ το 2009 το CDC παρουσίασε ντοκιμαντέρ του Τζο Σλέζινγκερ αφιερωμένο σε σας με τίτλο «Η απρόθυμη μεγαλοφυΐα». Φθείρει όλη αυτή η δημόσια έκθεση και προβολή;

 

«Αυτά τα κάνω μόνο για να στηρίξω την επιτυχία της εκάστοτε μουσικής εκδήλωσης ή να συνεισφέρω στην προβολή μιας ηχογράφησής μου. Είναι απαραίτητα και τα αντιμετωπίζω ως πρόσθετη μαθησιακή εμπειρία: η συνέντευξη στα Γαλλικά μετατρέπεται σε ευκαιρία εξάσκησης στη γλώσσα, αυτή στα Αγγλικά γίνεται χρόνος για να επεξεργαστώ σκέψεις. Ομοίως το πόσες εμφανίσεις κάνω ετησίως ή πού και πόσο ταξιδεύω δεν επιδρά αρνητικά στο πώς αποδίδω ως ερμηνευτής. Αντίθετα, εμπλουτίζει τις ερμηνείες μου με την εμπειρία της πραγματικής ζωής και νέα συμφραζόμενα».

 

-Ο συμπατριώτης σας Γκλεν Γκουλντ έλεγε ότι «ηχογραφείς όταν έχεις να πεις κάτι καινούργιο», άποψη στην οποία έχετε αναφερθεί. Εσείς τι καινούργιο έχετε να προσθέσετε ερμηνεύοντας και ηχογραφώντας «Σπουδές» τού Σοπέν;

 

«Σήμερα ακόμη υπάρχουν λιγοστές πλήρεις ηχογραφήσεις και είναι ελάχιστοι οι ερμηνευτές σήμερα που μπορούν να παίξουν δημόσια και τους δύο κύκλους σε ένα ρεσιτάλ. Αυτό που ελπίζω να φέρω στις «Σπουδές» του Σοπέν είναι η «μουσική προσέγγιση». Παρ’ ότι συμφωνώ ότι υπάρχουν όντως μεγάλες ηχογραφήσεις, νομίζω ότι απομένουν ακόμη πράγματα να λεχθούν για αυτά τα έργα. Για μένα η τεχνική στις «Σπουδές» υφίσταται μόνο ως φορέας της μουσικής, είναι μόνο ένα μέσο, όχι η ουσία τους. Προσωπικά, μου αρέσει η ζωντανή παρουσίαση της μουσικής. Στο κάτω κάτω η μουσική είναι μοναδική ως τέχνη επειδή υπάρχει όταν παρουσιάζεται «ζωντανά». Κατά την ηχογράφηση στο στούντιο σού δίνεται ιδανική ευκαιρία να καταθέσεις το βέλτιστο δυνατό. Αλλά για μένα ακόμη και στο στούντιο πρέπει να περνούν στοιχεία «ζωντανής» παράστασης, να υπάρχει ίδια γραμμή και μουσική ροή όπως σε ένα ρεσιτάλ. Γι’ αυτό όταν ηχογραφούσα τις «Σπουδές», δεν επαναλάμβανα κάθε μία πολλές φορές στοχεύοντας στο τέλειο τεχνικό αποτέλεσμα, αλλά επειδή πίστευα πως έχω να πω κάτι παραπάνω».

 

-Πριν από την ηχογράφηση κάθε κομματιού συνηθίζετε να προθερμαίνεστε παίζοντας κάτι τελείως διαφορετικό από το ρεπερτόριό σας: μία από τις «Παραλλαγές Γκόλντμπεργκ» του Μπαχ, κάτι του Μεσιάν…

 

«Η παρεμβολή ανανεώνει τη διάθεση, όπως ένα διαφορετικό κομμάτι σε μια ζωντανή συναυλία. Οταν αγοράζεις αρώματα, το να μυρίσεις καφέ ενδιάμεσα, φρεσκάρει την όσφρηση και επιτρέπει να εκτιμήσεις το επόμενο άρωμα σωστά!»

 

-Τι αποτύπωμα άφησε στη μουσική ζωή του Καναδά το πέρασμα του Γκλεν Γκουλντ;

 

«Οπουδήποτε κι αν ταξιδεύω στον κόσμο, όταν λέω ότι είμαι Καναδός, όλοι αναφωνούν πάντα με θαυμασμό: «Α! Γκλεν Γκουλντ!» Αυτό είναι κάτι πολύ ιδιαίτερο και είμαι πολύ υπερήφανος που η πατρίδα μου αντιπροσωπεύεται τόσο καλά από ένα τόσο εκλεκτό, ξεχωριστό μουσικό».

 

-Σας έχει επηρεάσει η πολύ ιδιαίτερη φιλοσοφία του στην προσέγγιση της μουσικής;

 

«Οχι. Πιστεύω ότι κάθε άνθρωπος πρέπει να έχει τον δικό του τρόπο να βλέπει και να αντιμετωπίζει τη ζωή και -κάθε μουσικός- τον δικό του τρόπο μουσικής ερμηνείας».

 

-Υπάρχει κάτι που αναγνωρίζετε μέσα σας ως ενεργοποίηση… πολωνικού DNA όταν παίζετε Σοπέν;

 

«Οπως πολλοί άλλοι μουσικοί πιστεύω ότι η μουσική είναι διεθνής γλώσσα. Ελπίζω αυτό να ισχύει και να μπορώ να το επαληθεύω με την τέχνη μου. Το ότι έχω πολωνική καταγωγή φέρνει μαζί του γνώση της κουλτούρας και της πολωνικής κληρονομιάς, άνετη ομιλία της γλώσσας και αρκετά άλλα οφέλη ή προσόντα. Ομως ο τρόπος που ερμηνεύω τον Σοπέν δεν συνδέεται με όλα αυτά».

 

-Στην Αθήνα παίζετε έντονα ανάμεικτο πρόγραμμα: Μπαχ, Μότσαρτ, Σοπέν, Μεσιάν. Γιατί;

 

«Μου αρέσει να συνδυάζω κομμάτια γνωστού ρεπερτορίου με άλλα, με τα οποία το κοινό δεν είναι τόσο καλά εξοικειωμένο. Επίσης μου αρέσει να περιλαμβάνω κάποιο κομμάτι του Μπαχ σε κάθε ρεσιτάλ μου. Για μένα οι συνθέσεις του Μπαχ είναι το θεμέλιο της σοβαρής μουσικής για τα πληκτροφόρα. Συνεπώς λειτουργεί ως βάση για ολόκληρο το πρόγραμμα».

 

-Σήμερα πλέον η παγκοσμιοποίηση έχει εισβάλει και στο πολιτιστικό πεδίο. Καθώς οι μη δυτικές χώρες υιοθετούν δυτικά γούστα και συνήθειες, οι ερμηνείες των κλασικών περνούν σε «ξένα» χέρια. Πώς επηρεάζει αυτό την κλασική μουσική;

 

«Θα απαντήσω μόνο ότι αισθάνομαι πανευτυχής που η μουσική αυτή κερδίζει ένα όλο και πλατύτερο κοινό κάθε μέρα!»

 

INFO: Δευτέρα 20 Μαΐου, 8.30 μ.μ., Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος. Εισιτήρια: φοιτητές, άνεργοι και ΑμεΑ: 6 ευρώ, πολύτεκνοι 65+: 10 ευρώ, Ζώνη Β: 16 ευρώ, Ζώνη Α: 25 ευρώ. Πληροφορίες-εκδοτήρια: Βασ. Σοφίας και Κόκκαλη, Ομήρου 8. Τηλέφωνο: 210-7282333

 

Scroll to top