Pin It

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Αrt

 

Ενα αστυνομικό για τον Πικάσο, τον Μπελογιάννη, την Αριστερά, το κάλπικο και το αυθεντικό 

 

Ο συγγραφέας, δημοσιογράφος και κριτικός βιβλίου Νίκος Δαββέτας, ως άλλος ντετέκτιβ, γράφοντας το μυθιστόρημα «O ζωγράφος του Μπελογιάννη» (εκδόσεις Μεταίχμιο), ταξιδεύει σε ενδιαφέρουσες αλλά και σκοτεινές ιστορικές περιόδους, αναζητώντας τη σχέση του Εμφυλίου, του Μάη του ’68 με το κρίσιμο σήμερα.

 

 

Της Μαριαλένας Σπυροπούλου

 

 

getFil23de

ge23etFile

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Τι σχέση έχει με τον Πικάσο ένας Ελληνας συγγραφέας, που βρίσκεται δολοφονημένος στο Παρίσι έχοντας στην κατοχή του τα προσχέδια του από το γνωστό πορτρέτο του Νίκου Μπελογιάννη; Τι θα κάνει η νεαρή κληρονόμος του που υποψιάζεται ότι είναι πλαστά; Ποιο μυστήριο απλώνεται σε σκοτεινές ιστορικές εποχές, την ανάγκη διαλεύκανσης των οποίων έχει αναλάβει ένας Γάλλος αστυνομικός; Τι αξία έχει το αυθεντικό έργο, αλλά και το κάλπικο;

 

 -Γιατί επιλέξατε να ασχοληθείτε σήμερα με αυτό το θέμα;

 

«Οι ιστορίες σε βρίσκουν. Σε μια κουβέντα στη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης μου έλεγαν όλοι ότι πρέπει να είσαι χαρούμενος που βγάζεις άλλο ένα βιβλίο για τη σκοτεινή περίοδο του Εμφυλίου και έχει ανταπόκριση. Τους έλεγα λοιπόν ότι κάθε επαφή μου με το παρελθόν, και ιδίως τις δεκαετίες ’40 και ’50, δεν με χαροποιεί. Δεν επιστρέφω σε αυτές για να κάνω ένα best seller. Είναι τραυματική η επαφή. Απλώς είναι μέσα μου μαζεμένα τόσα πολλά οικογενειακά περιστατικά, θείοι, συγγενείς, στα οποία η Ιστορία παίζει καταλυτικό ρόλο. Ερχομαι λοιπόν ξανά να ξύσω το τραύμα μου, σαν να θέλω να το αναβιώσω. Υπό αυτό το πρίσμα δεν έρχομαι να προσθέσω μια άλλη αφήγηση στην ιστορία του Μπελογιάννη. Θέλω να κάνω μια άλλη αφήγηση, λογοτεχνική, η οποία θα λειτουργήσει για μένα ψυχοθεραπευτικά».

 

 -Υπάρχει κάτι που θα θέλατε να μοιραστείτε;

 

«Τη δεκαετία του ’60 η μητέρα μου δούλευε στις εκδόσεις της «Καθημερινής». Η Ελένη Βλάχου μόλις έγινε δικτατορία πήρε την απόφαση να αναστείλει την κυκλοφορία των εκδόσεων, και να φύγει. Και όπως πολύ σωστά έγραψε πρόσφατα η Μαριάννα Κορομηλά, έφυγε, αλλά έμειναν 800 άνθρωποι άνεργοι, χωρίς αποζημίωση, χωρίς κάλυψη, χωρίς τίποτα. Μέσα στους 800 ήταν και η μητέρα μου, η οποία χωρίς σύζυγο μεγάλωνε δύο παιδιά. Ωσπου να βρει δουλειά ξανά, έμεινε 7 μήνες άνεργη, χωρίς τίποτα. Ημουν τότε 7 χρόνων. Γι’ αυτό το επεισόδιο δεν ευθύνεται η μητέρα μου, απλώς βρέθηκε εκεί τη στιγμή που γραφόταν η Ιστορία. Αλλοι πέρασαν χειρότερα. Με ενδιαφέρουν λοιπόν αυτοί που υφίστανται την Ιστορία, παρά αυτοί που τη δημιουργούν».

 

-Αρα με έναν τρόπο, προσπαθείτε μέσα από τη λογοτεχνία να δώσετε φωνή στους ηττημένους…

 

«Ναι. Αλλά και αυτό το θέμα είναι ανοιχτό προς συζήτηση. Ποιος είναι νικητής και ποιος ηττημένος. Στο προηγούμενο βιβλίο είχα ήρωα έναν επιτυχημένο εργοστασιάρχη, ο οποίος ήταν παλιός αριστερός με εξορία κ.λπ. Αυτός τι ήταν νικητής ή ηττημένος; Με εξιτάρουν αυτές οι μεταμορφώσεις».

 

-Ασυνείδητα ποιο είναι το σκοτεινό σημείο που θέλετε να διαλευκάνετε στο μυθιστόρημα;

 

«Ολοι μου λένε ότι είναι το πιο ανάλαφρο και αισιόδοξο βιβλίο που έχω γράψει, ακριβώς γιατί η αστυνομική πλοκή του δίνει μια φρεσκάδα και μια αθωότητα. Εκείνο που με ιντρίγκαρε είναι μια φράση στο βιβλίο της Διδούς Σωτηρίου «Η εντολή», το οποίο ασχολείται με την υπόθεση Μπελογιάννη. Γράφει κάπου ότι πολλοί διανοούμενοι είχαν αντιδράσει και διαμαρτυρηθεί ότι πουθενά αλλού, στον πολιτισμένο κόσμο, δεν γίνονταν εκτελέσεις εκτός από την Ελλάδα. Μεγάλο ψέμα. Την ίδια ακριβώς εποχή γίνονταν μαζικές εκτελέσεις κομμουνιστών στην Τσεχοσλοβακία. Και το γεγονός ότι ο Μπελογιάννης ήταν στην Τσεχοσλοβακία, έμεινε, εκπαιδεύτηκε, μεταμφιέστηκε, πήγε στη Γαλλία, ήρθε με ψεύτικο διαβατήριο στην Ελλάδα και μετά εκτελέστηκε, σηματοδοτεί και την αντίστροφη πορεία κάποιων άλλων, που φεύγουν και εκτελούνται στην Τσεχοσλοβακία, εκεί από όπου ήρθε. Αυτό με έκανε να αναρωτηθώ για το παιχνίδι που παιζόταν στον Ψυχρό Πόλεμο. Η δεκαετία του ’50 είναι μια σκοτεινή δεκαετία, στην οποία έχουν συμβεί τερατώδη πράγματα που αγνοούμε. Γι' αυτό το βιβλίο διαδραματίζεται στο ’52, το ’68 και φυσικά και στο σήμερα».

 

-Κατορθώσαμε άραγε να μάθουμε την αλήθεια γι΄αυτούς που χρησιμοποίησαν την εκάστοτε ιστορική περίοδο και μεταμφιέστηκαν ανάλογα; Σήμερα έχουν πέσει οι μάσκες;

 

«Για άλλους ναι, για άλλους όχι. Το κυριότερο πράγμα δεν είναι τα λόγια, είναι οι πράξεις. Αυτές φανερώνουν τι ρόλο παίζει ο καθένας. Στο βιβλίο, όταν μπαίνει το θέμα του χρήματος στην αγοραπωλησία των έργων τέχνης, όλοι αποκαλύπτονται. Το χρήμα αλλάζει τον άνθρωπο και την ιδεολογία. Η ιδιοκτήτρια των έργων έχει στα χέρια της μια κληρονομιά, αλλά και μια αριστερή κληρονομιά. Και αναρωτιέται τι να την κάνει. Πολλοί έχουμε μια αριστερή κληρονομιά που δεν ξέρουμε πια σήμερα τι να την κάνουμε. Ιδίως σε καιρούς κρίσης, όπου όλα είναι ματαιωμένα».

 

-Η αριστερή κληρονομιά μέχρι τώρα δημιουργούσε μια αίσθηση εσωτερικής νίκης. Πόσο βαριά όμως ήταν για έναν δεξιό η κληρονομιά του μέχρι σήμερα;

 

«Μα νομίζω ότι το πρόβλημα έγκειται στους αριστερούς, διότι αποδείχθηκε ότι αυτή η εσωτερική ανωτερότητα ήταν μια ψευδαίσθηση, μια φενάκη. Δεν ήταν καθόλου ανώτεροι από τους δεξιούς, καθόλου αθωότεροι. Ηταν βέβαια τα θύματα της σύγκρουσης, πολλές φορές άδικα, αλλά αυτό δεν έκανε τους πάντες ηθικά ανώτερους. Το γεγονός της κατάρρευσης του Υπαρκτού Σοσιαλισμού πυροδότησε μια νέα κρίση της Αριστεράς και σε ψυχολογικό επίπεδο. Δημιουργήθηκαν πολλά ερωτηματικά, γιατί αποκαλύφθηκαν τέρατα εξίσου τρομερά με όσα έκαναν και οι δεξιοί».

 

-Στο βιβλίο θέτετε εν αμφιβόλω του τι σημαίνει να είναι κάποιος διανοούμενος, αλλά και τη σχέση της σημερινής Αριστεράς με τη σκέψη…

 

«Διανοούμενος είναι αυτός που παίζει με τις ζωές των άλλων, γιατί τη δική του την έχει βαρεθεί. Σήμερα η ελληνική Αριστερά έχει γεμίσει γκουρού, σπουδαγμένους στη Γαλλία, χωρίς να ξέρει κανείς τι έχουν κάνει ακριβώς, όλοι βρίσκονταν στον Μάη του ’68, και αυτό τους δίνει το δικαίωμα να βγάζουν απίστευτες θεωρίες για το πώς θα βγούμε σήμερα από την κρίση».

 

-Η έννοια του πλαστού στην τέχνη είναι μια μεταφορά για την πολιτική, τους ήρωες και τις ιδεολογίες; Πόσα πλαστά κυκλοφορούν γύρω μας;

 

«Εχετε μπει στην ουσία του βιβλίου. Συνεχώς υπάρχει η αντίθεση ανάμεσα στο κάλπικο και στο αυθεντικό. Και σήμερα κυκλοφορούν πολλά κάλπικα, γιατί είναι και η σημερινή σκοτεινή περίοδος, αλλά ας μην ξεχνάμε ότι οι πατεράδες μας και οι παππούδες μας έχουν ζήσει χειρότερες περιόδους».

Scroll to top