Pin It

Του Γιάννη Α. Μυλόπουλου*

 

Αναμφίβολα σημαντική εξέλιξη είναι η πρόσφατη διαμάχη μεταξύ ΔΝΤ και Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία ξέσπασε με αφορμή τη δήλωση υψηλόβαθμων στελεχών του ΔΝΤ ότι το πρόγραμμα που εφαρμόστηκε για την Ελλάδα ήταν λάθος, καθώς ένα τόσο μεγάλο χρέος ήταν μη βιώσιμο και ως εκ τούτου εξαρχής απαιτούσε επαναδιαπραγμάτευση αντί της επιβολής μέτρων αυστηρής λιτότητας. Το συμπέρασμα αυτό, στο οποίο εύκολα καταλήγει κανείς ακόμη κι αν δεν είναι βαθύς γνώστης της οικονομικής επιστήμης, τεκμηριώνεται αν ληφθούν υπόψη δύο παρατηρήσεις.

 

Η πρώτη έχει να κάνει με αυτό που εξ αρχής διατυπώθηκε με τη φράση «Δεν βγαίνουν τα νούμερα». Η εφαρμογή δηλαδή μιας αυστηρής πολιτικής λιτότητας στην Ελλάδα δεν διασφάλιζε εξ αρχής την αποπληρωμή του χρέους σε εύλογο χρονικό διάστημα. Αλλος, συνεπώς, έπρεπε να είναι ο τρόπος αντιμετώπισης του ελληνικού χρέους.

 

Η δεύτερη παρατήρηση που οδήγησε το ΔΝΤ στη δήλωση «mea culpa» έχει να κάνει με την εκ του αποτελέσματος θεώρηση της ελληνικής πραγματικότητας σήμερα, τρία χρόνια μετά τα αλλεπάλληλα μνημόνια. Οι φρενήρεις ρυθμοί της ανεργίας, η οποία στον μέσο πληθυσμό έχει υπερβεί κάθε ευρωπαϊκό προηγούμενο ξεπερνώντας το 27,5%, ενώ ειδικά στις νέες ηλικίες πλησιάζει επικίνδυνα το ύψος ρεκόρ του 60%, (κι αυτά ενώ το κυβερνητικό πρόγραμμα απολύσεων στο δημόσιο τομέα βρίσκεται ακόμη στην αρχή), σε συνδυασμό με τους επελαύνοντες ρυθμούς της ύφεσης, φανερώνουν αυτό που όλοι, εκτός από την ελληνική κυβέρνηση, διαπιστώνουν. Οτι, δηλαδή, στην περίπτωση της χώρας μας τα μέτρα των μνημονίων ήταν δυσανάλογα σκληρά σε σχέση με τις αντοχές μας, με αποτέλεσμα να έχει ξεπεραστεί η φέρουσα ικανότητα της ελληνικής οικονομίας. Και είναι γνωστό και από τη Φυσική ότι, όταν οι πιέσεις είναι τόσο μεγάλες που ξεπερνούν τα όρια της αντοχής ενός σώματος, τότε η παραμόρφωση κινδυνεύει να είναι μόνιμη και η ανάταξη μη εφικτή.

 

Αναμενόμενη βεβαίως ήταν η στάση της Ευρώπης και ειδικά της πανίσχυρης Γερμανίας απέναντι στη νέα πραγματικότητα που διαμορφώνει η επίσημη πλέον παραδοχή, από την άλλη όχθη του Ατλαντικού, του λάθους της ελληνικής συνταγής. Σε προεκλογική περίοδο για τη Γερμανία είναι εύλογη η άκαμπτη στάση της κυβέρνησης Μέρκελ, καθώς κάθε παραδοχή λάθους από μέρους της σήμερα, θα ισοδυναμούσε με αναγνώριση της λάθος κατεύθυνσης της μέχρι τώρα πολιτικής της, με συνέπειες στην έκβαση της επερχόμενης εκλογικής αναμέτρησης. Μήπως όμως ήταν πράγματι λάθος η πολιτική Μέρκελ; Μήπως δηλαδή η πολιτική αυτή εφαρμόστηκε επί τούτοις και σε γνώση της γερμανικής κυβέρνησης για τις ολέθριες συνέπειες που αυτή θα είχε για την Ελλάδα; Μήπως δηλαδή η κυβέρνηση Μέρκελ, προκειμένου να υπηρετήσει τον στόχο της ισχυροποίησης της χώρας της, έσυρε την Ευρώπη σε μια ολέθρια πολιτική για την Ελλάδα και αργότερα και για τις άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου; Μήπως δηλαδή τελικά οι Ευρωπαίοι εταίροι μας δεν είναι τόσο σύμμαχοι όσο τους θεωρούσαμε ώς χτες; Μια τέτοια εκτίμηση, όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό, κινδυνεύει να τινάξει στον αέρα την ηθική νομιμοποίηση του πυρήνα της ιδέας της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Γεγονός που ασφαλώς θα είχε αλυσιδωτές επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα.

 

Εδώ έρχεται ως εναλλακτική ιδέα που μπορεί να σώσει την ευρωπαϊκή συνοχή, η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ και της Ευρωπαϊκής Αριστεράς περί αλλαγής πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Διότι, αν ληφθεί υπόψη η ακραία νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση της ευρωπαϊκής πολιτικής τα τελευταία χρόνια, γίνεται φανερό ότι εκείνο που κινδυνεύει, έχοντας εξαντλήσει τα όριά του, δεν είναι αυτή καθαυτή η αρχή της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Με άλλα λόγια δεν ευθύνεται η ιδέα της Ενωμένης Ευρώπης για τη σημερινή ανισοβαρή πολιτική των χωρών του ευρωπαϊκού Βορρά σε βάρος των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου. Εκείνο που ευθύνεται είναι η ακραία νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση της ευρωπαϊκής πολιτικής, η οποία παραβλέποντας την παραδοσιακή ευρωπαϊκή αρχή της αλληλεγγύης, διεύρυνε το χάσμα μεταξύ των πλούσιων του Βορρά και των φτωχών του Νότου.

 

Ενώ όμως η Ευρωπαϊκή Αριστερά, με αφορμή την ελληνική τραγωδία, διεκδικεί σήμερα μια καλύτερη Ευρώπη με αλληλεγγύη και ανθρώπινο πρόσωπο, μοιραίος και άβουλος φαντάζει ο ρόλος των ελληνικών κυβερνήσεων τα τελευταία χρόνια. Οι οποίες, δεμένες στο άρμα της νεοφιλελεύθερης ευρωπαϊκής συνταγής δεν διαπραγματεύθηκαν το παραμικρό, αποδεχόμενες πλήρως τα σκληρά για τη χώρα μέτρα των μνημονίων. Και τώρα που η αμφισβήτηση του προτάγματος των… σκληρών πλην αναγκαίων μέτρων δεν έρχεται πλέον από την αντιπολίτευση, από το εσωτερικό δηλαδή αντιμνημονιακό μέτωπο, αλλά από τους ίδιους τους διεθνείς δανειστές μας, η ελληνική κυβέρνηση αμήχανη, καταφεύγει σε δοκιμασμένες επικοινωνιακές συνταγές περασμένων δεκαετιών, στήνοντας σκηνικά τύπου «success story»…

 

Το μόνο αισιόδοξο μήνυμα, πάντως, από τις πρόσφατες εξελίξεις είναι ότι η πολιτική, μετά από νεοφιλελεύθερα δόγματα και θεωρίες μονοδρόμων που διέλυσαν τη χώρα και της αφαίρεσαν κάθε δημιουργική πνοή, επανέρχεται και πάλι στο γνώριμο πεδίο της ιδεολογικής αντιπαράθεσης.

 

…………………………………………………………………………………….

 

* Πρύτανης ΑΠΘ

 

Scroll to top