ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Art
Η συναυλία «Ενας Αγγλος ταξιδευτής στο Λεβάντε» στο Φεστιβάλ Αθηνών
Ο τσεμπαλίστας και ιδρυτής του συνόλου μπαρόκ Μάρκελλος Χρυσικόπουλος και ο γκαμπίστας Ανδρέας Λινός είχαν την ωραία και πρωτότυπη έμπνευση να διοργανώσουν μια μουσική συνάντηση Ανατολής – Δύσης στο έτος 1600. Την υποστηρίζουν και με κείμενα Αγγλων ταξιδευτών του 17ου αιώνα που ταξίδεψαν στην Κωνσταντινούπολη και είδαν ακόμα… και το χαρέμι του σουλτάνου
«Εμείς οι Δυτικοί διάγουμε σχιζοφρενή ζωή: αναλωνόμαστε ασχολούμενοι με ιστορικό υλικό, αλλά ζούμε στο σήμερα. Αντίθετα, οι παραδοσιακοί δεν βιώνουν τέτοιους διχασμούς διότι ισχύει η εξελικτική εικόνα του παλαιού υλικού: γι’ αυτούς είναι ξεκάθαρο πως ό,τι παίζουν είναι σύγχρονη μουσική. Ναι μεν χρησιμοποιούν δρόμους και μακάμια ηλικίας χιλιάδων ετών, αλλά ζουν στο εδώ και τώρα. Εμείς αναζητάμε το πώς αυτή η παλαιά μουσική θα ακούγεται εντελώς σύγχρονη. Νομίζω τελικά ότι οι παραδοσιακοί, που καταφέρνουν και το κάνουν πολύ καλά αυτό, κατέχουν κλειδιά και θα μας δώσουν πολλά
Του Γιάννη Σβώλου Φωτ. Μάριος Βαλασόπουλος
Οσοι αγαπούν τη μουσική περιπέτεια, το μπαρόκ αλλά και την παραδοσιακή μουσική, θα έχουν ευκαιρία να απολαύσουν την Κυριακή (23/6) μια πολύ ιδιαίτερη συναυλία στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Πρόκειται για μια μουσική συνάντηση Ανατολής – Δύσης στο έτος 1600, την οποία εμπνεύστηκαν ο γκαμπίστας Ανδρέας Λινός και ο τσεμπαλίστας Μάρκελλος Χρυσικόπουλος.
Το πρόγραμμα υπό τον τίτλο «Ενας Αγγλος ταξιδευτής στο Λεβάντε» θα υλοποιήσουν δύο ομάδες Ελλήνων εκτελεστών, το σύνολο Latinitas Nostra με όργανα εποχής μπαρόκ και ένα σύνολο με όργανα ανατολικής παραδοσιακής μουσικής. Με αφορμή τη συναυλία μιλήσαμε με τους δύο μουσικούς για τις μουσικές των δύο κόσμων και το εγχείρημά τους.
-Ποια είναι η κεντρική ιδέα της συναυλίας σας;
Μ. Χρυσικόπουλος: «Σε κάθε εμφάνισή μας με το σύνολο Latinitas Nostra επιδιώκουμε να υπάρχει και ένα βλέμμα έξω από τα όρια της μουσικής πράξης. Με μέσο μια αφηρημένη ιδέα, είτε κάτι πιο συγκεκριμένο, αφήνουμε αιχμές για το πριν και το μετά, αλλά και προς άλλες τέχνες και πεδία. Σε αυτό το πλαίσιο ασχοληθήκαμε με μια ιδέα που γεννήθηκε από μια αναζήτηση ηχοχρωμάτων. Πρόκειται για το πάντρεμα της βιόλας ντα γκάμπα με το γιαϊλί ταμπούρ, δηλαδή το ομόλογο ανατολίτικο όργανο. Αυτό δοκιμάστηκε πρώτη φορά στο πλαίσιο των συναντήσεων του Μουσικού Χωριού, στο Πήλιο, ανάμεσα στον Ευγένιο Βούλγαρη, έναν από τους καλύτερους ερμηνευτές του γιαϊλί ταμπούρ διεθνώς, και την Ισραηλινή γκαμπίστα Νιμά Μπεν Νταβίντ».
Α. Λινός: «Ο Ευγένιος ήθελε από καιρό να αποκτήσει βιόλα ντα γκάμπα. Οταν, όμως, απέκτησε το όργανο που επιθυμούσε, βρέθηκε σε αμηχανία, αναρωτιόταν πώς θα το παίξει. Τότε ακριβώς έτυχε να συναντηθούμε. Εμείς συμπράξαμε για πρώτη φορά».
-«Η Ανατολή συναντά τη Δύση», και μάλιστα στην Ελλάδα, τη γεωγραφική και πολιτισμική μεθόριο των δύο κόσμων!
Μ. Χρυσικόπουλος: «Τη συνάντηση Ανατολής – Δύσης βιώνουμε αμφότεροι όχι μόνον ως μουσικοί, που ζήσαμε ή ζούμε στο εξωτερικό, αλλά και, γενικότερα, ως άνθρωποι: εκείνος ως Ανατολίτης που ζει στο Παρίσι, εγώ ως Δυτικός που ζει στην Ανατολή καθ’ ότι κατοικώ στην πλατεία Κουμουνδούρου. Εχουμε μέσα μας αυτό το πάντρεμα. Το άλλο ερέθισμα προήλθε από κείμενα Αγγλων ταξιδευτών του 17ου αιώνα, που ξεκίνησαν από το Λονδίνο και μέσω Κωνσταντινούπολης κατέληξαν κάπου στην Ανατολή. Σ’ αυτά πρόσθεσε ο Ανδρέας τις αναμνήσεις του Τόμας Ντάλαμ, ο οποίος ταξίδεψε το 1599 από το Λονδίνο στην Κωνσταντινούπολη, συνοδεύοντας ένα εκκλησιαστικό όργανο, δώρο της βασίλισσας Ελισάβετ Α΄ στον σουλτάνο Μωάμεθ Γ΄. Οταν τον 17ο αιώνα κάποιος άφηνε το σπίτι του για ένα τέτοιο ταξίδι, αγνοούσε αν θα επιστρέψει. Ταξιδεύοντας τότε μέσω διαφόρων χωρών μπορούσες να κακοπάθεις οπουδήποτε και οποτεδήποτε, να σε σκοτώσουν οι Οθωμανοί γενίτσαροι πολύ πριν φτάσεις στην Κωνσταντινούπολη. Πρόκειται για αφηγήσεις ανθρώπων που το έλεγε η ψυχούλα τους. Η συνάντηση Ανατολής – Δύσης ήταν από τις πιο γόνιμες εμπειρίες, που μπορούσε να ζήσει ένας άνθρωπος του 17ου αιώνα».
Α. Λινός: «Επίσης, εκείνη την εποχή, κάθε ταξιδευτής αισθανόταν ότι ταξίδευε και για άλλους 300-400 συμπατριώτες του, στους οποίους όφειλε να αφηγηθεί εντυπώσεις, να μεταγγίσει εμπειρίες. Συνεπώς βρισκόταν σε συνεχή εγρήγορση για να καταγράψει τα πάντα, γνώριζε πως ό,τι έβλεπε το έβλεπε για μία και μοναδική φορά. Ο Ντάλαμ είναι από τους ελάχιστους Δυτικούς που είδε το χαρέμι του σουλτάνου στην Κωνσταντινούπολη και, επιπλέον, έζησε για να το αφηγηθεί. Γνωρίζουμε πως οποιοσδήποτε άνδρας, εκτός του σουλτάνου και των ευνούχων, σήκωνε το βλέμμα προς το χαρέμι αποκεφαλιζόταν»!
-Αυτά τα βλέπει τώρα ολόκληρη η Ελλάδα στον τηλεοπτικό «Σουλεϊμάν»…
Μ. Χρυσικόπουλος: «Κάτι που δεν φαίνεται στη σειρά “Σουλεϊμάν”, διότι διαδραματίζεται αρκετά νωρίτερα, είναι ότι τον 17ο αιώνα η Οθωμανική Αυτοκρατορία άγγιζε τη Βιέννη».
-Η διαπλοκή Ανατολής – Δύσης και το ταξίδι παράγουν τη δραματουργία του προγράμματος. Πώς λειτουργεί αυτό;
Α. Λινός: «Περάσαμε από… 200 φάσεις! Μία από αυτές ήταν ότι το ακρόαμα αρθρωνόταν δραματουργικά μέσω της εναλλαγής δυτικών και ανατολίτικων κομματιών με άξονα τη ροή των “Lacryamae” (“Δάκρυα”) του Ντόουλαντ. Τώρα, όμως, έχοντας την έννοια του ταξιδιού, αναζητάμε κάτι άλλο, πιο θεατρικό».
Μ. Χρυσικόπουλος: «Δεν θέλουμε αφήγηση κειμένων συνοδείᾳ οργάνων. Η αναζήτηση του ηχητικού παντρέματος που επιχειρούμε, βασίζεται σε ήχους τρόπον τινά παραπλήσιους, που διέπονται από έντονη μελαγχολία. Αυτό ισχύει για τη βιόλα ντα γκάμα αλλά και για το γιαϊλί-ταμπούρ. Στην Αγγλία του 17ου αιώνα η μελαγχολία είναι αισθητικό ιδεώδες. Επίσης, οι δύο μουσικές μοιράζονται πολλά κοινά χαρακτηριστικά. Πρώτα απ’ όλα υπάρχει ο αυτοσχεδιασμός˙ στα παραδοσιακά, βεβαίως, πολύ περισσότερο απ’ ό,τι στη μουσική μπαρόκ…».
-Στα παραδοσιακά υπάρχει γραπτό μουσικό κείμενο;
Α. Λινός: «Πρόκειται για λόγια μουσική του 17ου αιώνα, συνεπώς υπάρχει».
Μ. Χρυσικόπουλος: «Επίσης, κυριαρχεί η έντονη, επίμονη αναζήτηση του στολιδιού, του κάλλους, του φτιασιδώματος, όπως συμβαίνει στα αραβουργήματα και στις δαντέλες».
-Οι ανατολίτικες συνθέσεις που θα ακουστούν είναι έργα επωνύμων;
Α. Λινός: «Ναι, παρ’ ότι η καταγραφή ήρθε πολύ αργότερα από την πράξη. Τον 17ο αιώνα υπάρχει κυρίως η αραβοπερσική παράδοση, δεν είχε δημιουργηθεί ακόμη το τυπικό αυλικό οθωμανικό ιδίωμα, που επικρατεί αργότερα, τον 19ο και τον 20ό. Γνωρίζουμε ότι οι καταγραφές του πρίγκιπα Δημητρίου Καντεμίρη αναφέρονται σε αρκετά παλαιότερες συνθέσεις. Επίσης, από την εμπειρία μου, κυρίως στο εξωτερικό, πρέπει να ομολογήσω ότι τέτοιου είδους συναντήσεις γίνονται συνήθως καταναγκαστικά: υπάρχει κάποιος θεματικός άξονας σε ένα φεστιβάλ και πρέπει οπωσδήποτε σε μια συναυλία να συμπράξουν Δυτικοί μουσικοί και παραδοσιακοί. Σε εμάς, όμως, δεν ήταν έτσι: εμείς διαλέξαμε να συμπράξουμε. Μάλιστα, περιμέναμε πολύ ώσπου να μπορέσει αυτό να πραγματοποιηθεί. Για καιρό κοιταζόμασταν με τους παραδοσιακούς σαν τις γάτες που είναι έτοιμες να αρπαχτούν! Θα γίνει, δεν θα γίνει; Δεν ξέραμε. Οταν τελικά προέκυψε η συνάντηση στο Μουσικό Χωριό, ήταν σαν κάποιοι να μας κρατούσαν και επιτέλους μας άφησαν ελεύθερους! Μόνο τότε νιώσαμε στην πράξη πως μπορούσε να υλοποιηθεί μια τέτοια συνάντηση».
Μ. Χρυσικόπουλος: «Επρεπε να ωριμάσουν οι συνθήκες. Επίσης, για να υλοποιηθούν τέτοιες ιδέες, χρειάζονται –δυστυχώς!- χρήματα».
-Πάντως, τον 17ο αιώνα, οι μουσικοί κόσμοι της Ανατολής και της Δύσης δεν έχουν απομακρυνθεί τόσο που να τους χωρίζει αγεφύρωτο χάσμα. Σε αμφότερους κυριαρχούν αυλικές μουσικές παραδόσεις, καλλιεργείται ο αυτοσχεδιασμός.
Μ. Χρυσικόπουλος: «Επίσης και οι δύο απευθύνονται κυρίως στους ίδιους τους μουσικούς».
Α. Λινός: «Ακριβώς! Πρόκειται για ιδιωτική συνάντηση μουσικών. Αυτό είναι η ιδέα του “consort”, του σχήματος όπου παίζει κανείς ομοειδή όργανα. Οι συνθέτες γράφουν για συγκεκριμένη συγκέντρωση μουσικών, που συναντιούνται τακτικά για να συμπράξουν. Γράφουν για να προκαλέσουν, να πειράξουν κάθε μουσικό, ωθώντας τον σε υπερβάσεις. Σε αυτό το πνεύμα ιδιωτικής συνάντησης και καλαμπουριού έγιναν πάρα πολλές “μουσικές τρέλες” και η γραφή εξελίχθηκε δραστικά προς απρόσμενες κατευθύνσεις καθ’ ότι δεν απευθυνόταν σε ένα κοινό».
Μ. Χρυσικόπουλος: «Είναι μια μουσική που, γενικά, δεν… προβλέπει κοινό. Γι’ αυτό και έχει κάτι το ιδιαίτερα εσωστρεφές».
Α. Λινός: «Στο “Lacrymae” ο Ντόουλαντ ξεκινά με το γνωστό τραγούδι “Flow my tears” (“Ρέουν τα δάκρυά μου”) και ακολούθως το παραλλάσσει, αλλάζοντάς του τα φώτα αρμονικά, ρυθμικά για να δημιουργήσει ένα παιχνίδι μεταξύ των παικτών. Το συναντήσαμε κι εμείς αυτό στις δοκιμές».
Μ. Χρυσικόπουλος: «Κάτι πρόσθετα ενδιαφέρον είναι ότι, λόγω της ιδιωτικής φύσης αυτής της μουσικής, ο ακροατής αισθάνεται ως ηδονοβλεψίας! Αυτό δε ενισχύεται ακόμη περισσότερο από το ότι οι μουσικοί παίζουν σε κλειστό κύκλο, προσηλωμένοι ο ένας στον άλλο».
-Συνεπώς δεν υπάρχει μαέστρος…
Α. Λινός: «Οχι. Επιπλέον ο κύκλος λειτουργεί ως κλειστό ενεργειακό κύκλωμα, όπως η αναπνοή ή το αίμα˙ αν σπάσει, αν ανοίξει, επέρχεται διακοπή, απώλεια ενέργειας. Αυτό που συντελείται σε αυτόν τον κύκλο είναι τόσο ισχυρό που, τελικά, η ακτινοβολία του διαχέεται έξω από τα όριά του. Επιδιώκουμε να δημιουργούμε μια κατάσταση όπου όλοι –Δυτικοί και παραδοσιακοί- ανθούν και ευχαριστιούνται. Στη συνάντησή μας υπάρχουν συνεχώς δώρα και αντίδωρα. Ξεκινάμε λοιπόν με τέτοιες εμπειρίες προσβλέποντας σε περισσότερα».
Μ. Χρυσικοπουλος: «Υπάρχει μια ισοτιμία στην ενέργεια, στη γενναιοδωρία, στη συνεισφορά. Και, βέβαια, ρισκάρουμε όσο μπορούμε».
-Τι δουλειά έχουν αυτοί οι Ελληνες να καταπιάνονται με το μπαρόκ;
Α. Λινός: «Το σίγουρο είναι ότι ανακαλύψαμε εμπειρικά γιατί εμείς οι Ελληνες κάνουμε μπαρόκ μουσική. Εχοντας παίξει μαζί με παραδοσιακούς αυτή τη μουσική, και φυσικά χωρίς να απαρνιόμαστε τον εμπλουτισμό της εμπειρίας που προσφέρει η δυτική μουσική και που μας ελκύει τόσο πολύ, καταλάβαμε πολλά πράγματα δίχως να χρειαστεί να τα διατυπώσουμε επακριβώς σε λέξεις. Για μένα αυτό είναι πολύ σημαντικό. Μια πάρα πολύ ωραία στιγμή ήταν όταν ανταλλάξαμε δοξάρια με τον Σωκράτη Σινόπουλο: εκείνος πήρε της βιόλας ντα γκάμπα, εγώ της πολίτικης λύρας. Ανταλλάξαμε τις ψυχές μας».
-Η ανάγνωση των κειμένων πού μπαίνει;
Μ. Χρυσικόπουλος: «Δεν θέλουμε τη μουσική ως χαλί ή υπόβαθρο της ανάγνωσης. Εγώ σκεφτόμουν να χρησιμοποιήσουμε τη φωνή ως μουσικό όργανο, να μπει η φωνή μέσα στον διάλογο οργάνων… Σαν αυτό που συμβαίνει σε ένα παραδοσιακό μοιρολόι ή σε ένα νανούρισμα. Ομοίως, θα ήθελα αυτές οι αφηγήσεις των περιηγητών –σε ένα σημασιακό επίπεδο- να είναι απλώς η αφορμή. Ως εκ θαύματος, αυτά τα κείμενα θα είναι παρόντα ως καταθέσεις ανθρώπων που, τρεις αιώνες πριν, ταξίδεψαν στην Ανατολή, είδαν τους γενίτσαρους και το χαρέμι, συνάντησαν τον σουλτάνο».
-Και άκουσαν αμφότερες τις μουσικές αυτές στο φυσικό τους περιβάλλον!
Μ. Χρυσικόπουλος: «Ο Χένρι Μπλάουντ καταγράφει τις εντυπώσεις ενός Αγγλου του 17ου αιώνα για την οθωμανική μουσική της εποχής του λέγοντας ότι είναι πολύ ιδιαίτερη, διότι έχει μόνο μια μελωδία, αλλά ποτέ δεν μπορούν να την παίξουν ίδια: την αλλάζουν συνέχεια»!
Α. Λινός: «Αυτό που μοιάζει παράδοξο σ’ αυτό που επιχειρούμε είναι ότι πρόκειται για συνάντηση δύο μουσικών κόσμων με αντίθετες μορφοδομικές αντιλήψεις: από τη Δύση έρχεται η αυστηρή, ευρηματική πολυφωνία του Ντόουλαντ, ενώ από την Ανατολή έρχεται η μονοφωνία των αναρίθμητων μεταμορφώσεων της οθωμανικής μουσικής».
Μ. Χρυσικόπουλος: «Σε αμφότερες τα μουσικά μοτίβα μοιάζουν σαν κομμάτια ενός ποταμού. Το πράγμα ρέει και συχνά αδυνατούμε να διακρίνουμε πού αρχίζει και πού τελειώνει μια φράση».
Α. Λινός: «Στην Ανατολή ακολουθείς ένα κοινό ρυάκι, στη Δύση ρίχνεσαι στο πέλαγος της πολυφωνίας και όποιος σώθηκε, σώθηκε»!
-Είναι η πρώτη φορά που επιχειρείτε σύμπραξη σε τόσο ολοκληρωμένη μορφή;
Μ. Χρυσικόπουλος: «Ναι, αλλά ελπίζω όχι η τελευταία».
Α. Λινός: «Αρχικά πειραματιζόμασταν, τώρα ανοίγουμε και το πλαίσιο της αφήγησης. Νομίζω είναι αυτό που λέμε “work in progress”, “έργο σε εξέλιξη”. Γενικά αναζητάμε φόρμες μέσω των οποίων θα μπορούσαμε να αναπτύξουμε τις ιδέες μας και τη δουλειά μας. Εμείς οι Δυτικοί διάγουμε σχιζοφρενή ζωή: αναλωνόμαστε ασχολούμενοι με ιστορικό υλικό, αλλά ζούμε στο σήμερα. Αντίθετα οι παραδοσιακοί δεν βιώνουν τέτοιους διχασμούς διότι ισχύει η εξελικτική εικόνα του παλαιού υλικού: γι’ αυτούς είναι ξεκάθαρο πως ό,τι παίζουν είναι σύγχρονη μουσική. Ναι μεν χρησιμοποιούν δρόμους και μακάμια ηλικίας χιλιάδων ετών αλλά ζουν στο εδώ και τώρα. Εμείς αναζητάμε το πώς αυτή η παλαιά μουσική θα ακούγεται εντελώς σύγχρονη. Νομίζω τελικά, ότι οι παραδοσιακοί, που καταφέρνουν και το κάνουν πολύ καλά αυτό, κατέχουν κλειδιά και θα μας δώσουν πολλά».
ΙΝFO: Πειραιώς 260, 9 μ.μ. Η αφήγηση των κειμένων γίνεται από τον Σπύρο Σακκά. Εισιτήρια: 20, 15, φοιτ. 10, άνεργοι-ΑμεΑ 5 ευρώ.