Pin It

Του Nίκου Καπλαντζή*

 

Κάθομαι πολλές φορές και σκέφτομαι το πόσο ανιστόρητη, ημιμαθής, συντηρητική ή/και προκλητικά υποκριτική μπορεί να είναι μια κοινωνία. Στέκομαι πολλές φορές προσηλωμένος σε σημαντικότατα κείμενα, παλαιότερα ή/και νεότερα διαπρεπών διανοουμένων (ιστορικοί, πολιτικοί επιστήμονες, κοινωνιολόγοι κυρίως), αλλά και δημιουργών, Ελλήνων και ξένων, και τείνω να καταλήγω στο εξής επαναλαμβανόμενο συμπέρασμα που εδώ και δεκαετίες είναι επιστημονικά παραδεκτό: Η σημασία της «μακράς διάρκειας»˙ η κατά τον Μπροντέλ πολύ απλά επίδραση του πολιτισμικού παράγοντα, των ιδεών και των συμβόλων στην εξέλιξη των κοινωνιών, διάρκεια που υπερβαίνει τις όποιες ενδιαμέσως οικονομικές, πολιτικές ή άλλες κοινωνικές αλλαγές.

 

Με την παραπάνω παρατήρηση θέλω να υπογραμμίσω ότι η προσέγγιση του φαινομένου της Χρυσής Αυγής τείνει πολύ συχνά, σκόπιμα από μερικούς κατά την άποψή μου, να παραλείπει από τον διάλογο ορισμένα κρίσιμα σημεία. Εν συντομία τα αναφέρω:

 

I.Το βάρος, ειδικά σε παλαιότερες γενιές, του ιδεολογικού ρήγματος Αριστεράς – Δεξιάς με τη μετεμφυλιακή του διάσταση, που σε συνθήκες κοινωνικής ανασφάλειας επανέρχεται, έστω και ξεφτισμένο.

 

II.Το βάρος, ειδικά σε νεότερες γενιές, κυρίως εκείνων των αρχών του 1990 -της ιδιωτικής τηλεόρασης και της κουλτούρας της διασημότητας- και φυσικά των τωρινών που εγκοινωνίστηκαν μέσα σε συνθήκες «α-πολιτικής πολιτικοποίησης», ιδεολογικής σύγχυσης, ιστορικής διαστρέβλωσης και φυσικά κομματικού πελατειασμού.

 

III.Το βάρος, κυρίως στα μεσαία και υπό ανοδική κινητικότητα στρώματα της δεκαετίας του 1980, που η πολιτική κουλτούρα εκείνης της δεκαετίας τούς κληροδότησε και σηματοδότησε την -κατά την άποψή μου- κυριαρχία ενός ιδεότυπου ανθρώπου: οικονομικά lupus, ατομικά νάρκισσο, κοινωνικά αδιάφορο, πολιτικά κυνικό, ιδεολογικά συντηρητικό.

 

IV.Το βάρος, και αυτό αφορά όλη την κοινωνία, του μη ριζικού εκδημοκρατισμού των δομών του κράτους από το 1974 και μετά. Με ευθύνη κυρίως του ΠΑΣΟΚ.

 

Εχω την αίσθηση ότι ο εκφασισμός της ελληνικής κοινωνίας συμβολικά ξεκινά στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Η πτώση της Σοβιετικής Ενωσης και κατά συνέπεια η ήττα σε συμβολικό, και όχι μόνο, επίπεδο της Αριστεράς άφησε ανοικτές πληγές. Τα πιο δημιουργικά και πρωτοποριακά μυαλά και συνάμα έντιμα πήγαν στο σπίτι τους ενώ οι αριβίστες πήραν τα ηνία της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας. Και τι έμεινε; Παλιοί και νέοι δεξιοί, νεοορθόδοξοι, εθνικιστές και λαϊκιστές ποικίλων κομματικών αποχρώσεων, μεταμφιεσμένοι «πατριώτες» (παλιοί χουντικοί, φασίστες, ναζιστές) να τρέχουν χέρι χέρι στα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία, τον Οτσαλάν, τη Γιουγκοσλαβία κ.λπ. Σε αυτό το περιβάλλον αναπτύχθηκε συστηματικά η εικόνα ενός νέου Ελληνα «πατριώτη»: φοβικού, εσωστρεφή, μνησίκακου και σε ένα αρχικό στάδιο η ιδέα του φυλετικά-εθνικά «καθαρού». Που, μαζί με τη συμβολική κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού, συνέδεσαν το κατεξοχήν επικίνδυνο μείγμα για την ανάπτυξη του νεοσυντηρητικού και μερικώς νεοναζιστικού φαινομένου. Το κεφάλαιο κέρδισε, αλλά όχι ο «φτωχός λαός» που ο πρώτος τον άφησε να εκτονώνει την ανέχειά του σε φανταστικούς εχθρούς.

 

Δεν διαφωνώ με τις αναλύσεις που θεωρούν ότι μια κοινωνία εκφασίζεται όταν οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες διευρύνονται. Ή όταν η μεταναστευτική πολιτική είναι ανύπαρκτη ή το πολιτικό σύστημα διαβρωμένο. Ομως οι εξηγήσεις αυτές δεν είναι ολοκληρωμένες αν αφαιρέσουμε από το κάδρο το υποκείμενο. Και αυτό, δηλαδή Εμείς, είμαστε που πρέπει να απαντήσουμε συνολικά στον νεοναζισμό της Χρυσής Αυγής. Αυτό που σήμερα ζούμε δεν είναι τίποτα άλλο από την «καθαρή» Ελλάδα που παίρνει την εκδίκησή της απέναντι σε εκείνη που θεώρησε ότι νίκησε το 1974. Σε εκείνη την Αριστερά των μεγάλων οραμάτων, των ριζικών μετασχηματισμών, της πρωτοπορίας. Οι απόψεις της Χρυσής Αυγής πάντα υπήρχαν. Ισως αμορφοποίητες, χωρίς συνεκτικότητα, με άλλη ορολογία και δυναμική. Τις κάλυπτε η χρυσόσκονη του πελατειακού συστήματος, της τεχνητής ευημερίας. Αλλά το μπαμ έγινε. Και ξαφνικά (;) να μπροστά σου ο φοβισμένος μικροαστός ανθρωπάκος που δεν θέλει γύρω του σκούρα ανθρωπάκια. Και να οι αναλύσεις επί αναλύσεων που με περίσσια υποκρισία σχεδόν όλες μιλούν για το νέο φαινόμενο που με έκπληξη διαπιστώνουν ότι τόσο πολλοί Ελληνες το αποδέχονται. Μα πολλοί δεν ήταν οι Ελληνες που σιώπησαν στη χούντα; Πολλοί, μα πάρα πολλοί δεν ήταν εκείνοι που ασπάστηκαν την κυνική πασοκική «ηθική» τού χωρίς κανένα φραγμό, ακόμα και με έκνομα μέσα, πλουτισμού; Πολλοί δεν ήταν αυτοί που επιδοκίμαζαν τους «υπερ-πατριώτες» τηλεοπτικούς πολιτικούς αστέρες και τις φασίζουσες τοποθετήσεις τους; O κατάλογος των διαπιστώσεων είναι μακρύς.

 

Αλλά Εμείς τι κάνουμε. Οι αριστεροί πολίτες τι κάνουν. Ο αριστερός πολίτης θα πάψει να ιδιωτεύει και να αποκτήσει εκ νέου τον πρωτοποριακό και αντιεξουσιαστικό του ρόλο; Οι διανοούμενοι θα πάψουν να σέρνονται στα υπουργικά και άλλα γραφεία και να γίνονται χειροκροτητές των εκάστοτε πρωθυπουργών; Η Αριστερά θα πάψει να λαϊκίζει και να μη στρογγυλεύει τον πολιτικό της λόγο, όσο δυσάρεστη και αν γίνεται, και να βγει στο προσκήνιο (παρά τις υπαρκτές της διαφορές, που καλώς κατά την άποψή μου υπάρχουν), ώστε να κινητοποιήσει από κοινού και με αιχμή τη νεολαία, σε έναν κοινό αγώνα κατά του συνολικού εκφασισμού της κοινωνίας; Δυστυχώς, πολύ φοβάμαι ότι όσο η πολιτική της Αριστεράς, και ιδιαιτέρως της δυνάμει κυβερνώσας, θα συνεχίζει να καταναλώνεται στα τηλεοπτικά παράθυρα για λόγους πολιτικής επικοινωνίας, τόσο η απόσταση από την κοινωνία και τα αδιέξοδά της θα μεγαλώνει μαζί και το μίσος απέναντι σε καθετί το διαφορετικό.

 

………………………………………………………………….

 

*Διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης, μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Πολιτικής Επιστήμης

Scroll to top