28/06/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Η όπερα του Χέντελ «Αλέξανδρος» ζωντανεύει στο Μέγαρο Μουσικής, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών

Μπαρόκ στη σκηνή, μεσοπολεμικό κιτς στα παρασκήνια

Η πρώτη παρουσίαση του «Αλεσάντρο» (Αλέξανδρος) στο Λονδίνο, το 1726, είχε δημιουργήσει υπέρμετρες προσδοκίες στο οπερόφιλο κοινό. Επί μια δεκαπενταετία.
      Pin It

Προηγήθηκε η ηχογράφηση από την Καμεράτα υπό τον Γιώργο Πέτρου, που έφερε στην Ελλάδα μια από τις μεγαλύτερες διακρίσεις στην ιστορία της. Τώρα, η όπερα ανεβαίνει στη σκηνή σε σκηνοθεσία της διάσημης Αμερικανίδας χορογράφου Λουσίντα Τσάιλντς. Ο σκηνογράφος Πάρις Μέξης μάς διηγείται μια θαυμάσια ιστορία που έχει τίτλο: «Κάνουμε μπαρόκ στην Ελλάδα και το κάνουμε περίφημα»

 

Tου Γιάννη Σβώλου

 

Η πρώτη παρουσίαση του «Αλεσάντρο» (Αλέξανδρος) στο Λονδίνο, το 1726, είχε δημιουργήσει υπέρμετρες προσδοκίες στο οπερόφιλο κοινό. Επί μια δεκαπενταετία ο Χέντελ τούς είχε προσφέρει αναρίθμητες στιγμές μουσικής απόλαυσης. Τώρα ρίσκαρε πρώτη φορά να φέρει ως πρωταγωνιστές τρία κορυφαία αστέρια από την Ιταλία. Οι μορφωμένοι αριστοκράτες γνώριζαν το ιστορικό θέμα της όπερας από τον Πλούταρχο, ενώ η υποτιθέμενη οξεία αντιπαλότητα μεταξύ των δύο πρωταγωνιστριών είχε προβληθεί δεόντως.

 

Στηριγμένη με διανομή αστέρων, η καινούργια παραγωγή της Καμεράτας σε σκηνοθεσία της διάσημης Αμερικανίδας χορογράφου Λουσίντα Τσάιλντς και μουσική διεύθυνση Γιώργου Πέτρου υμνήθηκε απερίφραστα από τον ξένο Τύπο. Μετά το Κρατικό Θέατρο του Βισμπάντεν (25/5/2013) και το μπαρόκ Βασιλικό Θέατρο των Βερσαλιών (31/5/2013), δίδεται τώρα στην Αθήνα, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Για την παραγωγή μίλησε μαζί μας ο σκηνογράφος Πάρις Μέξης.

 

• Ο «Αλέξανδρος» είναι μια ελληνική παραγωγή;

 

«Η όψη της παράστασης όντως υλοποιήθηκε εδώ. Παρά τη δύσκολη κατάσταση, φτιάξαμε ένα προϊόν, το οποίο ακολούθως εξήχθη στο εξωτερικό, όπου πήγε απροσδόκητα καλά. Πρόκειται για μέγιστη, καθαρή επιτυχία, αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς, που μας κάνει υπερήφανους. Επιπλέον, η εγχώρια παραγωγή έδωσε ψωμί σε ορισμένους εξαιρετικά ταλαντούχους ανθρώπους. Με τη Λουσίντα Τσάιλντς κάναμε στο Μέγαρο ακρόαση για χορευτές στην Ελλάδα, ενώ όλες οι δοκιμές πραγματοποιήθηκαν εδώ, παρουσία της. Τα πάντα έγιναν με υψηλές προδιαγραφές εντός του Μεγάρου Μουσικής με διοργάνωση της Καμεράτας. Ομοίως και η ηχογράφηση, που όπως γνωρίζετε έχει ήδη βραβευτεί. Οταν οι κατάλληλοι άνθρωποι συγκεντρωθούν στο κατάλληλο μέρος και τους αφήσουν ήσυχους να δουλέψουν μπορεί να παραχθεί άριστο αποτέλεσμα».

 

• Στην Ελλάδα, βέβαια, το «κατάλληλο μέρος» είναι συχνά καπαρωμένο από άλλους!

 

«Σωστά! Και διώχνουν τους καλούς ανθρώπους, χώνουν τους φίλους τους, συμβαίνουν διάφορα πράγματα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, όμως, τα καταφέραμε. Είχαμε διανομή ξένων τραγουδιστών υψηλού επιπέδου. Ο πρωταγωνιστής μας, ο διάσημος κόντρα-τενόρος Εμμάνουελ Τσέντιτς, μας είπε: “Δεν έχετε να ζηλέψετε τίποτε από τους άλλους έξω!” Εμείς φοβόμαστε μήπως κάτι πάει στραβά επειδή δεν λειτουργεί, επειδή έξω στον δρόμο τα καίνε ή γίνεται πορεία… Ομως τα καταφέραμε! Αυτό αναπτερώνει τις ελπίδες μας, διότι προσπαθούμε να χτίσουμε κάτι σε πολύ αντίξοες συνθήκες, με καθημερινό πόλεμο. Αυτά που ζούμε είναι φοβερά. Είναι το “Ουδείς προφήτης στον τόπο του” στη νιοστή! Αλλά σας διαβεβαιώνω ότι αυτό δεν συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα».

 

• Ποιες ήσαν οι εντυπώσεις σας από την υποδοχή του «Αλέξανδρου» στο εξωτερικό;

 

«Συγκλονιστικές, τόσο στη Γαλλία όσο και στη Γερμανία, στο Κρατικό Θέατρο του Βισμπάντεν, όπου κάναμε πρεμιέρα. Ζήσαμε στιγμές… ροσίνειας υπερβολής. Ο κόσμος πέταγε λουλούδια, οι Γερμανοί κριτικοί έγραψαν ύμνους! Ουδέποτε έχω ζήσει τέτοια υποδοχή στην Ελλάδα. Στο εξωτερικό το οπερατικό μπαρόκ βρίσκεται στην αιχμή των μουσικών εξελίξεων. Νέες ανακαλύψεις φέρνουν συνεχώς στο φως πράγματα. Πρόκειται για ανεξάντλητο, σπουδαίο ρεπερτόριο! Ο Πέτρου ξεκίνησε με πάθος την υπόθεση της ορχήστρας οργάνων εποχής στην Πάτρα και ύστερα με την Καμεράτα πάσχισε να φέρει στην Ελλάδα τον προβληματισμό της τεχνολογίας του ήχου και της ιστορικής ερμηνευτικής. Τα κατάφερε και –ιδού!- βρίσκεται στο επίκεντρο των μουσικών εξελίξεων της Ευρώπης. Εμείς, συνεργαζόμενοι μαζί του, προσπαθούμε να φτιάξουμε –θα το πω χονδροειδώς– ένα εύπεπτο περιτύλιγμα, που να λειτουργεί διαμεσολαβητικά ώστε η μουσική αυτή να προσελκύσει τον κόσμο. Και το κοινό ανταποκρίνεται».

 

• Πώς δουλεύτηκε δραματουργικά ο «Αλέξανδρος»;

 

«Πολύ επαγγελματικά. Την δουλειά έκλεισε αρχικά η “Parnassus”, η εταιρεία-πράκτορας του Τσέντσιτς, που πυροδότησε το εγχείρημα μαζί με τον Πέτρου. Αυτοί βρήκαν θέατρα διατεθειμένα να συγχρηματοδοτήσουν την παραγωγή και συγκρότησαν την δημιουργική ομάδα. Η Λουσίντα είχε ήδη κάνει μαζί τους τον “Φαρνάτσε” του Βιβάλντι στο Στρασβούργο. Με τη Λουσίντα δεν μπορείς να μην τα βρεις. Είναι το ευγενέστερο πλάσμα που έχω γνωρίσει στο θέατρο, αληθινή κυρία! Ερχεται, όμως, από τελείως διαφορετικό back-ground: Κέιτζ, Μπομπ Γουίλσον, Γκλας, “Einstein on the beach” κ.λπ.».

 

• Ερχόμενη από το «conceptual dance» –ας πούμε «εννοιολογικό χορό»- πώς αντιμετώπισε μια τυπική όπερα μπαρόκ, με αφήγηση κ.λπ.;

 

«Οταν τη ρώτησα πώς θα δουλέψουμε, δεν είχε ιδέα και πρότεινε να διαβάσουμε διεξοδικά το λιμπρέτο. Ο Χέντελ είχε απλώς παραγγείλει μια ιστορία για τρεις πρωταγωνιστές: ουδόλως τον ενδιέφεραν ο Αλέξανδρος ο Μακεδών, η Ινδία, η Ιστορία. Αλλού, αυτή η λογική είχε λειτουργήσει θαυμάσια. Για παράδειγμα, ο “Ιούλιος Καίσαρας” είναι ένα αριστούργημα: Δεν αγγίζεις το λιμπρέτο του, είναι ο “Ντον Τζοβάνι” του μπαρόκ, διαθέτει αρχή, μέση και τέλος, όλες οι άριες βγάζουν νόημα, υπάρχει δραματουργική συνοχή και εξέλιξη. Υπάρχουν, όμως, και κάτι “παστίτσια” ακατανόητα ή ενδιάμεσες περιπτώσεις όπως ο “Αλέξανδρος”, όπου οι λιμπρετίστες κατέκλεψαν ανενδοίαστα κείμενο άλλου και αφαίρεσαν σκηνές, αφήνοντας τεράστια δραματουργικά χάσματα. Μελετώντας προσεκτικά ολόκληρο το λιμπρέτο, το προσεγγίσαμε πολύπλευρα, ενώ η έρευνα μας οδήγησε ώς το εξωτικό ελληνοβουδιστικό στιλ του βασιλιά Ταξίλη. Ακολούθως, διαβάζοντας για το αρχικό ανέβασμα του “Αλεσάντρο” στο Λονδίνο, συναντήσαμε το πρωταγωνιστικό τρίδυμο του διάσημου καστράτου Σενεζίνο και των υψιφώνων Μπορτζόνι και Κουρτσόνι, οι οποίες υποτίθεται ότι μαλλιοτραβιούνταν μεταξύ τους. Αποφασίσαμε να κεφαλαιοποιήσουμε σε αυτό, εισάγοντας στη δράση ένα ερωτικό τρίγωνο. Ετσι γεννήθηκε η βασική ιδέα: μια παράσταση μέσα στην παράσταση, θέατρο μέσα στο θέατρο. Κάποιοι, λοιπόν, ανεβάζουν “Αλέξανδρο”. Κρατάμε την ψυχολογία των χαρακτήρων -“δυο γυναίκες, ένας άνδρας, κομπολόι δίχως χάντρες”- που περιβάλλονται από τον κόσμο του μπαρόκ και του “Αλεσάντρο” με όλο το εξωτικό στοιχείο. Από την άλλη, πίσω από τις κάμερες, όταν όλοι αυτοί επιστρέφουν στα καμαρίνια, ανακτούν τους πραγματικούς χαρακτήρες τους. Εκεί χρειαζόμασταν έναν άλλο κόσμο. Τα πρότυπά του βρέθηκαν στην νεοϋορκέζικη Αρ Ντεκό του Μεσοπολέμου».

 

• Ο φαύλος κόσμος του «Μεγάλου Γκάτσμπι»!

 

«Ακριβώς! Ολο ακροβατεί πολύ χαριτωμένα μεταξύ υπερβολής και κιτς, είναι σύμβολο μιας εποχής ανάπτυξης. Φοβερή αναλογία: Ενας χρονικά αντίστοιχος κύκλος στην τέχνη όπου ξαναέχεις μπαρόκ! Ετσι τοποθετήσαμε το παρασκήνιο στο κινηματογραφικό σύμπαν του μεσοπολεμικού silver-screen, του ασημιού χρώματος, που αντιπαρατίθεται ιδανικά στο χρυσό του μπαρόκ. Ανακάλυψα, επίσης, ότι τότε δίδονταν παραστάσεις οπερών μπαρόκ! Οι άνθρωποι, βέβαια, είχαν άθλια γνώση του θέματος, με αποτέλεσμα να φτιάχνουν παραστάσεις σχεδόν κιτς. Αλλά το πάλευαν. Εφτιαξα επομένως ένα μπαρόκ ιδωμένο μέσα από τα μάτια των ανθρώπων της εποχής της Αρ Ντεκό και αληθινή Αρ Ντεκό, ως θεατρικό παρασκήνιο της εποχής. Αυτό ήταν το πεδίο, το παιχνίδι που πρότεινα στη Λουσίντα για να στήσει τη δραματουργία της. Ηρθε, λοιπόν, στην Αθήνα πέρυσι το καλοκαίρι και στοριμπορντάραμε ολόκληρη την παράσταση».

 

• Σαν να επρόκειτο για κινηματογραφική ταινία;

 

«Ετσι. Λύσαμε το πρόβλημα των περίφημων “τρυπών” της δραματουργίας και άλλα πρακτικά θέματα, όπως οι μεταβάσεις από σκηνή σε σκηνή ή το γεγονός ότι εμείς ενσαρκώνουμε τον Αλέξανδρο με δύο πρόσωπα: τραγουδιστή επί σκηνής, ηθοποιό στα παρασκήνια. Οταν αρκετούς μήνες μετά ξανασυναντηθήκαμε για τις σκηνικές δοκιμές τα πράγματα ήσαν πλέον έτοιμα και υπό έλεγχο. Αυτό που θα δούμε στο Μέγαρο είναι ένα ευχάριστο σόου, τρεις ώρες καλό θέατρο. Αλλωστε και ο Χέντελ νοιαζόταν να περάσει καλά ο κόσμος, όχι αν τα φτερά ήσαν επακριβώς στη θέση τους. Μια καλή παράσταση δεν είναι αυτή από την οποία βγαίνεις επαινώντας κάποια στοιχεία: το τραγούδι του τάδε, ένα κοστούμι, κάτι άλλο. Οι πραγματικά καλές παραστάσεις είναι αυτές από τις οποίες βγαίνεις αναφωνώντας: “Θεέ μου, τι ωραία που πέρασα!” Πιστεύω πάρα πολύ στη συλλογική δουλειά. Ο Πέτρου και οι μουσικοί έχουν τη μουσική τους. Εμείς, όμως, που επιμελούμαστε το οπτικό μέρος κρινόμαστε για όλο το υπόλοιπο. Οσο χειρότερο είναι το λιμπρέτο τόσο καλύτερη ιδέα χρειάζεται για να το σώσεις. Πρέπει να ’σαι βλάκας για να αποτύχεις με την “Κάρμεν”. Ομοίως με τον “Ντον Τζοβάνι” ή το “Ετσι κάνουν όλες”. Ελα, όμως, να σκηνοθετήσεις “Θησέα” του Χέντελ ή “Πρώτη ανθρωποκτονία” του Σκαρλάτι… Καλή τύχη! Αυτά τα πράγματα δεν παίζονται. Η κατασκευή τους ήταν διαφορετική».

 

• Δεν προορίζονταν να τα παρακολουθείς όπως μια όπερα του 19ου αιώνα. Αλλα κοινωνικά ήθη, διαφορετικές… οδηγίες χρήσης.

 

«Ακριβώς! Το λέει κι ο Σέλαρς αυτό. Εγώ μπήκα στην όπερα όταν είδα τη “Θεοδώρα” του Χέντελ στη σκηνοθεσία του (Γκλάιντμπερν, 1996). Τότε συνειδητοποίησα τι σημαίνει σκηνοθέτης, πώς δουλεύεις, πώς πραγματικά σέβεσαι το διαμάντι του μπαρόκ. Χρόνια αργότερα η μοίρα το ’φερε να κάνω και εγώ “Θεοδώρα”! Η δουλειά του ήταν υποδειγματική, ξεπερνούσε τα όρια της όπερας, ήταν ένα άρτιο έργο τέχνης. Με αυτές τις εμπειρίες ήταν που κατάλαβα προσωπικά προς τα πού πρέπει να κινηθώ. Να δούμε τώρα πώς θα αντιδράσουν οι Ελληνες στον “Αλεσάντρο”».

 

info: 28, 30 Iουνίου, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, αίθουσα «Αλεξάνδρα Τριάντη». «Αλέξανδρος» του Χέντελ, Μουσική Διεύθυνση Γιώργος Πέτρου, Σκηνοθεσία-Χορογραφία Λουσίντα Τσάιλντς, Σκηνικά-κοστούμια Πάρις Μέξης. Με την Καμεράτα-Ορχήστρα των Φίλων της Μουσικής σε όργανα εποχής. Εισιτήρια: VIP 50, Ζώνη Α 35, Ζώνη Β 25, Ζώνη Γ 14 ευρώ. Πολύτεκνοι και άνω των 65: 9,5 ευρώ. Φοιτητικό, άνεργοι, ΑΜΕΑ: 7,5 ευρώ.

Scroll to top