Pin It

Του Νίκου Σαλαγιάννη*

 

Μου πρότειναν να γράψω κάτι για τον Ανδρέα και τη δεκαετία του ’80.

 

Αλλά μου το επισήμαναν: «Το πολύ εξακόσιες με εξακόσιες πενήντα λέξεις…».

 

Σκέφτηκα ότι μου φτάνουν και μου περισσεύουν για να απαντήσω στους Βορίδηδες, που στα καλά καθούμενα και για λόγους πολιτικού καιροσκοπισμού -καθαρά και ασύστολα!– βάλθηκαν να αμφισβητήσουν την ιστορική προσφορά ενός λαϊκού ηγέτη, όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου.

 

Ελα, όμως, που τώρα που κάθισα να βάλω στο χαρτί αυτές τις εξακόσιες-εξακόσιες πενήντα λέξεις, συνειδητοποίησα μια απλή αλήθεια: τα ιστορικά πρόσωπα, τη δράση τους, την επιρροή τους και εν τέλει την προσφορά τους δεν μπορεί να τις αποτιμήσεις ξεκομμένα από τις συνθήκες, τα δεδομένα και τα ζητούμενα της εποχής τους.

 

Κι από τα βιώματα, τα βιώματα που γέννησαν τα ερωτήματα και θεμελίωσαν τα μεγάλα αιτήματα και τα βιώματα από τις απαντήσεις που δόθηκαν στην πράξη.

 

Και τώρα που γράφω αυτές τις λίγες τις γραμμές, κατά έναν μυστήριο τρόπο, ξεπετάγονται από μέσα μου μνήμες από προσωπικά μου βιώματα, που σε πολύ μεγάλο βαθμό καθόρισαν την πολιτική μου στάση και συμπεριφορά.

 

Καθόρισαν μια βιωματική σχέση με την πολιτική και τη σχέση μου με τον Ανδρέα Παπανδρέου και το Κίνημα της Αλλαγής.

 

Η πρώτη μνήμη: Ημουν παιδί ακόμα, όταν μια περίοδο είδα να ξεφυτρώνουν στο χωριό μας πολλά καινούργια σπίτια. Και μάλιστα κάποιοι στη γειτονιά μας, που είχαν το προνόμιο να ‘χουν σπίτι, έφτιαχναν κι άλλο ένα καινούργιο.

 

Ρώτησα τον πατέρα μου γιατί δεν φτιάχνουμε κι εμείς ένα σπίτι και μένουμε στην παράγκα;

 

Γιατί, μου λέει, το κράτος δίνει λεφτά να φτιάξουν καινούργια σπίτια, αντισεισμικά, σε όσους έπαθαν ζημιές απ’ τον σεισμό.

 

Ξαναρωτάω: Κι εμείς που δεν έχουμε καθόλου σπίτι;

 

Γιατί η παράγκα μας, μου λέει, δεν έπεσε με τον σεισμό, τη φτιάξαμε… αντισεισμική μόνοι μας με ξύλα. Οποιος είχε σπίτι, ξαναφτιάχνει, όποιος δεν έχει, παραμένει στην παράγκα…

 

Ε, μεγάλωσα, πήγα στο Πολυτεχνείο, διάβασα βιβλία και φιρμάνια, αλλά καμιά θεωρία δεν μπόρεσε να κατασταλάξει μέσα μου με πιο γάργαρο τρόπο την έννοια της κοινωνικής αδικίας και την απουσία κράτους δικαίου, μέριμνας κι αλληλεγγύης.

 

Η δεύτερη μνήμη: Παιδάκι πάλι, περνούσα μια μέρα στον δρόμο μπροστά από τα γραφεία της χωροφυλακής – τότε. Μπροστά μου πήγαινε ένας ασπρομάλλης συγχωριανός μου, ένας γλυκύτατος άνθρωπος κι από απέναντι πλησίαζε ένας νεαρός χωροφύλακας.

 

Γεια σου, καπετάνιε! Τον χαιρετάει ταπεινά ο ασπρομάλλης.

 

Τι ήταν να το πει…

 

- «Τι είπες ρε π…στη, τι είπες ρε γ…μένε, τι είπες ρε παλιοκουμμούνι του κερατά!», ούρλιαζε και άρχισε να δέρνει τον άνθρωπο, μπροστά στα μάτια μου, μέχρι που τον άφησε κάτω αιμόφυρτο.

 

Ε, λοιπόν, στο παιδικό μου μυαλό, που δεν ήξερε τότε τι σημαίνει «δεξιός» κι «αριστερός», που δεν ήξερε τι θα πει «κουμμούνι», καρφώθηκε η απέχθεια σε κάθε μορφής εξουσία που ασκείται με βία πάνω στους ανθρώπους.

 

Το περιστατικό στοίχειωσε μέσα μου και όσα ακολούθησαν στα πέτρινα χρόνια τις δικτατορίας, μετέτρεψαν την απέχθεια σε οργή και την οργή σε πυρακτωμένο αίτημα αλλαγής.

 

Λοιπόν, τα βιώματα, τα βιώματα χιλιάδων ανθρώπων καθόρισαν την πολιτική μας στάση, τροφοδότησαν την απόφασή μας για αγώνα, θέριεψαν το αίτημά μας για την Αλλαγή.

 

Και όταν ήρθε ο Ανδρέας και σήκωσε τη σημαία της μεγάλης Αλλαγής, χώρεσαν όλα από κάτω: όλα όσα ο καθένας πίστευε ότι πρέπει να αλλάξουν, στη δική του ζωή και στη ζωή των άλλων.

 

Ξαφνικά και με ορμή, πιστέψαμε πως είναι όλα δυνατά. Οτι και τα αδύνατα μπορεί να γίνουν δυνατά. Οτι όλα μπορούν να αλλάξουν.

 

Φυσικά δεν άλλαξαν όλα…

 

Αλλαξαν όμως πολλά, μα πάρα πολλά.

 

Αλλά όποιος δεν τα έχει βιώσει, δεν μπορεί να κατανοήσει τη σημαίνει για ένα πολύ μεγάλο μέρος της κοινωνίας –το πιο αδύναμο, το παραγκωνισμένο, το περιφρονημένο, το κατατρεγμένο– η προσφορά του Ανδρέα Παπανδρέου, κυρίως την πρώτη 4ετία του: στη λειτουργία της δημοκρατίας, στην αναδιανομή του εισοδήματος, στην αίσθηση ασφάλειας, στην προσδοκία, στην αυτοπεποίθηση, στην περηφάνια ενός ολόκληρου λαού.

 

Το ξέρουν, όμως, αυτοί που τα έζησαν.

 

Γι’ αυτό και τόσες δεκαετίες τώρα, ο Ανδρέας Παπανδρέου παραμένει ο πιο δημοφιλής πρωθυπουργός της χώρας, ένας γνήσιος λαϊκός ηγέτης.

 

Ο λαός αναγνωρίζει τους ηγέτες του. Και τους τιμά διαχρονικά.

 

Γι’ αυτό ας αφήσουμε τους ιστορικούς ηγέτες να τους κρίνει η Ιστορία.

 

Εμείς να δούμε τι κάνουμε τώρα! Τώρα, που ένα πολύ μεγάλο μέρος της κοινωνίας βιώνει ζωντανό εφιάλτη.

 

Τον εφιάλτη στη ζωή του και στη ζωή της οικογένειάς του…

 

Και όσοι είναι τυχεροί και δεν το ζουν, ας κοιτάξουν γύρω τους.

 

………………………………………………

 

* Γενικός διευθυντής ΠΑΣΟΚ

Scroll to top