Του Γιάννη Παπαδόπουλου*
Συμπληρωματικές έννοιες: η πρώτη παραπέμπει στο «πεποιημένο φαίνεσθαι» του Ρωμαίου θεού, ενώ η δεύτερη επισημαίνει το «ακαλλιέργητο είναι» του αιμοβόρου θηλαστικού. Ο Ιανός συμβολίζει τον «διπρόσωπο» φύλακα των πόλεων και, κατ’ επέκταση, των πολιτών. Η δημοκρατική δομή ενός πολιτεύματος θεμελιώνεται πάνω στον πολιτικό λόγο-ρητορεία. Η μία όψη του θεού ατένιζε το παρελθόν και η άλλη προοικονομούσε το μέλλον. Αγεφύρωτα δίπολα: παράδοση και εκσυγχρονισμός ή η συνείδηση που χαρακτηρίζει καθέναν άνθρωπο, προσδίδοντάς του την ιδιότητα του κατά τον Αριστοτέλη «περισσότερο πολιτικού ζώου», σε προέκταση του ενστίκτου το οποίο εμψυχώνει τα απλά ζώα (εκ του ρήματος ζην). Ανάμεσά τους συμπεριλαμβάνονται είτε τα «τετράποδα και δίποδα και τρίποδα», για να μη λησμονούμε το «οιδιπόδειο αίνιγμα» της Σφίγγας, είτε «οι γίγαντες με τα γυάλινα πόδια», για να μη συγχωρούμε τις «φαρμακερές αμαρτίες» των λαοπρόβλητων ρητόρων που, εκτός των άλλων, συμπεριφέρονται και ως μετανοούντες λεβέντες. Αφενός τα ιδεολογικά αξιώματα εμπνέουν τους μύθους και αναπτερώνουν τα παιδικά όνειρα. Αφετέρου ο αμοραλισμός απαξιώνει τις μνήμες και ισοπεδώνει τις ενήλικες ελπίδες. Ως ποιητικό αίτιο αλλά και αιτιατό το «μαύρο» στην εικόνα και το «κενό» στην επιχειρηματολογία καταξιώνουν το ύφος του διπρόσωπου Ιανού.
Η ύαινα εκπροσωπεί το παμφάγο αγρίμι, η επιβίωση του οποίου συνυφαίνεται με τον φυσικό λόγο-ουσία. Ως σαρκοβόρο ενεργεί απροκάλυπτα, χωρίς να υποτάσσεται στην ευλυγισία τού πολιτεύεσθαι. Δεν γνωρίζει τις έννοιες «δίκαιο» και «δικαιολογία», δεν αισθάνεται ενοχή ή ντροπή. Αυθόρμητα τρομάζει τα μέλη του ζωικού βασιλείου με τις λαίμαργες κραυγές της. Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Προκειμένου να ικανοποιήσει την αδήριτη ανάγκη, κατασπαράσσει σώματα και ψυχές, άνευ επιλογής, όπως τύχει. Εν τούτοις δεν ηγείται, αλλά ακολουθεί. Τρέφεται με τα υπολείμματα του κυνηγιού των λιονταριών ή των τίγρεων και των άλλων θηρίων. Εκείνα, τα «άλλα θηρία», διατάζουν. Συνήθως ως μονάδες, σπανίως ως δυάδες, σήμερα ως τριάδες ή τρόικες, τέως εσωτερικού και αείποτε εξωτερικού. Η φύση και ο πολιτισμός, η ζωή και τα ζώα, τόσο τα εντελώς απολιτικά ή τα λιγότερο πολιτικά όσο και εκείνα που επαγγέλλονται την πεμπτουσία τού «εκλέγειν-εκλέγεσθαι». Η ύαινα επαιτεί την αποδοχή από τους ισχυρούς, αλλά και απαιτεί την υποταγή από τους ανήμπορους.
Το ύφος του Ιανού επιδιώκει να σώζει τα προσχήματα, συγκαλύπτοντας το ήθος της ύαινας. Δεν τα καταφέρνει πάντα, ούτε όμως πτοείται. Συνεχίζει να προσπαθεί, παρότι ενίοτε αποκαλύπτεται. Κάποτε ευαίσθητα διακηρύττει πως «ματώνει η καρδιά του» με τη δυστυχία που, ως αγρίμι, προκαλεί στους υπόχρεους και τις υπόχρεες «σωφρονισμού». Αλλοτε συγχαίρει για την επιτυχία (success story) όσους και όσες από κοινού «τα φάγανε». Στον «Αμλετ» o Σέξπιρ διαπιστώνει τη διττή σημασία του «δείπνου»: εκεί όπου τρως ή εκεί όπου τρώγεσαι. Βάσει της ρητορικής διπροσωπίας και της ιδεολογικής υποκρισίας, οι διαχειριστές του πολιτικού λόγου επικαλούνται τη σωτηρία των ανήμπορων, για να υπηρετήσουν τις εντολές των ισχυρών. Στις μεταξύ τους αντιπαραθέσεις φωνασκούν ή κωφεύουν, με στιλ ελίσσονται και ανενδοίαστα παρακάμπτουν την ουσία του θέματος. Αλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε, δηλαδή. Ετσι σε προσωπικό επίπεδο αυτοδοξάζονται και σε στενό συνεργατικό κύκλο αλληλοχειροκροτούνται ωσάν ναυαγοσώστες του οικονομικού και κοινωνικού «Τιτανικού», που με τις πράξεις ή τις παραλείψεις τους έχουν προκαλέσει.
Αμφίπλευρα υπάρχουν «συσκοτισμένες» τηλεοπτικές συχνότητες που εκπέμπουν φως αλλά και «πεφωτισμένοι» πολιτικοί, άντρες και γυναίκες, που αποπνέουν σκότος. Οι παράλληλοι μονόλογοι ουδέποτε στοιχειοθετούν διάλογο. Κάποτε μεγεθύνουν την ενδημική εγωπάθεια και άλλοτε υποβάλλουν την αναίσχυντη σιωπή. Πολύ περισσότερο, δεν υπηρετεί τη «διαλεκτική», την κατά τον Πλάτωνα από κοινού, μέσω ερωταποκρίσεων, αναζήτηση της αλήθειας, η θορυβώδης επικάλυψη του αντιλόγου, σύνηθες φαινόμενο στις ημέρες μας, όποτε, σαφώς εσκεμμένα, μιλούν όλοι και όλες μαζί, καθένας και καθεμία «επάνω» σε καθέναν άλλο και καθεμία άλλη. Ετσι όμως δεν διαφωτίζουν την κοινή γνώμη, ούτε προάγουν τη δημοκρατία. Απλώς υπερθεματίζουν ό,τι συμφέρει και ό,τι συμφωνεί.
Κάποιοι χαρισματικοί ρήτορες με σθεναρή φωνή αλλά ασθενή επιχειρήματα ατυχούν, ωσάν να προσφέρονται βορά στο ήθος της ύαινας (τρώγονται δηλαδή), καθώς υποχρεώνονται να διαψεύδουν ό,τι έχει ήδη αποφασιστεί και εκτελείται. Στη συνέχεια αυτοί οι μέχρι πρότινος λαλίστατοι παράγοντες κρύπτονται. Αντίθετα, ορισμένοι και ορισμένες εξίσου «αδιάβαστοι ή αδιάβαστες» επιβραβεύονται ωσάν πρωταγωνιστές και πρωταγωνίστριες, αφού χάριν της ομοιότητάς τους με τον Ιανό ανελίσσονται σε κυβερνητικά ή κομματικά αξιώματα. Επιπλέον άλλοι και άλλες, παρότι κινούνται σε ισάξια επίπεδα γραφικότητας, παραμένουν είτε απλοί ή απλές κομπάρσοι ως προς το ύφος είτε παροπλισμένα θωρηκτά ως προς το ήθος, ευελπιστώντας σε κάποια επόμενη ανακατάταξη, αποχώρηση ή διαγραφή, ανασχηματισμό ή «αναριθμητισμό» (όταν τα τρία κόμματα γίνονται δύο). Εν τω μεταξύ συνεχίζουν να εντυπωσιάζουν, αντί επιχειρημάτων αμολώντας βαρύγδουπες αρλούμπες.
……………………………………………………..
* Καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου