14/07/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΝΙΚΟΣ ΣΒΟΡΩΝΟΣ (1911-1989)

Ο Παπαρρηγόπουλος του 20ού αιώνα

      Pin It

Συστηματικός μελετητής των πηγών, επέμενε στην ανάγκη εφαρμογής μιας αυστηρής μεθόδου από τον επαγγελματία ιστορικό

 

Tης Χριστίνας Κουλούρη*

 

Ο Νίκος Σβορώνος υπήρξε ο Ελληνας ιστορικός του 20ού αιώνα, όπως ο Παπαρρηγόπουλος υπήρξε ο Ελληνας ιστορικός του 19ου. Είναι μια από τις ειρωνείες της ιστορίας ότι, ενώ η μαρξιστική ιστοριογραφία του Σβορώνου συντέθηκε ως απάντηση στον ρομαντικό ιστορισμό του Παπαρρηγόπουλου, για πολλούς, που δεν ανήκουν στους επαγγελματίες ιστορικούς, το έργο των δύο εκλαμβάνεται ως παρεμφερές ή ότι υπηρετεί πάντως την ίδια βασική αρχή της συνέχειας του ελληνικού έθνους. Αυτή η άποψη είναι βεβαίως σχετικά πρόσφατη, συνδέεται με τη δημοσίευση του έργου του Σβορώνου «Το ελληνικό έθνος. Γένεση και διαμόρφωση του Νέου Ελληνισμού» (2004), και αντιστοιχεί στον τρόπο με τον οποίο εκλαϊκεύεται η άποψη των επαγγελματιών ιστορικών σε κάθε ιστορική συγκυρία. Χρειάστηκε να συντελεστούν πολλές αλλαγές στην ελληνική κοινωνία τα τελευταία πενήντα χρόνια, για να καταστούν οι αιρετικές και «αντεθνικές» απόψεις του εξόριστου Σβορώνου κυρίαρχες και «συντηρητικές».

 

Ο Νίκος Σβορώνος, ιστορικός του Νέου Ελληνισμού και του Βυζαντίου, έγινε γνωστός περισσότερο για έργα εκλαΐκευσης, όπως η «Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας», παρά για τις αυστηρά επιστημονικές του μελέτες, οι οποίες εξάλλου έχουν δημοσιευτεί κυρίως στα γαλλικά. Η ιστορία του μικρού αυτού εγχειριδίου μπορεί να μας αποκαλύψει την πρόσληψη του Σβορώνου από τη νεοελληνική κοινωνία σε συνδυασμό με τους βαθείς μετασχηματισμούς που συντελέστηκαν. Η «Επισκόπηση», που δημοσιεύτηκε στα γαλλικά το 1953, υπήρξε η αιτία για να του αφαιρεθεί το 1955 η ιθαγένεια, η οποία θα του αποδοθεί πάλι μόλις το 1975. Τότε μόνο, το 1976, θα γίνει εξάλλου δυνατή η ελληνική μετάφραση της «Επισκόπησης», η οποία θα γνωρίσει αλλεπάλληλες εκδόσεις και θα γίνει best-seller. Είναι επομένως προφανές ότι το ερμηνευτικό σχήμα του Σβορώνου ήταν για τη μετεμφυλιακή Ελλάδα «αντεθνικό», ενώ στο περιβάλλον της Μεταπολίτευσης και κυρίως από τη δεκαετία του 1980 έγινε αποδεκτό, επειδή εκλαΐκευε με επιστημονικούς όρους τη μαρξιστική προσέγγιση της ελληνικής Ιστορίας.

 

Ταυτόχρονα, ο Σβορώνος υπήρξε ένας από τους ευάριθμους πατέρες της σύγχρονης ελληνικής ιστοριογραφίας, που με το έργο τους σημάδεψαν την αλλαγή του ιστοριογραφικού παραδείγματος. Συστηματικός μελετητής των πηγών, επέμενε στην ανάγκη εφαρμογής μιας αυστηρής μεθόδου από τον επαγγελματία ιστορικό. Το έργο του στον τομέα της οικονομικής ιστορίας –με κορυφαίο παράδειγμα το «Το εμπόριο της Θεσσαλονίκης τον 18ο αιώνα»– εισάγει την «ιστορία-πρόβλημα» και την ιστορία της «υλικής βάσης».

 

Ο Σβορώνος εντοπίζει στον 18ο αιώνα μια ουσιαστική τομή, η οποία συνδέεται με την προετοιμασία της Ελληνικής Επανάστασης. Ο προβληματισμός για τις συνθήκες διαμόρφωσης μιας ελληνικής αστικής τάξης στην τελευταία περίοδο της Τουρκοκρατίας χαρακτηρίζει σειρά μελετών που επηρεάστηκαν από το έργο του. Η επίδρασή του ήταν ισχυρή εξάλλου όχι μόνο στους ιστορικούς αλλά και στους κοινωνικούς επιστήμονες. Ο ίδιος τόνιζε συχνά την ανάγκη διαλόγου της ιστορίας με τις κοινωνικές επιστήμες, ζώντας μέσα στο περιβάλλον της γαλλικής Σχολής των Annales. Δεν ήταν βεβαίως μόνο η αξιοποίηση του δημοσιευμένου έργου του. Στα τριάντα χρόνια της εξορίας του στο Παρίσι, ο Σβορώνος δίδαξε γενιές Ελλήνων ιστορικών, επέβλεψε διατριβές και σφράγισε όλη τη σχετική παραγωγή. Οταν θα επιστρέψει στην Ελλάδα, θα συναντήσει δικούς του μαθητές στα ελληνικά πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα.

 

Το ιστορικό έργο του Σβορώνου είναι, όπως έχει συχνά τονιστεί, άμεσα συνυφασμένο με την πολιτική του θέση και δράση. Θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι, όπως και στην περίπτωση του Hobsbawm, ο Σβορώνος ήταν ιστορικός που έζησε τον «αιώνα των άκρων» και γι’ αυτό στο έργο του αποτυπώνεται και η βιογραφία του. Απλός στρατιώτης και στη συνέχεια αξιωματικός στο αλβανικό μέτωπο, μέλος του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στη διάρκεια της Κατοχής, έφυγε για τη Γαλλία πριν από τον Εμφύλιο και παρέμεινε εκεί εξόριστος για τριάντα χρόνια. Σε συνεντεύξεις του, αναφερόταν συχνά και στα παιδικά του χρόνια στη Λευκάδα, θεωρώντας την επτανησιακή του καταγωγή σημαντικό στοιχείο της προσωπικότητάς του. Σε κάθε περίπτωση, το έργο του Σβορώνου είναι τέκνο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Δεν ξέρω αν θα πρέπει να ερμηνεύσουμε την άποψή του για τον «αντιστασιακό χαρακτήρα της ελληνικής ιστορίας» υπό αυτό το πρίσμα. Η άποψη αυτή επίσης έγινε ευμενώς αποδεκτή στη δημόσια ιστορία, αν και, όπως και άλλες του απόψεις, παρερμηνεύτηκε και διαστρεβλώθηκε.

 

Ο Σβορώνος μαχόταν εναντίον του ελληνοκεντρισμού και της άποψης περί περιούσιου λαού της Ιστορίας. Υπογράμμιζε ότι το αντιστασιακό στοιχείο δεν αποτελούσε χαρακτηρολογικό γνώρισμα του Ελληνα, όπως ήθελαν να το ερμηνεύουν, αλλά συνδεόταν με συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες.

 

Αντίστοιχη χρήση έγινε και των απόψεών του για τη συνέχεια του έθνους. Ο Σβορώνος υποστήριζε ότι βυζαντινή και νεοελληνική εποχή αποτελούν μια ενότητα και ότι υπήρχε πολιτισμική συνέχεια και όχι βεβαίως φυλετική. «Δεν κάνω ζωολογία, κάνω Ιστορία», έλεγε χαρακτηριστικά. Η συντηρητική αναδίπλωση της ελληνικής κοινωνίας από τη δεκαετία του 1990, ωστόσο, οδηγούσε πολλούς που εκκινούσαν από συντηρητικές θέσεις να αναζητήσουν αριστερή νομιμοποίηση μέσω του έργου του Σβορώνου. Ο ίδιος πάντως είχε συνείδηση αυτών των κινδύνων πολύ νωρίτερα. «Τώρα βέβαια που ζούμε μια σχετικά ομαλή ζωή», έλεγε το 1988, «οι περιστάσεις επιτρέπουν τις σχετικές, μάλλον ανεύθυνες, ελληνοκεντρικές ή ελληνορθόδοξες θεωρίες, που στηρίζονται κατά βάθος σε παλιά ιδεολογήματα. Μ’ άλλα λόγια, εδώ ελλοχεύει ο κίνδυνος της ιδεολογικής χρήσης και κατάχρησης της Ιστορίας».

 

……………………………………………………………………………………………….

 

* Καθηγήτρια Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο

 

 

Scroll to top