14/07/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΝΙΚΟΣ ΣΒΟΡΩΝΟΣ (1911-1989)

Η στροφή στο Βυζάντιο

      Pin It

Tου Γιάνη Γιανουλόπουλου*

 

Δεν τον θυμάμαι ποτέ τον Νίκο Σβορώνο να είχε αναφερθεί, έστω και εμμέσως, στο γλυπτό κεφάλι/μνημείο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, όπου ο φίλος, συνταξιδιώτης του στο «Mataroa» και σχεδόν συνομήλικός του Μέμος Μακρής αποτύπωσε τα χαρακτηριστικά του διακεκριμένου ιστορικού. Μία ή δύο φορές στη διάρκεια πολλών χρόνων, σε κουβέντες σκόρπιες όπως λένε, που έτυχε να είμαι παρών και συνέβη κάποιος να το μνημονεύσει, κάτι μουρμούρισε για «την κεφάλα του» και έστρεψε αμέσως τη συζήτηση σε άλλα θέματα. Οχι με τον τρόπο της ψεύτικης μετριοφροσύνης, αλλά με το ισοδύναμου εκείνου του πηγαίου «άι παρατάτε με».

 

Μια φράση που συνήθιζε να λέει, κατά κανόνα με λόγια και μερικές φορές με την αντίστοιχη έκφραση. Καθόλου δεν υποτιμούσε τη δουλειά του ως ιστορικού και τη δραστηριότητά του ως ενεργού πολίτη ο Σβορώνος, ούτε είχε προβλήματα με τον εαυτό του. Πίστευε στη χρησιμότητα της έρευνας και της παραγωγής ιστοριογραφικού έργου και σε αυτά αφιέρωσε τη ζωή του.

 

Ηξερε τι ήθελε και ήξερε τι έκανε. Ο ορισμός του ευτυχισμένου ανθρώπου, θα έσπευδε να παρατηρήσει κάποιος στη ρευστή, από πάσης απόψεως, εποχή μας και, όπως όλοι οι σπεύδοντες, θα έκανε λάθος. Ευτυχισμένος δεν έδειχνε ούτε ήταν ο Σβορώνος. Ούτε όμως και «καημένος», αλλά μονίμως σκεπτικός -αστειευόταν πάντα σε χαμηλούς τόνους-, σταθερός και αυτάρκης. «Φιλοσοφημένος» που λένε, όπως πολλοί άνθρωποι που δεν τους έτυχε να βρουν τίποτα έτοιμο και τίποτα εύκολο στην πορεία της ζωής τους, προσωπικής και επιστημονικής.

 

Στις τρεις δεκαετίες και πλέον που έμεινε στο Παρίσι, ο Νίκος Σβορώνος εργάστηκε με μεγάλη συστηματικότητα στα γαλλικά αρχεία και μας έδωσε δύο πρωτοποριακές για την εποχή τους μελέτες, που αφορούν τη νεότερη ελληνική οικονομική ιστορία. Στη συνέχεια -υποχρεωτικά, όπως έλεγε, διότι αυτό απαιτούσε τότε η εκεί επιστημονική «αγορά»- έκανε στροφή προς το Βυζάντιο και έγινε διεθνώς γνωστός με μια σειρά, μη μεταφρασμένων στα ελληνικά, έργων υποδομής αλλά και μελετών αιχμής για την οικονομία, την εσωτερική οργάνωση της βυζαντινής κοινωνίας και τους διοικητικούς θεσμούς της Αυτοκρατορίας.

 

Το έργο του, ωστόσο, για το οποίο κυρίως παραμένει γνωστός στην Ελλάδα, είναι ένα μικρό βιβλίο τσέπης 126 σελίδων με τίτλο «Η ιστορία της νεότερης Ελλάδας» (α΄ έκδοση 1953), που οι Γαλλικές Πανεπιστημιακές Εκδόσεις τού ανέθεσαν να γράψει για την έγκυρη, ευρείας κυκλοφορίας, σειρά τους «Τι γνωρίζω;». «Πραγματικό κατόρθωμα» θα χαρακτηρίσει το μικρό αυτό βιβλίο ο διαπρεπής βυζαντινολόγος και ιερέας R. Janin, που μόνο για πολιτικές συμπάθειες προς την Αριστερά δεν ήταν γνωστός, στη γαλλική «Επιθεώρηση Βυζαντινών Σπουδών» (Δεκ. 1954), διότι ο συγγραφέας του μπόρεσε να συνοψίσει, χωρίς εκπτώσεις στην καθαρότητα της αφήγησης, αρκετούς αιώνες πολυτάραχης Ιστορίας.

 

Αν και ελληνομαθής, ο Janin δεν είχε φροντίσει, προφανώς, να πληροφορηθεί τα της υποδοχής τού εν λόγω βιβλίου από τον εθνικόφρονα αθηναϊκό Τύπο τον Ιούλιο του 1953: «Εργον εξωμότου» γραμμένο «υπό τινος κομμουνιστού και εχθρού της πατρίδος του» («Καθημερινή», 9/7). «Ενα σκάνδαλον», ένα «δήθεν ιστορικόν έργον, πράγματι δε κακόηθες εξάμβλωμα» («Εθνος», 9/7). «Το συμπέρασμά μας είναι ότι πρόκειται περί πράκτορος της Μόσχας» («Εστία», 9/7).

 

Αιτία η αναφορά και μόνο στην αντιστασιακή δράση του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, που τελικώς στοίχισε στον Σβορώνο την ελληνική του ιθαγένεια. Η παραπάνω ομοβροντία παραπέμπει σε ένα κέντρο. Το πιο πιθανό κέντρο είναι η Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και συγκεκριμένα οι καθηγητές Απόστολος Δασκαλάκης και Νικόλαος Τωμαδάκης. Από τα Πρακτικά, ωστόσο, της Συγκλήτου, όσο και της Φιλοσοφικής, δεν προκύπτει επίσημη ανάμειξη της Σχολής, όπως στην περίπτωση του βιβλίου του Κ. Καλοκαιρινού δώδεκα χρόνια αργότερα.

 

Μία άλλη, λιγότερο πιθανή όμως, αφετηρία των ενορχηστρωμένων αντιδράσεων, μπορεί να ήταν ο Κ.Ι. Δεδόπουλος, δικαστικός, συνεργάτης της «Καθημερινής», από τον χώρο τής ολίγον γαλλομαθούς και απολύτως εμπαθούς Δεξιάς (Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου, 1961). Ο Δεδόπουλος παρακολουθούσε, αδιαλείπτως καθώς φαίνεται, τα βιβλία της σειράς «Τι γνωρίζω;» και μία (τουλάχιστον) φορά τα αξιοποίησε! Παρουσίασε δηλαδή μία κατά λέξιν (κακή) μετάφραση του έργου «Ιστορία του Αύριο» των J. Fourastié και C. Vimont -με εξαίρεση ορισμένες κάπως δυσνόητες σελίδες του Ε’ Κεφαλαίου- ως δικές του επιφυλλίδες στην «Κ», σε έξι συνέχειες (όπως αποκαλύψαμε στην «Πανσπουδαστική», τ. 42, Δεκ. 1962).

 

………………………………………………………………………………..

 

* Ιστορικός

 

 

Scroll to top