Του Βικτωρα Νέτα
Η απόφαση του Eurogroup να δοθεί στην Ελλάδα η λεγόμενη δόση-μαμούθ των 52,5 δισ. ευρώ σημαίνει -πέραν όλων των άλλων που έχουν εκτεθεί με δηλώσεις κυβέρνησης και αντιπολίτευσης- ότι η χώρα μας δεν είναι ο φτωχός συγγενής της Ευρωζώνης. Μας έδωσαν τη δόση, όχι γιατί συμπονούν τον ελληνικό λαό, που γνωρίζουν καλά πως υποφέρει, αλλά επειδή πιστεύουν ότι θα πληρώσουμε τα χρέη. Δεν θα χάσουν ούτε ένα ευρώ, αλλά θα κερδίσουν.
Τα περί αλληλεγγύης μεταξύ των μελών της Ευρωζώνης είναι λόγια χωρίς κανένα πρακτικό αντίκρισμα. Πραγματική αλληλεγγύη θα μπορούσε να εκδηλωθεί με ένα γενναίο κούρεμα του χρέους και με ένα Μνημόνιο που σεβόταν την ανθρώπινη αξία.
Οι δανειστές και εταίροι μας κάνουν πολύ καλά τη δουλειά τους, επιβεβαιώνοντας την αλήθεια της ρήσης τού άλλοτε προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας, στρατηγού Καρόλου Ντε Γκολ, ότι «οι χώρες δεν έχουν φίλους, έχουν συμφέροντα». Εκείνοι, λοιπόν, ενεργούν με γνώμονα το συμφέρον τους.
Εμείς, όμως, τι κάνουμε για να διασφαλίσουμε τα συμφέροντα του τόπου και να βγούμε από το τούνελ της κρίσης; Το πρώτο που χρειάζεται είναι να σηκώσουμε ψηλά το κεφάλι, να βγούμε από τη μιζέρια και να ξεπεράσουμε την πανελλαδική κατάθλιψη που μάς βουλιάζει όλο και πιο κάτω.
Επιτέλους, να δούμε κατάματα την πραγματικότητα. Να συνειδητοποιήσουμε ότι η Ελλάδα δεν είναι ο φτωχός συγγενής, δεν είναι μια φτωχή χώρα. Είναι ένας πλούσιος, ευλογημένος τόπος, που μερικώς τον εκμεταλλεύονται συστηματικά λίγα και καλά οργανωμένα συμφέροντα, ενώ οι τεράστιες δυνατότητές του παραμένουν αναξιοποίητες.
Είναι γνωστό, και κανείς πλέον δεν το αμφισβητεί, ότι την κύρια ευθύνη την έχει το ράθυμο, γραφειοκρατικό και διεφθαρμένο κρατικό σύστημα που και μέσα στην κρίση παραμένει ακλόνητο, γιατί η πολιτική ηγεσία δεν τολμάει να αναμετρηθεί μαζί του, να το σαρώσει για να ανοίξει ο δρόμος της ανάπτυξης και να αφανιστεί η ανεργία, που έχει οδηγήσει στην εξαθλίωση εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνες και κυρίως νέους.
Ποιος είναι ο πλούτος που με την αξιοποίησή του θα μπορούσε να αλλάξει η εικόνα και η μοίρα της χώρας; Είναι ο ήλιος, ο άνεμος, η θάλασσα, ο τουρισμός, ο ορυκτός πλούτος και κυρίως το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο, που υπάρχουν σε απίστευτα μεγάλες ποσότητες στον ελλαδικό χώρο, όπως βεβαιώνουν αξιόπιστοι επιστήμονες.
Χάθηκε και ακόμη χάνεται χρόνος στον λαβύρινθο της γραφειοκρατίας, της δυσπιστίας και της διαπλοκής συμφερόντων, για να γίνει αποδεκτό, αφού άνοιξε η Κύπρος τον δρόμο, ότι υπάρχουν εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα φυσικού αερίου και πετρελαίου στην ελληνική ΑΟΖ.
Θα πάρει χρόνο η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων, ακόμη κι αν σαρωθεί η γραφειοκρατία. Δεν χρειάζεται, όμως, καθόλου χρόνος για να εκμεταλλευτούμε στο μέγιστο δυνατό τον ήλιο και τον άνεμο με φωτοβολταϊκά συστήματα και ανεμογεννήτριες, ώστε όχι μόνο να καλύψουμε τις ενεργειακές ανάγκες της χώρας, αλλά να κάνουμε και εξαγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη.
Είναι απαράδεκτο με τόσο ήλιο και τόσους ανέμους να χρησιμοποιούμε εισαγόμενο πετρέλαιο και εισαγόμενο φυσικό αέριο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και για τη θέρμανση ή και να εισάγουμε ηλεκτρική ενέργεια από γειτονικές χώρες. Είναι το ίδιο απαράδεκτο να ρυπαίνουμε την ατμόσφαιρα με την καύση λιγνίτη, όταν έχουμε το θείο δώρο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Γιατί, όμως, καθυστερεί ο εκσυγχρονισμός και η αξιοποίηση του ήλιου και των ανέμων; Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΔΕΗ, κατά το δωδεκάμηνο από τον Νοέμβριο 2011 έως τον Οκτώβριο 2012 η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας καλύφθηκε: από λιγνίτη 47,64%, από πετρέλαιο 8,19%, από φυσικό αέριο 24,26%, από υδροηλεκτρικά έργα 6%, από ΑΠΕ (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας) 10,23%, από διασυνδέσεις (με εξωτερικό) 3,69%.
Κατά το προηγούμενο δωδεκάμηνο, από τον Νοέμβριο του 2010 έως τον Οκτώβριο του 2011, από τις ΑΠΕ καλύφθηκε το 8,06% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Μέσα σε ένα χρόνο είχαμε αύξηση της παραγωγής από ΑΠΕ μόλις 2,17%.
Υπάρχει μια αδικαιολόγητη βραδύτητα στην αξιοποίηση του ήλιου και των ανέμων. Ολοι οι δήμοι της χώρας, αλλά και οι δημόσιες υπηρεσίες, θα μπορούσαν να καλύπτουν τις ανάγκες τους σε ηλεκτρικό ρεύμα με φωτοβολταϊκά και ανεμογεννήτριες. Θα μπορούσαν ακόμη να δημιουργηθούν και δημοτικές επιχειρήσεις με συμμετοχή και πολιτών, για την εξασφάλιση φθηνού ρεύματος.
Είναι απαράδεκτο, με τις δυνατότητες που υπάρχουν, να απαιτείται αύξηση στα τιμολόγια της ΔΕΗ, ενώ θα πρέπει να οδηγηθούμε σε μειώσεις με την κατάργηση του εισαγομένου πετρελαίου και φυσικού αερίου. Είμαστε μια πλούσια χώρα με φτωχά μυαλά!