alexandrinos

19/12/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Γιάννης Ψυχοπαίδης: «Επάγγελμα: ποιητής - Εικόνες πάνω στο πρόσωπο και την ποίηση του Κ. Π. Καβάφη»

Ο Αλεξανδρινός απέκτησε χρώμα

Ο ζωγράφος εμπνεύστηκε από την καθημερινότητα του ποιητή. Χρησιμοποίησε περιφρονημένα, εφήμερα υλικά. Και, τέλος, ανακάλυψε ανάμεσα στο φως και τη σκιά των ποιημάτων του ανεπαίσθητους χρωματισμούς.
      Pin It

Ο ζωγράφος εμπνεύστηκε από την καθημερινότητα του ποιητή. Χρησιμοποίησε περιφρονημένα, εφήμερα υλικά. Και, τέλος, ανακάλυψε ανάμεσα στο φως και τη σκιά των ποιημάτων του ανεπαίσθητους χρωματισμούς

 

Της Νόρας Ράλλη

 

Με αφορμή το Ετος Καβάφη, που φτάνει στο τέλος του, μια έκθεση με θέμα «Επάγγελμα: ποιητής – Εικόνες πάνω στο πρόσωπο και την ποίηση του Κ. Π. Καβάφη» του Γιάννη Ψυχοπαίδη ξεκινάει στον πολυχώρο των εκδόσεων Μεταίχμιο. Ταυτόχρονα εκδόθηκε και το ομότιτλο βιβλίο του Γ. Ψυχοπαίδη, που περιλαμβάνει εικόνες εμπνευσμένες από τη μορφή και το έργο του Αλεξανδρινού, καθώς και μια ανθολόγηση 58 ποιημάτων του Καβάφη από τον ζωγράφο. Το βιβλίο προλογίζει ο συγγραφέας Δημήτρης Δασκαλόπουλος: «Ο Καβάφης του Γιάννη Ψυχοπαίδη δεν είναι μια κλασική, παραδοσιακή σειρά πορτρέτων που προσπαθούν να ανταποκριθούν στη γνωστή φιλαρέσκεια και κοκεταρία του ποιητή. Είναι μια άσκηση ερμηνείας των κρυμμένων γνωρισμάτων, που αποκαλύπτει σταδιακά το έργο του Αλεξανδρινού σε όσους το προσεγγίζουν με άδολες προθέσεις και χωρίς προκαταλήψεις. Η χρωματική γκάμα των πορτρέτων του, την οποία υπαγορεύει το θέμα κάθε φορά, καθώς και η σχεδόν ανορθόδοξη σύνθεσή τους, κατακερματίζουν το πασίγνωστο πρόσωπο (ή μήπως, προσωπείο;) του Καβάφη και επιχειρούν μιαν ανασύνθεση, ικανή να συγκρατήσει και να μεταδώσει στον θεατή την ποικίλη δράση των στοχαστικών προσαρμογών του καβαφικού έργου».

 

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Γιάννης Ψυχοπαίδης δημιουργεί πάνω στα ποιήματα γνωστών ποιητών και συνδιαλέγεται εικαστικά με τους στίχους και τη ζωή τους. Εχει παραδεχτεί πως «τα πορτρέτα αυτών των ποιητών γεννήθηκαν στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων, χωρίς ακολουθία και ειρμό, ανάμεσα σε διαβάσματα και ξαναδιαβάσματα ποιημάτων και στίχων, σε στιγμές περισυλλογής ή εξωστρέφειας, χαλάρωσης ή αναταραχής, έντασης, νοσταλγίας ή ρεμβασμού. Και πάντα σαν αντίδωρο, μια κρυφή ανταπόδοση στους εικονιζόμενους και στα ζωντανά, βαθιά αυθεντικά αισθήματα που μας χαρίζει το τόσο διαφορετικό ποιητικό τους σύμπαν».

 

Στην περίπτωση του Καβάφη ο ζωγράφος εξηγεί πως «το να διαβάζεις τόσο σπουδαία έργα είναι τελικά μια σχέση απλής καθημερινότητας, όπου τα καθημερινά πράγματα γίνονται επιφάνειες εικαστικής σκέψης». Ισως γι' αυτό, στη συγκεκριμένη έκθεση, αντικείμενα που χρησιμοποιούμε συνεχώς, όπως τσάντες και πιάτα, γίνονται καμβάδες και εργαλεία τέχνης, αλλά και αφορμές για τη θεματολογία των έργων. Η κάμαρα του Καβάφη, τα πορτοπαράθυρά της, το μπλοκάκι και το στυλό που έγραφε απαντήσεις στους επισκέπτες του στο νοσοκομείο λίγο πριν πεθάνει, ο πολύ χαρακτηριστικός σκελετός των γυαλιών του γίνονται μέρος της καλλιτεχνικής δημιουργίας, που καλύπτει ένα ευρύ φάσμα τεχνοτροπιών: από το φαινομενικό κολάζ στη ζωγραφική σε ξύλο, με κάρβουνο, με τέμπερα ή μολύβι. «Η πολυπλοκότητα των στίχων του Καβάφη υπαγόρευσε στον ζωγράφο την ποικιλία των υλικών πάνω στα οποία αποδίδει τη μορφή του: χαρτόνια, επιστολόχαρτα, πλαστικά πιάτα μιας χρήσης, ξύλα που ξέβρασε η θάλασσα. Υλικά συνήθως περιφρονημένα, παραμελημένα και εφήμερα. Εδώ ο καλλιτέχνης προσπαθεί να εντοπίσει και να «φυλακίσει» στις ζωγραφιές του την αμείλικτη πορεία του χρόνου, τη φθορά και τη διάρκεια της ανθρώπινης περιπέτειας» προσθέτει ο Δ. Δασκαλόπουλος. Ακόμα και ο τίτλος της έκθεσης και του βιβλίου είναι εμπνευσμένος από το διαβατήριο του Καβάφη. Δίπλα στη φωτογραφία του στη θέση «επάγγελμα» ήταν η λέξη «ποιητής».

 

Καθόλου μεταφορικός ο τίτλος που επέλεξε ο Ψυχοπαίδης, αν και ακούγεται ως τέτοιος. Παρόμοια συναισθήματα γεννούν και τα ίδια τα έργα, καθώς δεν ξέρεις πού σταματάει ο ρεαλισμός και πού ξεκινάει η προσωπική ματιά. Χειρόγραφα κείμενα του Καβάφη βρίσκονται αρμονικά δεμένα στον ίδιο πίνακα με πορτρέτα του, μαζί με κάποιο κομμάτι αρχαιοελληνικού αγάλματος ή γραμματόσημα με τη Σαμοθράκη ή με κάποιο κυκλαδικό ειδώλιο. Οσο για το χρώμα, ο ζωγράφος ήταν σαφής: «Υπάρχουν ελάχιστες αναφορές στο χρώμα αυτό καθαυτό στην ποίηση του Καβάφη. Ενώ οι στίχοι του είναι βαθιά υπαρξιακοί και οι περιγραφές του απτές και καθαρές, τόσο ζωντανές, το χρώμα κατά κάποιο περίεγο τρόπο, απουσιάζει. Υπάρχει μόνο σαν μια ελάχιστη νύξη, σαν μια λιτή αναφορά. Μοιάζει σαν να μην την έχει ανάγκη ο Καβάφης την παρουσία του χρωματικού φάσματος. Μοιάζει με περιττή πολυτέλεια. Ισως γιατί σ' έναν κόσμο που κυριαρχεί το φως και η σκιά, που δεσπόζει η φυσική και ψυχική μετάβαση από την εξωστρέφεια της μέρας στην κυριαρχία της νύχτας, το χρώμα δεν έχει καμία σχεδόν θέση».

 

Ωστόσο οι πίνακες του έχουν χρώμα. Οχι έντονο, μα υπαρκτό. Διάπλετο, σχεδόν φυσικό, ακόμα και στη σκοτεινότητά του. «Κάπως έτσι νιώθω και τον ίδιο τον ποιητή», μας εξηγεί ο Ψυχοπαίδης. «Ξέρετε, μια αχνή, επιλεγμένα λιτή εικαστική αίσθηση διαχέεται στην ποίησή του και ο τόπος, το τοπίο, το περιβάλλον αισθητικοποιούνται και αποκτούν ιδιαίτερους ανεπαίσθητους χρωματισμούς. Παντού έβλεπα δίπολα: σκοτάδι-φως, ζωή-θάνατος, ημέρα-νύχτα, μνήμη-λήθη, ηδονή-ενοχή. Ολα αυτά μεταφέρουν μια εξίσου λιτή, σχεδόν αφτιασίδωτη συγκίνηση, που δεν μπορεί παρά να σε συνεπάρει».

 

 

Info: Διάρκεια έως 8 Φεβρουαρίου 2014, στον πολυχώρο των εκδόσεων Μεταίχμιο (Ιπποκράτους 118, Αθήνα, τηλ.: 211-3003500). Καθημερινά: 9.00-21.00/Σάββατο 9.00-15.00.

 

[email protected]

 

Scroll to top