31/01/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Αριστείδης Αντονάς

Ο άνθρωπος μετά-τη-Δύση είναι εδώ

Αρχιτέκτονας και συγγραφέας με γαλλικό διδακτορικό στη Φιλοσοφία, συνομιλητής του Ντεριντά, και τώρα του Αγκάμπεν και του Ζίζεκ, ο Αριστείδης Αντονάς υποστηρίζει πως είναι κρίσιμο να στοχαστούμε τον καινούργιο άνθρωπο και τη χαμένη κοινότητα, επισημαίνοντας ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα είδος νηπιακού νέου πολιτισμού. Την αφορμή για.
      Pin It

Αρχιτέκτονας και συγγραφέας με γαλλικό διδακτορικό στη Φιλοσοφία, συνομιλητής του Ντεριντά, και τώρα του Αγκάμπεν και του Ζίζεκ, ο Αριστείδης Αντονάς υποστηρίζει πως είναι κρίσιμο να στοχαστούμε τον καινούργιο άνθρωπο και τη χαμένη κοινότητα, επισημαίνοντας ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα είδος νηπιακού νέου πολιτισμού. Την αφορμή για μια συζήτηση μαζί του δίνει ένα αλληγορικό λογοτεχνικό του κείμενο-μινιατούρα, με φιλοσοφικές αναφορές, που εκδόθηκε στο Βερολίνο

 

Της Μικέλας Χαρτουλάρη

 

«Εχω δυσκολία να οργανώσω αφηγήσεις εντός συγκεκριμένων κοινωνικών συνθηκών» παραδέχεται ο Αριστείδης Αντονάς. Κι όμως ξεχωρίζει ανάμεσα στους συγγραφείς που προβληματίζονται σοβαρά για το κρίσιμο σήμερα, επειδή με τα έργα του –τα λογοτεχνικά, τα θεωρητικά-δοκιμιακά, τα καλλιτεχνικά αλλά και τα αρχιτεκτονικά– αναστοχάζεται φιλοσοφικά τη συνθήκη του σημερινού ανθρώπου και τη διαλεκτική του σχέση με τη σύγχρονη εποχή.

 

Οι ήρωές του, φέρ’ ειπείν, βλέπουν τον εαυτό τους σαν ξένο και παρατηρούν τον άλλον σαν να πρόκειται για το εγώ τους, κι έτσι ο Αντονάς βάζει στο τραπέζι το γεγονός ότι η όλη συνθήκη της ταυτότητας είναι πλέον υπό αμφισβήτηση. Μας προκαλεί να σκεφτούμε ότι στο διαδίκτυο η ταυτότητά μας φτιάχνεται από μια πολλαπλή συνάρτηση που όμως δεν ισοδυναμεί με αυτό ακριβώς που είμαστε εμείς, παρότι πολλοί μεταξύ μας πιστεύουν πως έτσι οργανώνουν τον εαυτό τους. Κι έπειτα, μέσα από την πλοκή ή μέσα από την οργάνωση ενός χώρου δράσης, θέτει το καίριο ερώτημα της ενότητας του εαυτού, διότι πώς αλλιώς θα είμαστε πολιτικά υπεύθυνοι; Και κάπως έτσι, ως αναγνώστες, θεατές ή χρήστες ενός έργου του, βρισκόμαστε να συζητάμε π.χ. με τον πολιτικό φιλόσοφο Αγκάμπεν, ο οποίος υποστηρίζει πως όσο χάνεις την ταυτότητά σου τόσο περισσότερο πλησιάζεις στο να την κατανοήσεις…

 

Αυτό είναι ένα τυπικό παράδειγμα που εξηγεί γιατί τα πάντοτε ελλειπτικά λογοτεχνικά του κείμενα έχουν χαρακτηριστεί «εν σμικρύνσει φιλοσοφικά μυθιστορήματα». Βέβαια μπορεί να μοιάζουν και με αφηγήματα μυστηρίου (Οι δύο μισοί, Η τραγουδίστρια) ή με αποκρυφιστικές αλληγορίες (Ο Τρικέφαλος) ή με μεταμοντέρνα έργα της μαθηματικής λογοτεχνίας (Ο χειριστής) κ.λπ., ωστόσο το φιλοσοφικό στοιχείο δεν λείπει ποτέ. Αντίθετα, είναι αφομοιωμένο στον θεωρητικό στοχασμό που διατρέχει τη δουλειά του. Κρύβεται επίσης πίσω από τους εκάστοτε πειραματισμούς του σχετικά με τη διαχείριση της γραφής στις σημερινές συνθήκες της διασπασμένης προσοχής (χαρακτηριστικές οι κατοπτρικά τοποθετημένες σελίδες τού Χειριστή). Kαι πάντως ορίζει την ιδιοσυγκρασία του.

 

Ανθρωπος με πολλές ιδιότητες, αρχιτέκτονας, φιλόσοφος, πεζογράφος και θεατρικός συγγραφέας, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και πρόσφατα στο Architectural Association του Λονδίνου, με παρουσία από τα μέσα του ’80 και αναγνώριση από την Κριτική και τους ειδικούς, ο Αντονάς έχει πάνω απ’ όλα φρέσκο μυαλό. Η συζήτηση μαζί του για το πολύμορφο έργο του μοιάζει με ταξίδι επιστημονικής φαντασίας στην οδύσσεια του (κοινωνικοπολιτικού) διαστήματος και του εγκλεισμού στον οποίο εκτίθεται ο σημερινός άνθρωπος, στην οδύσσεια του Εγώ και του Αλλου, της μονάδας ή του διχασμού και της συνύπαρξης, της αντίληψης και της ψευδαίσθησης, του παρόντος και του ενεστώτα, της παρουσίας και της απουσίας, του Λόγου και του ά-λογου. Ετσι αισθάνθηκα και τούτη τη φορά στο μπαρ-καφέ της Καλλιδρομίου, όπου συναντηθήκαμε με αφορμή το καινούργιο του έργο Ο Αλλος αδερφός: μια νουβέλα με κόκκινη γραμματοσειρά, που κυκλοφόρησε δίγλωσση, στα ελληνικά και στα αγγλικά (σε μετάφραση της Μαίρης Κιτροέφ) από τον βερολινέζικο οίκο Crap is Good Press, και απευθύνεται στο κοινό σε ψηφιακή μορφή, και σε υβριδική έντυπη, που δεν είναι εμπορική αλλά συλλεκτική, αφού έγινε με την τεχνική της ριζογραφικής εκτύπωσης και παραπέμπει στο χειροποίητο βιβλίο.

 

Ο συγγραφέας τοποθετεί τη μινιμαλιστική δράση σε ένα τοπίο μετα-αποκαλυπτικό, όπου κυριαρχεί το σκοτάδι και μια γκρεμισμένη εκκλησία (σύμβολο και της θεολογίας της Δύσης). Ο Θεός λείπει ή μοιάζει να έχει αντικατασταθεί από τον «Αλλο Αδερφό» και ο Λόγος (το επιχείρημα, η σκέψη, η εμβάθυνση που κάποτε μπορούσε να ανατρέψει προκαταλήψεις ή κεκτημένες ιδέες) μοιάζει να έχει χάσει τη σημασία του. Η «εποχή των προσευχών» έχει παρέλθει και ο αναγνώστης παρακολουθεί τον διάλογο κουφών ανάμεσα σε δύο αδέλφια, τον Μάρκο και τον Λουκά, με αφορμή μια διακοπή ρεύματος. Ο διάλογος εμπλουτίζεται από έναν χασάπη ο οποίος μιλά με αινίγματα για το «σίγουρο λάθος που οδηγεί όποιον σκέπτεται, στο σωστό δρόμο», δηλαδή στον «άλλο δρόμο», και από δυο δίδυμους κτίστες που παλεύουν «για να θυμόμαστε πως δεν είμαστε το ίδιο πρόσωπο». Οταν ο Μάρκος και ο Λουκάς θα καταφέρουν να χτυπήσουν την καμπάνα πραγματώνοντας το όνειρο του Λουκά και εφαρμόζοντας μια τέχνη που δεν έμαθαν ποτέ, κι όταν θα ακούσουν τους δυνατούς κούφιους ήχους της, θα τρανταχτούν από χαρά. Και παρότι αυτή η κρούση θα είναι αναίτια, και δεν θα απευθύνεται σε καμία κοινότητα, ο Λουκάς θα πει ικανοποιημένος: «Να τι μελωδία φτιάχνουμε χωρίς μουσική».

 

Μ’ αυτό το αλληγορικό αφήγημα ο Αντονάς επιστρέφει στην ιδέα του ότι «πρέπει να αρχίσει να μας προβληματίζει ο άνθρωπος-μετά-τη-Δύση», διότι «γινόμαστε μάρτυρες μιας αλλαγής παραδείγματος». Οπως εξηγεί, τον απασχολεί αυτό που έλεγε ο Τόινμπι: ότι κάθε μεγάλη αλλαγή ιστορικής εποχής «συνδέεται με την οριστική λήθη της προηγούμενης».

 

Ετσι, ενώ από το 2008 παρατηρούσε τον «δυτικό άνθρωπο» σαν εκείνος να είχε ήδη μείνει πίσω (χαρακτηριστικό το θεωρητικό επίμετρό του για το τετραπλό λογοτεχνικό έργο Αριθμοί που έγραψε μεταξύ 1985-2001, εκδ. Αγρα) τώρα, με το καινούργιο του αφήγημα, έχει περάσει στο «μετά». «Βιάζομαι να δω τη συνθήκη λήθης της Δύσης σαν κάτι που επέρχεται», σχολιάζει στην Εφημερίδα των Συντακτών, «ή που είναι ήδη δίπλα μας και δεν είμαστε σε θέση να το αναγνωρίσουμε παρά ως παράδοξο πένθος κάποιας χαμένης καθημερινότητας. Αυτό είναι θλιβερό από μια πλευρά, ωστόσο δεν είναι ώρα να εξιδανικεύουμε το πρόσφατο παρελθόν που μέχρι χθες κατηγορούσαμε. Με άλλα λόγια, καμιά νοσταλγία για το χθεσινό κράτος δεν μπορεί να ευσταθεί, παρότι εκεί που οδεύουμε δεν υπάρχει ούτε σχέδιο κράτους ούτε σχέδιο άλλης κοινότητας στη θέση του».

 

Μετά-τη-Δύση, σημαίνει όμως και Μετά-την-πίστη-στον-Λόγο, Μετά-την-κριτική-σκέψη, γι’ αυτό και ο Αλλος αδερφός (δεν είναι τυχαία τα ονόματα των Ευαγγελιστών) σχολιάζει ταυτόχρονα την άποψη που υποστηρίζει ότι στη σημερινή συνθήκη αδυνατεί κανείς να πιστέψει σε οτιδήποτε. Ωστόσο, όπως λέει ο Αντονάς, «συνεχίζει να υπάρχει πίστη ακόμη κι όταν πιστεύουμε ότι τίποτα δεν είναι άξιο για να πιστέψουμε σ’ αυτό. Αρα υπάρχει κάποιου είδους αλήθεια που δεν μπορεί να αφανιστεί, ακόμη κι αν βασίζεται στο κενό ή στο αντίθετό της. Κι έτσι, μέσα στην παράδοξη αυτή κατάφαση που φτιάχνεται από άρνηση, ίσως να μπορέσουμε να βρούμε κάτι στο οποίο να πιστέψουμε».

 

……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..

 

Αύριο Χωρίς Κοινότητα

 

Το 2011, στην Μπιενάλε της Αθήνας, ο Αντονάς είχε παρουσιάσει το εργαστήριό του ως εγκατάσταση τέχνης και μαζί μια στήλη με tweets που συνθέτουν ένα ακόμη ανοιχτό μυθιστόρημα με τον τίτλο Ο Τεκμηριωτής https://twitter.com/antonas2011book. Παράλληλα όμως με τους καλλιτεχνικούς πειραματισμούς του, εξερευνά όσο λίγοι και την πολιτική διάσταση του διαδικτύου στα διάφορα πεδία.

 

• Ποια είναι για σένα τα κρίσιμα χαρακτηριστικά της «αλλαγής παραδείγματος» τα οποία βιώνει αυτός που αποκαλείς «άνθρωπο-μετά-τη-Δύση»;

 

Ενα είδος νηπιακού νέου πολιτισμού βρίσκεται μπροστά μας. Ορίζεται από τη δυσλειτουργία του λόγου, παράγει ωμότητα και διαμορφώνει έναν νέο άνθρωπο. Ολα αυτά μάς καλούν να κατασκευάσουμε κάποιον διαφορετικό κόσμο για τις ανθρώπινες κοινότητες. Η έννοια του πολίτη αλλάζει. Στη θέση του προβάλλει ανησυχητικά ένα πρόσωπο χωρίς δικαιώματα που ίσως δεν θα προφυλάσσεται καν από κάποιο Σύνταγμα. Δεν αναφέρομαι εδώ μόνο στην Ελλάδα. Η καθημερινότητα περνά ήδη μέσα από το διαδίκτυο: αυτός είναι ο πλανητικός, ισχυρός, άτυπα θεσμοθετημένος, καθημερινός χώρος. Εργασία και διασκέδαση διαπλέκονται και συμβαίνουν ήδη εκεί. Κάποιος οικειοθελής εγκλεισμός στο διαδίκτυο φαίνεται να περιγράφει τον χώρο της επερχόμενης άυλης πόλης. Είχαμε συνείδηση των νομικών σχημάτων της πόλης που ρύθμιζε τους κανόνες της. Δεν έχουμε αρκετή εκλέπτυνση ούτε και δυνατότητα παρέμβασης όσον αφορά τους κανόνες λειτουργίας του διαδικτύου. Αυτό έχει πολλαπλές συνέπειες. Η μετάβαση από το συνειδητό, έστω και προσχηματικό, νομικό πλαίσιο της σημερινής πόλης σε κάποιο άλλο, μη αποφασισμένο από τους χρήστες, το οποίο αποκρύπτει το πρόσωπό του, αποτελεί το πιο καθοριστικό χαρακτηριστικό της επερχόμενης συνθήκης. Δεν ξεχνάω τους ανθρώπους που δεν έχουν δυνατότητα να εγκατασταθούν σε αυτή την προηγμένη υποδομή, ωστόσο οι παρατηρήσεις μας σχετικά με την ιδιαίτερη προτεραιότητα του διαδικτύου συνεχίζουν να έχουν αξία. Ταυτόχρονα το κράτος αποσύρεται παραχωρώντας τη θέση του σε ακαθόριστα αρχιπελάγη σχηματισμένα από μικρές νησίδες και κλειστές φυλές, που υπακούν καθεμιά σε δικές της νομοτέλειες.

 

• Σε μια διάλεξή σου στο Βερολίνο παρουσίασες την κάτοψη μιας κατοικίας που είχε στο κέντρο της τον Σλοβένο φιλόσοφο Σλάβοϊ Ζίζεκ. Ξέρω ότι ως αρχιτέκτονας έχεις ξεκινήσει μια συζήτηση στο διαδίκτυο για την «υπεύθυνη κατοικία», αλλά τι δουλειά έχει εκεί ο Ζίζεκ;

 

Ηθελα να σχολιάσω ένα κείμενο, σχεδιάζοντας ένα κτίσμα. Να γράψω κάποια άποψη με ένα αρχιτεκτόνημα, με ένα μικρό σπίτι. Ηταν η κριτική σε μια θέση τού Ζίζεκ. Ο Ζίζεκ υποστηρίζει ότι προκειμένου να μην υιοθετούμε έτοιμες ιδέες, να μη δεσμευόμαστε σε προδιαγεγραμμένες απόψεις, χρειάζεται να αποσυρθούμε και να σκεφτούμε. Ωστόσο ως κάτοικοι του διαδικτύου είμαστε συνέχεια υποχρεωμένοι να υιοθετούμε ή να απορρίπτουμε τέτοιες έτοιμες απόψεις. Με ενόχλησε η ευκολία με την οποία απευθύνει την προτροπή, όταν έχει αλλάξει ο χρόνος μας. Η απόσυρση που προτείνει είναι για ακόμη έναν λόγο αδύνατη σήμερα: ο τόπος απόσυρσης καθενός από εμάς ταυτίζεται με τον τόπο της κοινότητας. Το διαδίκτυο της κοινότητας είναι το κέντρο του σπιτιού. Θεωρεί λοιπόν ότι αυτή η απόσυρση είναι κάτι απλό και δεδομένο σαν τις απόψεις που δεν θέλει ο ίδιος να δεχτεί. Αλλά η έννοια της απόσυρσης σήμερα δεν είναι η ίδια με την παλιά. Κατά τη δική μου άποψη ο σημερινός άνθρωπος που ζει στα ερείπια του δυτικού κόσμου είναι αποκλεισμένος στο «έξω». Δεν δύναται να αποσυρθεί, η μελέτη του είναι πάντα μια δημόσια πράξη, το σπίτι του έχει ήδη αλωθεί από τον νέο τρόπο οργάνωσης του χρόνου του, από το διαδίκτυο. Διότι το διαδίκτυο δεν είναι κάτι αφηρημένο: η διαχείρισή του μόνο μέχρι ενός σημείου ελέγχεται από τις κοινότητες που το χρησιμοποιούν. Η βάση της οργάνωσής του και το βάθος του γίνονται όλο και περισσότερο σκοτεινά.

 

• Σε πολιτικό επίπεδο πού οδηγούν αυτές οι εξελίξεις;

 

Αν θέλουμε να έχουμε συνείδηση του κέντρου της πολιτικής σήμερα, θα πρέπει να μας προβληματίζει και να μας απασχολεί ο τρόπος που στήνεται το διαδίκτυο. Η αόρατη νομική πλευρά του είναι το ισχυρότερο όπλο του. Δεν έχει νόημα να προσπαθήσουμε να το γκρεμίσουμε και η φύση του δεν επιτρέπει να το κατακτήσουμε. Μπορούμε όμως να επεξεργαστούμε παράπλευρες δομές μέσα στο διαδίκτυο, που θα λειτουργούν σαν ευεργετικοί ιοί, σαν επεκτεινόμενες γειτονιές.

 

• Τα αρχιτεκτονικά σου σχέδια έχουν κατά καιρούς χαρακτηριστεί «μετα-αποκαλυπτικά». Αποτυπώνεις άραγε και σε αυτά την κατάσταση που ονομάζεις «μετά-τη-Δύση»;

 

Αν ναι, ίσως ως εξής: βλέπω τις σύγχρονες πόλεις, ανάμεσα σε αυτές και την Αθήνα, ως ερείπια αστικών κατασκευών, που κτίστηκαν με παλιούς όρους στο κοντινό ωστόσο παρελθόν των μοντέρνων πόλεων. Οι πόλεις μού φαίνονται ήδη γκρεμισμένες εσωτερικά. Αναρωτιέμαι τι περιμένουμε από αυτές και αν θα μπορούσε αυτή η αχρησιμοποίητη υποδομή να ενεργοποιηθεί ως κάτι διαφορετικό.

 

Εργάστηκα πέρυσι στη Βηρυτό. Το κέντρο της είναι φτιαγμένο σαν μεγάλο, ανοιχτό εμπορικό κέντρο. Φρουρείται από τον στρατό. Οι γειτονιές της ξεχωρίζουν βίαια η μία από την άλλη. Σκέφτομαι ότι το διαδίκτυο τείνει στο εσωτερικό του να παράγει αντίστοιχες αόρατες γειτονιές, με εύκολους και σκληρούς διαχωρισμούς. Η πόλη μπορεί να εξελιχθεί σε τέτοιο βάρβαρο σύστημα αν δεν προετοιμάσουμε ένα διαφορετικό διαδίκτυο.

 

• Τόσο στη λογοτεχνία όσο και στην αρχιτεκτονική πορεύεσαι σε δρόμους που δεν είναι καθόλου πολυσύχναστοι. Αντιλαμβάνεσαι τον εαυτό σου ως πρωτοποριακό;

 

Μετά τον μοντερνισμό, το «καινούργιο» είναι αυτονόητα κάτι θετικό: αυτό με τρομάζει. Δεν με ενδιαφέρει η ιδέα της πρωτοπορίας σήμερα. Δεν έχω επιθυμία να κάνω κάτι «καινούργιο». Αλλά είναι φανερό ότι οι νέες καταστάσεις ζητούν νέες συμπεριφορές. Με ενδιαφέρει περισσότερο να αναστοχαστώ όσα γίνονται, γι’ αυτό και με απασχολεί η ιδέα κάποιας «επιβράδυνσης» στο τωρινό. Μπορούμε να επιβραδύνουμε και να σκεφτούμε με κάποιον τρόπο; Διότι σήμερα το πιο δύσκολο είναι να διεκδικήσουμε κάποιον χρόνο αναστοχασμού. Ο χρόνος της περίσκεψης έχει χαθεί, το γνωρίζουμε στην ξεπεσμένη Ελλάδα πριν από τους άλλους. Μπορούμε όμως να συλλάβουμε, να ανακαλύψουμε, να αιχμαλωτίσουμε κάποιον διαφορετικό χρόνο;

 

[email protected]

 

Scroll to top