ekloges

14/05/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Η πολιτική φυσιογνωμία των μεγάλων δήμων στη Μεταπολίτευση

Ιστορικές τάσεις του εκλογικού σώματος στον Δήμο Θεσσαλονίκης κατά την περίοδο 1974-2012 στις βουλευτικές, ευρωεκλογές και δημοτικές εκλογές - Με την εξαίρεση του 1975, οι μεταπολιτευτικές δημοτικές εκλογές στη Θεσσαλονίκη ακολουθούσαν μέχρι το 1986 τη γενική εξέλιξη της επιρροής της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ.
      Pin It

Ιστορικές τάσεις του εκλογικού σώματος στον Δήμο Θεσσαλονίκης κατά την περίοδο 1974-2012 στις βουλευτικές, ευρωεκλογές και δημοτικές εκλογές – Ανάλυση δεικτών ευαισθησίας

 

Η γενική πεποίθηση ότι τα «πρόσωπα παίζουν ρόλο» είναι ορθή και αποδεικνύεται και στατιστικά. Ωστόσο, το μέγεθος της επίδρασης στο εκλογικό αποτέλεσμα διαφέρει σημαντικά

 

ΑΝΑΛΥΣΗ – Των Γιάννη Μαυρή και Γιώργου Συμεωνίδη

 

12Με αφορμή τις προσεχείς δημοτικές εκλογές, επιχειρείται η αξιολόγηση της επίδρασης που ασκούν τα πρόσωπα (οι υποψήφιοι αξιωματούχοι) στο εκλογικό αποτέλεσμα. Η επίδραση αυτή αρχίζει να αυξάνεται ήδη από τη δεκαετία του 1990. Ωστόσο, εξαιτίας της σημερινής κρίσης των κομμάτων και της αποδόμησης των κομματικών ταυτίσεων, η σημασία των προσώπων είναι προφανές ότι ενισχύεται.

 

Η ανάλυση στηρίζεται στη μελέτη της σχέσης των δημοτικών εκλογών με τις βουλευτικές. Για τον σκοπό αυτό, εξετάζεται η εξέλιξη της εκλογικής επιρροής των κυρίαρχων πολιτικών δυνάμεων σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις των δημοτικών, βουλευτικών και ευρωεκλογών, που έλαβαν χώρα κατά την περίοδο 1974-2012, στους τρεις μεγαλύτερους δήμους (Αθηναίων, Θεσσαλονίκης, Πειραιά). Ο λόγος είναι προφανής: αν και ο πληθυσμός των παραπάνω περιοχών αντιπροσωπεύει μόνο το 8,8% περίπου του συνολικού εκλογικού σώματος (548.014 ψηφίσαντες στις βουλευτικές του Ιουνίου 2012), εντούτοις, η πολιτική και η επικοινωνιακή σημασία του εκλογικού αποτελέσματος σε αυτές τις περιοχές είναι πολύ ευρύτερη και, κατά κανόνα, «σφραγίζει» τις εντυπώσεις που παράγει η εκλογική αναμέτρηση. Δεν αποτελεί υπερβολή η άποψη ότι οι εκάστοτε δημοτικές εκλογικές αναμετρήσεις «κερδίζονται ή χάνονται», κατά βάση, στους συγκεκριμένους δήμους.

 

1. Σύντομη εκλογική περιοδολόγηση της μεταπολιτευτικής περιόδου στον Δήμο Θεσσαλονίκης

 

Η εκλογική επιρροή της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ στον Δήμο Θεσσαλονίκης κατά τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης (1974-2012) αποτυπώνεται στο Διάγραμμα 1. Οπως μπορεί να διακρίνει κανείς εύκολα, η εξέλιξή της παρουσιάζει κυκλικότητα. Σε γενικές γραμμές, ο πρώτος κύκλος, από τους 3 που εμφανίζονται, αρχίζει αμέσως μετά την πτώση της δικτατορίας, το 1974, και τελειώνει το 1990. Ο δεύτερος άρχισε το 1990 και ολοκληρώθηκε το 2007. Η υπογραφή του Μνημονίου (2010) διέκοψε απότομα την εξέλιξη της επιρροής των δύο κομμάτων του μεταπολιτευτικού δικομματισμού στον τρίτο κύκλο (2007-2012), ιδίως του ΠΑΣΟΚ. Στις πρώτες εκλογές του 2012 (Μάιος), η Ν.Δ. θα προσεγγίσει τα χαμηλότερα επίπεδα της περιόδου 1974-2012, αλλά ύστερα από ένα μήνα θα καταφέρει να αναπληρώσει το μεγαλύτερο μέρος των απωλειών που της προκάλεσε το Μνημόνιο. Αντίθετα, το ΠΑΣΟΚ θα παρουσιάσει ιστορική υποχώρηση της επιρροής του, η οποία επέστρεψε ουσιαστικά στα επίπεδα του 1974 (Πίνακας 1).

 

Οπως διακρίνεται στο σχετικό διάγραμμα, η Ν.Δ. στη Θεσσαλονίκη, όπως άλλωστε και στην Αθήνα, διατήρησε την κυριαρχία στο επίπεδο των βουλευτικών εκλογών, κερδίζοντας όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις (και του 2012) εκτός από εκείνες του 1981. Εντούτοις, έχασε από τις δυνάμεις της Κεντροαριστεράς τη δημαρχία και στις τρεις πρώτες μεταπολιτευτικές δημοτικές αναμετρήσεις (Πίνακας 2).

 

Με τη βοήθεια της ανάλυσης των χρονολογικών σειρών των εκλογικών δεδομένων (υποδείγματα ARIMA), μπορεί να εκτιμηθεί η διαχρονικά σταθερή εκλογική επιρροή κάθε κόμματος, γύρω από την οποία κυμαίνεται η επιρροή του στις βουλευτικές εκλογές, ανάλογα με τις τάσεις και τα σημαντικά γεγονότα της περιόδου 1974-2012.[1]

 

Στον Πίνακα 1, παρατίθενται τα σχετικά στοιχεία τόσο για τη Ν.Δ. όσο και για το ΠΑΣΟΚ. Οπως είναι φανερό, η Ν.Δ. κυριαρχεί συστηματικά στη Θεσσαλονίκη, και μάλιστα με αισθητή διαφορά. Ωστόσο, η εκλογική κατάρρευση της κυβέρνησης Καραμανλή, τον Οκτώβριο του 2009, προκάλεσε πτώση των ποσοστών της Ν.Δ. κατά 5%, η οποία συνεχίστηκε και μετά την υπογραφή του Μνημονίου. Οι εκλογές του Μαΐου του 2012 φαίνεται ότι αποτέλεσαν εξαίρεση, μια έκτροπη παρατήρηση (outlier) στη διαχρονική εξέλιξη της επιρροής της Ν.Δ. Μετά το 2009, η σταθερή εκλογική της βάση στον Δήμο Θεσσαλονίκης εκτιμάται από το υπόδειγμα σε 37,1% (από 42,1% προηγουμένως). Αντίθετα, η υπογραφή του Μνημονίου επέφερε στην επιρροή του ΠΑΣΟΚ μια μόνιμη και δομική μεταβολή, μειώνοντας σταδιακά τα ποσοστά του από το 2010 και μετά. Σύμφωνα με το στατιστικό υπόδειγμα, η σταθερή εκλογική του βάση περιορίστηκε στο 12,3%, σημειώνοντας συνολική πτώση της τάξης του 22,6%.

 

2. Οι δημοτικές εκλογές στον Δήμο Θεσσαλονίκης, 1974-2010: πρόσωπα και κόμματα

 

13Η σχέση που υφίσταται μεταξύ των βουλευτικών και των δημοτικών εκλογών (ως βάση θεωρείται ο Α′ γύρος) είναι δυνατόν να εκτιμηθεί στατιστικά με τη βοήθεια των υποδειγμάτων ανάλυσης χρονολογικών σειρών. Από αυτή τη σχέση προκύπτει ότι οι μεταπολιτευτικές δημοτικές εκλογές στον Δήμο Θεσσαλονίκης μπορούν να διακριθούν σε δύο περιόδους: Στην πρώτη περίοδο (1974-1986), περιλαμβάνονται οι αναμετρήσεις των ετών 1975, 1978, 1982 και 1986. Οι πρώτες (1975) μπορούν να θεωρηθούν «έκτακτες» και αποκλίνουν αισθητά από τις βουλευτικές, λόγω των πολλαπλών υποψηφιοτήτων που εμφανίστηκαν και του κατακερματισμού του εκλογικού σώματος που καταγράφηκε. Στις δημοτικές εκλογές του 1975 στον Δήμο Θεσσαλονίκης εμφανίστηκαν έξι υποψήφιοι: Β. Γωγώσης 12,3%, Κ. Τσίρος 17%, Μ. Παπαδόπουλος 27%, Σ. Πάσχος 16,9%, Δ. Ζάννας 24,3% και Γ. Πουτζίκογλου 2,5%. Αξίζει να σημειωθεί ότι η δημοτική επιρροή της Ν.Δ. στις εκλογές του 1975 υπήρξε χαμηλότερη κατά 24,5% από την εκτιμώμενη (υποθετική) βουλευτική στην ίδια περίοδο (Πίνακας 2).

 

Αντιθέτως, οι δημοτικές εκλογές του 1978, του 1982 και του 1986 υπήρξαν, σε γενικές γραμμές, παρόμοιες με τις βουλευτικές και ακολούθησαν τη γενική εξέλιξη της επιρροής των δύο κομμάτων. Η δημοτική επιρροή της Ν.Δ. στις εκλογές του 1982 και του 1986 υπήρξε υψηλότερη σε σχέση με εκτιμώμενη (υποθετική) βουλευτική, κατά τα αντίστοιχα έτη, σε ποσοστό 2,7% (Πίνακας 2).

 

Στη δεύτερη περίοδο (1990-2010), στην οποία περιλαμβάνονται οι αναμετρήσεις των ετών 1990, 1994, 1998, 2002, 2006 και 2010, οι δημοτικές εκλογές δείχνουν να διαφοροποιούνται σε σχέση με την πρώτη. Η Ν.Δ., μέχρι και το 2002, πέτυχε στη Θεσσαλονίκη, όπως και στην Αθήνα, μια ομοιογενή αύξηση της δημοτικής επιρροής της (8,1%) σε σχέση με την αντίστοιχη βουλευτική. Δηλαδή, το ποσοστό της στις δημοτικές εκλογές υπήρξε πάντοτε υψηλότερο, ανεξάρτητα από το πρόσωπο του συγκεκριμένου υποψηφίου, σε σχέση με την εκτιμώμενη (υποθετική) βουλευτική της επιρροή. Οπως διακρίνεται στον Πίνακα 2, η υποψηφιότητα Β. Παπαγεωργόπουλου, το 2006, μείωσε την επιρροή της Ν.Δ. στη Θεσσαλονίκη κατά 2,1%, με πιθανότερες αιτίες τη φυσιολογική φθορά, ύστερα από οκτώ χρόνια στη δημαρχία της Θεσσαλονίκης (και σχεδόν μια εικοσαετία από την εκλογή Σ. Κούβελα το 1986), καθώς και το αρνητικό κλίμα που διαμορφώθηκε τις τελευταίες ημέρες της προεκλογικής περιόδου (με κατηγορίες για διαφθορά στο περιβάλλον του δημάρχου).

 

Από την άλλη πλευρά, το ΠΑΣΟΚ, όπως και στον Δήμο Αθηναίων, επηρεάστηκε έντονα από την επιλογή των συγκεκριμένων υποψηφίων, αλλά και τις εκάστοτε συμμαχίες ή διασπάσεις του. Σε όλες τις δημοτικές αναμετρήσεις της περιόδου 1990-2006, με εξαίρεση εκείνη του Δ. Φατούρου το 1990, λόγω και της συμμαχίας με τον ενιαίο ΣΥΝ, το ποσοστό του ΠΑΣΟΚ υπήρξε πάντοτε χαμηλότερο από το αντίστοιχο εκτιμώμενο σε ενδεχόμενες βουλευτικές εκλογές. Αυτή η πτώση, όμως, είχε διαφορετικά χαρακτηριστικά σε κάθε δημοτική αναμέτρηση ανάλογα με τον εκάστοτε υποψήφιο (Πίνακες 1 και 2).

 

Η επιλογή του Μ. Παπαδόπουλου (+18,7%) το 1978 και του Δ. Φατούρου (+12,2%), σε συνδυασμό με τη συμμαχία με τον ενιαίο ΣΥΝ, το 1990, υπήρξαν οι πλέον επιτυχείς μέχρι σήμερα για το ΠΑΣΟΚ, ενώ οι υποψηφιότητες Ν. Ακριτίδη (-7,1 % το 1994), Θ. Λαζαρίδη (-6,3% το 1998) και Σ. Βούγια (-9% το 2002) αποδείχθηκαν αποτυχημένες. Η χειρότερη επίδοση του ΠΑΣΟΚ παρατηρήθηκε το 2006 με την επιλογή της Χ. Αράπογλου (-12,5%). Σε σημαντικό βαθμό, αυτό το αποτέλεσμα οφείλεται στην υποψηφιότητα Γ. Μπουτάρη (έλαβε ποσοστό 16,5%), η οποία, όπως αποδείχθηκε, διέσπασε τις δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ στη Θεσσαλονίκη.

 

Το 2010, η επιλογή του Κ. Γκιουλέκα αποδείχθηκε επιτυχής, καθώς κατάφερε να αυξήσει την επιρροή της Ν.Δ. κατά 5%. Η σταδιακή υποχώρηση της επιρροής του ΠΑΣΟΚ, μετά την υπογραφή του Μνημονίου, καθιστά εξαιρετικά δύσκολο τον προσδιορισμό της επίδρασης της υποψηφιότητας Μπουτάρη με τη βοήθεια των στατιστικών υποδειγμάτων.

 

Δείκτης ευαισθησίας

 

Προκειμένου να υπάρξει κάποια ένδειξη για την επίδρασή της, μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναλλακτικά ένας εμπειρικός υπολογισμός, ο οποίος στηρίζεται στη μεθοδολογία των «δεικτών ευαισθησίας». Η τελευταία στηρίζεται στη διαπίστωση ότι ανάμεσα στο εθνικό ποσοστό ενός κόμματος και το ποσοστό που λαμβάνει τοπικά (κατά εκλογική περιφέρεια ή και δήμο) υφίσταται μια συστηματική σχέση που μπορεί να εκτιμηθεί στατιστικά.[2] Ο δείκτης ευαισθησίας που κατασκευάζεται για κάθε διοικητική μονάδα συνιστά ένα μέτρο του μεγέθους της συσχέτισης πανελλαδικού και τοπικού ποσοστού του κόμματος.

 

Με βάση αφενός την εκτίμηση εκλογικής επιρροής της Public Issue για τον Νοέμβριο του 2010, από την οποία προκύπτει το εκτιμώμενο εθνικό ποσοστό των μεγαλύτερων κομμάτων που στήριξαν τον Γ. Μπουτάρη (ΠΑΣΟΚ 38,5%, ΔΗΜΑΡ 1,5%)[3] και αφετέρου τους αντίστοιχους δείκτες ευαισθησίας, η εκλογική επιρροή του ΠΑΣΟΚ στον Δήμο Θεσσαλονίκης εκτιμήθηκε σε 33,3% και της ΔΗΜΑΡ σε 1,8%. Κατά συνέπεια, η κομματική βάση υποστήριξης της υποψηφιότητας του Γ. Μπουτάρη (στον Δήμο Θεσσαλονίκης) υπολογίστηκε αθροιστικά σε 35,1%. Συνεπώς, ο νυν δήμαρχος, που κέρδισε 33,6% στον Α΄ γύρο το 2010, κατόρθωσε να συσπειρώσει σχεδόν καθολικά (96%) τους ψηφοφόρους των κομμάτων που του είχαν προσφέρει την υποστήριξή τους.

 

Εν κατακλείδι, η γενική πεποίθηση ότι τα «πρόσωπα παίζουν ρόλο» είναι ορθή και αποδεικνύεται και στατιστικά. Ωστόσο, το μέγεθος της επίδρασης στο εκλογικό αποτέλεσμα διαφέρει σημαντικά. Στον Δήμο Θεσσαλονίκης, για τη μεν Ν.Δ. οι υποψηφιότητες του Κ. Κοσμόπουλου (1990-1994) και του Β. Παπαγεωργόπουλου (1998-2002, ανεξάρτητα από το άδοξο τέλος της πολιτικής του διαδρομής) υπήρξαν μεταπολιτευτικά οι πλέον επιτυχείς. Αντίστοιχα, για το ΠΑΣΟΚ, οι υποψηφιότητες του Μ. Παπαδόπουλου (1978) και του Δ. Φατούρου (1990) ήταν εκείνες που διεύρυναν περισσότερο το εκλογικό του ακροατήριο σε έναν δήμο παραδοσιακής κυριαρχίας της Δεξιάς.

 

…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

 

[1] Η αναλυτική περιγραφή των υποδειγμάτων βρίσκεται στον τόμο: Βαρόμετρο 2006. Οι έρευνες κοινής γνώμης της Public Issue. Επιμέλεια Γ. Μαυρή. Αθήνα: Public Issue 2010, σ. 295-310.

 

[2] Μαυρής Γ. & Γ. Συμεωνίδης. (2005). «Μέθοδος εκτίμησης της κατανομής των βουλευτικών εδρών και των εκλογικών περιφερειών». Στο VPRC. Η κοινή γνώμη στην Ελλάδα 2004. Αθήνα: εκδ. Λιβάνη.

 

[3] Βλέπε σχετικά το άρθρο: «Μπορεί οι 2 μονάδες των περιφερειακών εκλογών να αντιστοιχούν σε 9 μονάδες βουλευτικής επιρροής τον Δεκέμβριο;» στην ιστοσελίδα: http://www.publicissue.gr/1616/monades-2010/

 

Scroll to top