ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΙΩΝΗΣ

21/09/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Σπονδή στα «Ματωμένα χώματα»

Δέκα χρόνια χωρίς τη Διδώ Σωτηρίου.
      Pin It

Δέκα χρόνια χωρίς τη Διδώ Σωτηρίου

 

Του Δημήτρη Γκιώνη

 

Διαβάζω στο οπισθόφυλλο του βιβλίου της Διδώς Σωτηρίου «Θέατρο» (εκδ. «Κέδρος», 1995), που περιέχει δύο θεατρικά της έργα κι ένα μονόλογο: «Εζησε δυο παγκόσμιους πολέμους, πλήρωσε ακριβά τη Μικρασιατική Καταστροφή, έπαιξε τη ζωή της κορόνα-γράμματα στην Κατοχή, δουλεύοντας ακούραστα στον παράνομο Τύπο, έζησε κυνηγημένη στην παρανομία στη διάρκεια του Εμφύλιου και αργότερα, ακολουθώντας τη σκληρή μοίρα της αδελφής της, συντρόφου του Μπελογιάννη, αναγκάστηκε να καταφύγει σε ψυχιατρική κλινική για να γλιτώσει από τους συνταγματάρχες της δικτατορίας».

 

Ζωή γεμάτη

 

Η Σωτηρίου έγραψε τα εν λόγω θεατρικά στην προαναφερόμενη κλινική, αλλά προφανώς δεν τα είχε σε ιδιαίτερη εκτίμηση –«το μυθιστόρημα ήταν ο χώρος της», γράφει η αδελφή της Ελλη Παππά που τα προλογίζει. Εφυγε από τη ζωή στις 23 Σεπτεμβρίου 2004 – ήγουν πριν από δέκα χρόνια, στα 95 της. «Εζησε μια ζωή γεμάτη η Διδώ Σωτηρίου, μια από τις σημαντικότερες φωνές της πεζογραφίας μας», διαβάζω στο οπισθόφυλλο του ίδιου βιβλίου. «Δε φοβήθηκε να εναντιωθεί στο περιβάλλον της, δε φοβήθηκε να αγαπήσει, δε φοβήθηκε ακόμα και να σοκάρει, κάνοντας γυμνισμό και οδηγώντας μοτοσικλέτα, σε μια εποχή που οι γυναίκες δίσταζαν ακόμα και να καπνίσουν δημόσια».

 

Γεννημένη το 1909 στο Αϊδίνιο της Μικράς Ασίας, η Διδώ Σωτηρίου ήρθε, μετά την Καταστροφή, στην Ελλάδα, όπου σπούδασε Γαλλική Φιλολογία στην Αθήνα, και συνέχισε τις σπουδές της στο Παρίσι. Από το 1936 άρχισε να δημοσιογραφεί σε έντυπα της Αριστεράς –έξω ως ανταποκρίτρια, εδώ ως συντάκτρια και στέλεχος– και ως δημοσιογράφος έγινε μέλος της ΕΣΗΕΑ.

 

Βρήκε περισσότερο τον εαυτό της ως συγγραφέας. Το 1959 κυκλοφορεί το πρώτο μυθιστόρημά της «Οι νεκροί περιμένουν». Ακολουθούν: «Ηλέκτρα» (1961, που επανεκδόθηκε πρόσφατα) και το 1962 τα «Ματωμένα χώματα», μία από τις πιο αντιπροσωπευτικές μαρτυρίες της Μικρασιατικής Καταστροφής –το πιο πολυδιαβασμένο, πολυμεταφρασμένο και πολυβραβευμένο βιβλίο της (αλλά κακομεταχειρισμένο ως τηλεοπτική σειρά το 2008). Ενα βιβλίο ιδιαίτερα επίκαιρο τις ημέρες αυτές που μετράμε 92 χρόνια από εκείνη την εθνική συμφορά.

 

Γνώρισα τη Διδώ Σωτηρίου στα μέσα της δεκαετίας του ’60 στα πνευματικά απόβραδα της Ελλης Αλεξίου και του Μάρκου Αυγέρη, στο διαμέρισμα της οδού Αλωπεκής, στο Κολωνάκι. Εκεί, με τον σύζυγό της, τον Πλάτωνα Σωτηρίου, επιφανή μαθηματικό – ένα λεβέντη άντρα, μεγάλος έρωτας που κράτησε μια ζωή, η οποία ωστόσο του επιφύλαξε οδυνηρό τέλος, καθώς χτυπήθηκε από βαρύ εγκεφαλικό που τον ταλάνισε 8 χρόνια, ώς το τέλος του, το 1985.

 

Να προσθέσω στα βιβλία της και τα: «Η Μικρασιατική καταστροφή και η στρατηγική του ιμπεριαλισμού στην Ανατολική Μεσόγειο» (1975), «Εντολή» (1976), «Μέσα στις φλόγες» (1978), «Επισκέπτες» (1979), «Κατεδαφιζόμεθα» (1982).

 

Μνήμες οδυνηρές

 

Οντας αδελφή της συντρόφου του Νίκου Μπελογιάννη, η Διδώ συνέδεσε τον βίο της με τα δεινά της και υπήρξε η δεύτερη μητέρα του καρπού του έρωτα της καταδικασμένης Ελλης με τον εκτελεσμένο σύντροφό της.

 

Ζωντανές και πάντα οδυνηρές οι μνήμες της Διδώς από τη χαμένη πατρίδα. Γι’ αυτό και αρνιόταν να την επισκεφθεί. Ηταν τον Φεβρουάριο του 1983 όταν μια πολυμελής ομάδα Ελλήνων λογίων, καλλιτεχνών και δημοσιογράφων (μεταξύ των οποίων και η ταπεινότητά μου) πήγε στην Κωνσταντινούπολη για την απονομή των βραβείων «Ιπεκτσί», που είχαν θεσμοθετηθεί από Ελληνες και Τούρκους, σε μια προσπάθεια να αιμοδοτηθεί η ζητούμενη φιλία μεταξύ των δύο λαών. Από την ομάδα εκείνη έλειπε –και ήταν αισθητή η απουσία της– η βραβευμένη Διδώ Σωτηρίου. Και προφανώς είχε σοβαρότατο λόγο, αφού τις ημέρες εκείνες το βιβλίο της απαγορευόταν στην Τουρκία.

 

Αυτό που δεν έκανε τότε η Σωτηρίου, το πραγματοποίησε τον Νοέμβριο του 1987, όταν αποδέχτηκε πρόσκληση να πάει για ένα δεκαήμερο στη γενέτειρά της, που είχε υποχρεωθεί να εγκαταλείψει στα 13 της. Τι την έκανε να αλλάξει γνώμη, πέρα από το βιβλίο της που κυκλοφορούσε πλέον ελεύθερα; Ιδού τι είπε (εδώ άκρως λακωνικά) σε συνέντευξή μας στην «Ελευθεροτυπία»:

 

«Η σκέψη να πάω άρχισε να ωριμάζει μέσα μου εδώ κι ένα χρόνο. Μ’ έπιασε μια νοσταλγία μεγάλη, κι όπως μεγαλώνω είπα να πάω στην πατρίδα μου, το Αϊδίνι […] . Να δεις τι ενθουσιασμός και τι συγκίνηση επικρατούσε στις συναντήσεις που είχα. […] Εγώ πιστεύω στη φιλία μεταξύ των δύο λαών»…

 

……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………

 

Στο πλαίσιο

 

Αντε, και σιγά σιγά σκάνε μύτη οι –πρωινές και απογευματινές– λεγόμενες ψυχαγωγικές τηλεοπτικές εκπομπές. Είχαμε βέβαια κάποιες και το καλοκαίρι, σε επανάληψη όμως –μπαγιάτικα πράγματα. Και τώρα στα φρέσκα: Ποιοι (συμπεριλαμβανομένων κυρίως παρουσιαστών) από τους εφήμερους –αλληλοφιλοξενούμενους και αλληλο-χαριεντιζόμενους celebrities παντρεύονται, χωρίζουν, ερωτεύονται, έχουν γεννητούρια, γενέθλια, ονομαστική εορτή – διψάει το τηλεοπτικό κοινό. Κι από κοντά χορός και τραγούδι με τα νέα σουξέ, που γνωρίζουν φαρσί. Και στο φινάλε τα μαγαζιά (όχι όποια κι όποια) που τους ντύνουν και τους στολίζουν, επειδή προφανώς προσέρχονται γυμνοί στη δουλειά.

 

Και οι απαραίτητες εκπομπές μαγειρικής. Γιατί μπορεί να έχουμε τα υλικά, αλλά, όπως έχει ξαναεπισημανθεί, λείπουν οι συνταγές, που προσφέρουν αφειδώς οι (αστέρες πλέον) μάγειροι, με κάποιους δοκιμαστές παραδίπλα, που ξερογλείφονται, κάνοντας τη γνωστή κίνηση επιδοκιμασίας με το χέρι ή κλείνοντας τα μάτια. Τώρα, στην περίπτωση που λείπουν τα υλικά, τα δείχνουν κι αυτά, με φαρδιά-πλατιά τις φίρμες που τα παράγουν. Πώς θα τα προμηθευτούν; Πρόβλημά τους.

 

Εχει προηγηθεί η αγωνία, ποιοι και πού από τους εν λόγω μετακινούνται. Το πιο σημαντικό: ποιοι έχουν τη μεγαλύτερη ζήτηση και πόσο πάει η (εν πολλοίς άγνωστη, μειωμένη πάντως, λόγω κρίσης) ταρίφα. Ωστόσο κάποιοι από αυτούς (πού να φτουρήσουν οι έντυποι) πλασάρονται και ως καθηγητές–κράχτες σε ιδιωτικές δημοσιογραφικές σχολές, ώστε να μην εκλείψει, έστω και ως κακέκτυπο, το είδος τους. Υπάρχουν βέβαια και αφανείς, οι πίσω από τις κάμερες, αυτοί που κάνουν τη λάντζα, οι (και) ελάχιστα αμειβόμενοι – αλλά ποιος σκοτίζεται;

 

ΚΑΙ… Διάλεξε: Ή θα δουλεύεις χωρίς λεφτά ή θα κάθεσαι σπίτι σου.

 

[email protected]

 

 

Scroll to top