ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΙΩΝΗΣ

05/10/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ως συνθέτης και «πολιτικά δρων»…

Τα πενηντάχρονα του Σταύρου Ξαρχάκου.
      Pin It

Τα πενηντάχρονα του Σταύρου Ξαρχάκου

 

Του Δημήτρη Γκιώνη

 

get333FileΠενήντα χρόνια από τότε -αρχές δεκαετίας του ’60- που εμφανίστηκε στη μουσική σκηνή συμπλήρωσε εφέτος ο Σταύρος Ξαρχάκος, γεγονός που συνδέεται με σειρά συναυλιών –εδώ και στο εξωτερικό–, μια ανθολογία με έργα του, με διευθυντή τον ίδιο. Τίτλος: «Μάνα μου Ελλάς», από το ομότιτλο τραγούδι, σε στίχους Νίκου Γκάτσου. Μία από τις συναυλίες και αυτή που έδωσε την Τρίτη στο Ηρώδειο.

 

Ο Ξαρχάκος ήταν ο τρίτος που προέκυψε στην άτυπη «παρέα» του Μάνου Χατζιδάκι και του Μίκη Θεοδωράκη (κι ας ήταν 14 χρόνια μικρότερός τους), που, μαζί με άλλους νεότερους, έδωσαν νέα πνοή στο ελληνικό τραγούδι και επιβλήθηκε καταλυτικά στα γούστα του κοινού.

 

Εκτός «γραμμής»

 

Ηταν η εποχή που σχεδόν τα πάντα συνδέονταν με την πολιτική –με την κυρίαρχη νικήτρια παράταξη του Εμφυλίου να επιβάλλει, με τις εγκατεστημένες στο υπουργείο Προεδρίας «επιτροπές ελέγχου», τη δική της «γραμμή» (και) στην πνευματική και καλλιτεχνική ζωή.

 

Ενδιαφέρον έχει να προστεθεί ότι, κάπως αυθαίρετα, ο Χατζιδάκις είχε «χαριστεί» στη Δεξιά, ο Θεοδωράκης στην Αριστερά (το μόνο βέβαιο) και ο Ξαρχάκος στο Κέντρο (επειδή ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο αποκαλούμενος και Γέρος της Δημοκρατίας, είχε παραστεί, τις μέρες της αποστασίας, σε μια συναυλία του). Αλλά ας μη συνεχίσω στο έτσι αφού το σημερινό σημείωμα αφορά τον νεότερο της τριάδας.

 

Ο Σταύρος Ξαρχάκος ξεχώρισε αμέσως για την ποιότητα και την αμεσότητα των τραγουδιών του καθώς, όπως ο Χατζιδάκις και ο Θεοδωράκης, έντυσε τις μουσικές του με στίχους σπουδαίων ποιητών και στιχουργών. Και συνέχισε στα κατοπινά χρόνια, ώς τις μέρες μας – τόσο στη δισκογραφία όσο και στο θέατρο, τον κινηματογράφο, την τηλεόραση. Κρίνω περιττό να αναφερθώ σε πασίγνωστους τίτλους.

 

Αλλά ο Ξαρχάκος δεν αρκέστηκε στο τραγούδι – θέλησε, πίστευε ότι μπορούσε να προσφέρει και στα κοινά. Ετσι δοκιμάστηκε ως βουλευτής, ευρωβουλευτής (με τη Ν.Δ.), δημοτικός σύμβουλος, πρόεδρος σε οργανισμούς (πρόσφατα και στο Εθνικό Θέατρο), απ’ όπου όμως αποχώρησε, καθώς αντελήφθη ότι τον ήθελαν ως «ντεκόρ» (το ίδιο έχει συμβεί και με Χατζιδάκι – Θεοδωράκη). Και καθώς δεν διστάζει να πει τα πράγματα με το όνομά τους, κατά καιρούς τα έχει «ψάλει» όπου δει.

 

Κακούργα πολιτική…

 

Διαβάζω σε εκτεταμένη (12 σελίδες) συνέντευξή του στην Ξένια Καλδάρα, που εξελίχθη σε δικό του άρθρο με τίτλο «Κατάθεσις», στο περιοδικό «Ε» της «Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας» – 9 Φεβρουαρίου 1992: «Η φύση της πολιτικής είναι κακούργα. Πού να γυρίσει λοιπόν κανείς πίσω σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον; Προτιμώ να είμαι ένας “πολιτικά δρων” πολίτης στο μολυσμένο περιβάλλον της Αθηναίων πολιτείας, για το μολυσμό του οποίου ευθύνονται οι πολιτικοί και συνευθύνονται οι πολίτες…»

 

«Ζητούνται Ελληνες», ο τίτλος άρθρου του στον «Ελεύθερο Τύπο» – 24 Μαρτίου 1993: «Η Ελλάδα βρίσκεται στη θέση μιας βαριάς εθνικής κρίσης, όπως περίπου ήταν πριν εκατό χρόνια, όταν κυριαρχούσε πάλι η πολιτική φθορά και η εθνική κοινωνική κρίση, που οδήγησαν στο κράτος της Μελούνας, με την τραγική ήττα του 1897.

 

Τώρα, όπως και τότε, η ευθύνη όλων των πολιτικών φορέων της χώρας, ως τον τελευταίο βουλευτή, είναι τεράστια […] Γιατί ο ελληνικός βίος, αντί να καθαρθεί, πλημμύρισε με σκάνδαλα επί σκανδάλων».

 

Και εντελώς πρόσφατα σε συνέντευξη στον Γιώργο Σκίντζα στο «Βήμα της Κυριακής» – 28 Σεπτεμβρίου: «[…] Νόμιζα ότι θα μπορούσα να έχω ρόλους, αλλά, όπως απεδείχθη δεν ήταν εφικτό. Ως πολίτης εκτιμώ ότι η κρίση είναι βαθιά πολιτική και γι’ αυτό έγινε πολιτισμική. Επομένως η έξοδος από την κρίση προϋποθέτει την υπέρβαση των πολιτικών και των πολιτιστικών αιτίων».

 

Ο Ξαρχάκος δοκιμάστηκε και από την αρνητική αντιμετώπιση ομοτέχνων και μέρους του Τύπου. Ηταν το 1980, όταν, έπειτα από διετείς σπουδές στη Σχολή Τζούλιαρντ της Ν. Υόρκης, έφερε, με την οικονομική ενίσχυση της οικογένειας Λάτση, στην Ελλάδα, για σειρά συναυλιών κλασικής μουσικής, σε επαρχία και Αθήνα (Ηρώδειο), τη Συμφωνική Ορχήστρα της Ν. Υόρκης – και τι ειρωνείες εισέπραξε… Λέει σε συνέντευξή μας στην «Ελευθεροτυπία» – 15 Φεβρουαρίου 1980: «Στις μέρες μας υπάρχει ένα άλλο είδος εμφυλίου πολέμου, πιο φοβερού, πιο επικίνδυνου, πιο διαβρωτικού: Ο πόλεμος που κάνουν οι “κλίκες” και οι “παρεούλες” των ταπεινών συμφερόντων»…

 

……………………………………………………………………………

 

Στο πλαίσιο

 

Παρά τα τερτίπια του καιρού, με βροχές, ψύχρα και υγρασία, οι μεταφεστιβαλικές εκδηλώσεις (που αριθμητικά ξεπερνούν τις του φεστιβάλ) καλά κρατούν στο Ηρώδειο. Πρόλαβα τρεις στην αρχή της εβδομάδας που τράβηξαν τα πλήθη: Παπακωνσταντίνου με θεοδωρακικά υπό τον καλβικό τίτλο «Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία», την Κυριακή. Νταλάρας με «Μουσικό ταξίδι στη Μεσόγειο» τη Δευτέρα. Ξαρχάκος με «Μάνα μου Ελλάς» (Γκάτσος) την Τρίτη.

 

Η διαδρομή του Βασίλη Παπακωνσταντίνου έχει συνδεθεί ελάχιστα με το έργο του Μίκη Θεοδωράκη. Το βράδυ όμως της Κυριακής έδωσε (σε επανάληψη στον ίδιο χώρο – φιλανθρωπική η δεύτερη), με την ορχήστρα που φέρει το όνομα του συνθέτη, τον καλύτερο εαυτό του, συνδυάζοντας το θεοδωρακικό υλικό με το δικό του –φωνητικά και κινητικά– ροκάδικο στιλ, καρυκευμένο με αντιμνημονιακές ατάκες (και, ας προστεθεί, στην πρώτη συναυλία –2 Σεπτεμβρίου– με παρούσα την ηγεσία του ΚΚΕ, στη δεύτερη με στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ). Συγκινητική η συμμετοχή της Παιδικής Χορωδίας της Λαυρεωτικής, που έκλεισε το πρόγραμμα με τα άσματα «Εχε το νου σου στο παιδί» (σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου) και «Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ» (από το «Αξιον Εστί» του Οδυσσέα Ελύτη).

 

Ο Γιώργος Νταλάρας, αέναος αναζητητής μελωδιών, εμφανίστηκε με δυο αγαπησιάρικες φωνές, με τις οποίες έχει συνεργαστεί και στο παρελθόν, αλλά ξεχωριστά με την κάθε μια: Ντούλτσε Πόντες εκ Πορτογαλίας, Νόε εξ Ισραήλ – φίρμες όχι μόνο στον τόπο τους. Τραγούδια από τα μέρη τους, αλλά και δικά μας, σε άψογα ελληνικά – με ή και χωρίς τον Νταλάρα. Συναυλία που συνέπεσε με τα γενέθλια του τραγουδιστή, με ευχές από σκηνής, αλλά και από το κοινό.

 

Ξαρχάκος – εκτενέστερα παραδίπλα.

 

ΚΑΙ… Φιλάθλιοι.

 

[email protected]

 

 

Scroll to top