12/10/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ο Πρόδρομος ρεμπέτικου

Φωνή – φαινόμενο ο Πρόδρομος Τσαουσάκης.
      Pin It

Φωνή – φαινόμενο ο Πρόδρομος Τσαουσάκης

 

Του Δημήτρη Γκιώνη

 

ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΤΣΑΟΥΣΑΚΗΣ

Πρόδρομος Τσαουσάκης 1919-1979

«Ερχομαι τώρα να πω δυο λόγια για τον Πρόδρομο Τσαουσάκη, για τη βροντερή ρεμπέτικη φωνή του. Εχει τραγουδήσει πάνω από 150 τραγούδια μου. Γίνανε όλα, σχεδόν, επιτυχίες. Είναι ο μόνος άνθρωπος που δεν αξιοποίησε αυτές τις επιτυχίες και προτίμησε την ησυχία, τον απομονωτισμό. Είναι ο μεταπολεμικός γίγαντας του λαϊκού τραγουδιού. Κι αυτός ήταν αποκάλυψή μου», έλεγε ο Βασίλης Τσιτσάνης σε συνέντευξή του στη Σοφία Μιχαλίτση, Τρίτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ, 1976. Με κάποιες υπερβολές, τουλάχιστον ως προς τον αριθμό των τραγουδιών του που έχει πει ο Τσαουσάκης: Δεν ξεπερνούν τα 50 από τα 186 που έχει ερμηνεύσει συνολικά, συμπεριλαμβανομένων και μερικών που φέρουν την υπογραφή του ως δημιουργού, σύμφωνα με τον ερευνητή του ρεμπέτικου Πάνο Σαββόπουλο, σε εκτενές αφιέρωμα στο ένθετο περιοδικό της εφημερίδας «Μακεδονία» «Πανσέληνος», Νοέμβριος 2003 (απ’ όπου και δανείζομαι τον κεντρικό τίτλο).

 

Και παλαιστής

 

Γεννημένος το 1919 στην Πόλη, και από το 1922, μετά την καταστροφή, στη Θεσσαλονίκη, έζησε έναν περιπετειώδη βίο και πέθανε στις 23 Οκτωβρίου 1979, στην Καλλιθέα από έμφραγμα (ήγουν πριν από 35 χρόνια, εξ ου και το παρόν μικρό αφιέρωμα). Από τους αντιπροσωπευτικότερους και δημοφιλέστερους ερμηνευτές του ρεμπέτικου και του λαϊκού. Πριν, για βιοπορισμό, υποχρεώθηκε να κάνει άλλα: παλαιστής, όντας ρωμαλέας σωματικής κατασκευής, και δουλειές του ποδαριού. Στον πόλεμο του 1940 πήγε εθελοντής και λόγω των ανδραγαθημάτων του έγινε λοχίας. Κι επειδή τους λοχίες τότε τους έλεγαν τσαούσηδες, επέλεξε ως επώνυμο το ψευδώνυμο Τσαουσάκης, αντί του Μουτάφογλου που ήταν το πραγματικό του. Επιστρέφοντας από το μέτωπο πιάστηκε από τους Γερμανούς, φυλακίστηκε και γλίτωσε από θαύμα.

 

«Ο Τσαουσάκης ήταν ένα πραγματικό φαινόμενο, που σφράγισε με τη φωνή του τις δεκαετίες του ’40 και του ’50. Χαρακτηριστικό είναι ότι μόνο με 5-6 χρόνια στη δισκογραφία και στο πάλκο έγινε αντικείμενο “αντιγραφής”. Πρώτος και καλύτερος ο Καζαντζίδης», γράφει στο προαναφερόμενο αφιέρωμα ο Πάνος Σαββόπουλος. Πράγμα που παραδέχεται και ο ίδιος ο Καζαντζίδης. Λέει στον Βασίλη Βασιλικό στο βιβλίο του «Υπάρχω» (εκδ. Λιβάνη, 2000): «Οταν πρωτοβγήκα στη δουλειά όχι μόνο τραγουδούσα το ρεπερτόριο του Τσαουσάκη, αλλά προσπαθούσα να τον “κάνω” σε όλα, προσπαθούσα να του μοιάσω».

 

Συνεχίζει στο ίδιο κείμενο ο Σαββόπουλος: «Αλλά και άλλοι μεγάλοι τραγουδιστές, όπως ο Πάνος Γαβαλάς, ακόμη και ο Στράτος Διονυσίου, στα πρώτα τους βήματα “πάτησαν” κάπως πάνω στον Τσαουσάκη. Αν τώρα σκεφτεί κανείς ότι όλοι αυτοί που είχαν στην αρχή για πρότυπο τον Τσαουσάκη τελικά επιβλήθηκαν, ενώ το ίδιο το “πρότυπο” είχε παραγκωνιστεί από τις μεγάλες εταιρείες, είναι εύκολο να κατανοήσει την πίκρα και την απογοήτευσή του».

 

Στο «Παρασκήνιο»

 

Δούλεψε σε κέντρα, κυρίως σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα, εκτός από τον Τσιτσάνη, με Παπαϊωάννου, Μητσάκη, Καλδάρα, Μπακάλη, Μπίνη κ.ά. Λέει ο τελευταίος στον Γιώργο Σκαμπαρδώνη στο αφιέρωμα της «Πανσελήνου»: «Τον Τσαουσάκη τον γνώρισα στη Θεσσαλονίκη, λίγο πριν την Κατοχή. Ο Πρόδρομος ήταν φορτοεκφορτωτής στην αγορά του Κολόμβου. Κουβαλούσε πορτοκάλια, μανταρίνια, τέτοια πράγματα […] Τραγουδήσαμε μαζί, ταιριάζαμε στο τραγούδι. Ητανε πολύ καλός τραγουδιστής, όταν τραγουδούσε βαστούσε έναν μπαγλαμά στα χέρια του […] Από νέος ήταν πεχλιβάνης και πάλευε, εκεί στον Λαγκαδά. Ητανε πολύ δυνατός άντρας, σαν γορίλας, όλος τρίχα!»

 

Μερικοί τίτλοι τραγουδιών που έχει πει: Τσιτσάνη: «Αντιλαλούνε τα βουνά», «Στρώσε μου να κοιμηθώ», «Ομορφη Θεσσαλονίκη», «Είμαστε αλάνια». Βαμβακάρη: «Ρίξε Τσιγγάνα τα χαρτιά», «Μπουζούκι γλέντι του ντουνιά». Καλδάρας: «Ο κόσμος όλος με κατακρίνει», «Μες στης χήρας την ταβέρνα». Δικό του: «Γιατί καλέ γειτόνισσα».

 

Προσωπικά τον είχα γνωρίσει, ως δημοσιογράφος, σε ένα πορτρέτο για την τηλεοπτική εκπομπή «Παρασκήνιο», σκηνοθεσία Μίλλυ Γιαννακάκη, Αύγουστος 1979, δυο μήνες πριν πεθάνει. Μολονότι φαινόταν καταπονημένος, μου είχαν κάνει εντύπωση η ειλικρίνεια, η ευγένεια και η αθωότητά του. «Γυρίζαμε» σ’ ένα καφενεδάκι σε κεντρικό δρόμο στην Καλλιθέα. Εξω φασαρία, αυτοκίνητα, αλλά αυτός, χρόνια εκεί, απολάμβανε, έλεγε, τον καθαρό αέρα! Κι έπειτα, προς το τέλος της κουβέντας, του ζήτησα να εξηγήσει τους χαρακτηρισμούς ρεμπέτης, μάγκας, αλάνης, αλήτης, στους οποίους είχε προαναφερθεί – και πώς ο ίδιος θα χαρακτήριζε τον εαυτό του. Αλλά καθώς η λέξη αλήτης έπεσε τελευταία, παραλίγο να παρεξηγηθεί: «Οχι και αλήτης!».

 

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

 

Στο πλαίσιο

 

Σαν να έκαναν χάρη στον Βασίλη Χριστόπουλο που τον απομάκρυναν από το τιμόνι της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών. Ο εκ Γερμανίας Στέφανος Τσιαλής ασφαλώς δεν ήξερε τι τον περίμενε: ψαλιδισμένη αγρίως η κρατική επιχορήγηση (κοντά στο 1/3), με τον υπουργό να μην έχει δεχθεί ακόμη τον νέο (που πάντως δεν επέλεξε ο ίδιος). Εν τω μεταξύ, καθώς διάβασα εδώ σ’ εμάς, μισοάδεια η αίθουσα του Μεγάρου Μουσικής στην πρώτη συναυλία εν κλειστώ, υπό τη διεύθυνση του διαδόχου (που πάντως τα πήγε πολύ καλά), εκεί που άλλοτε ήταν υπερπλήρης – ειδικότερα με νέους. Δεν αντέχεται η επιτυχία σ’ αυτόν τον τόπο.

 

Πενήντα χρόνια στο μουσικό τοπίο συμπληρώνει και ο Διονύσης Σαββόπουλος, που παραμένει το μοναδικό άλλο στο ελληνικό τραγούδι: συνθέτης, στιχουργός, ερμηνευτής και, ενίοτε, διασκεδαστής, καθ’ ότι δεινός και στην πρόζα. Οι του ’60 εκδρομείς τού είμαστε ευγνώμονες. Κι ας λέει ενίοτε πράγματα που προκαλούν (προσωπικά πιστεύω ότι είναι πληκτικό και ύποπτο όταν όλοι σε επαινούν ή σε λοιδορούν).

 

Μετά τα αγγλικά και τα γαλλικά, και στα ισπανικά ο «Γλαύκος Θρασάκης» του Βασίλη Βασιλικού, γνωστού στην Ισπανία από την έκδοση, πλην του φημισμένου «Ζ», και άλλων βιβλίων του. Το πιο προσφιλές αλλά και το πιο πολυδουλεμένο του συγγραφέα. Κι ας προσθέσω αυτό που ειπώθηκε στην παρουσίασή του στην αίθουσα εκδηλώσεων του Ινστιτούτου Θερβάντες την περασμένη Δευτέρα: Μόλις το 1/100 της ισπανικής λογοτεχνικής παραγωγής αφορά τη νεοελληνική λογοτεχνία. Ποιοι οι προτιμώμενοι συγγραφείς μας; Καβάφης, Καζαντζάκης, Βασιλικός και, τελευταία, ο Πέτρος Μάρκαρης με τα αστυνομικά του. Οπως περίπου και στην υπόλοιπη υδρόγειο.

 

ΚΑΙ… Ανάδελφοι.

 

[email protected]

 

 

 

 

Scroll to top