14/07/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ο ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΕΡΩΤΑΣ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΜΕΛΑ

Και ο παντρεμένος είχε ψυχή…

      Pin It

Γράφει ο ΙΟΣ

 

Οχι μόνο ο εργένης Ιων Δραγούμης, αλλά και ο οικογενειάρχης γαμπρός του ήρθε αντιμέτωπος με τη βικτωριανή ηθική. Μικρή κατάδυση σε αρχειακά τεκμήρια ενός αιώνα

 

Κάθε μετατόπιση του πολιτικοϊδελογικού στίγματος της δημόσιας ζωής επενδύεται συνήθως με τη μυθιστορηματική ανάδειξη ενός «πρότυπου» ήρωα από το παρελθόν, η ζωή και η δράση του οποίου ανταποκρίνονται (ή προσαρμόζονται εκ των ενόντων) στις ανάγκες της εποχής. Η εθνικιστική υστερία της δεκαετίας του 1990 επενδύθηκε στη μορφή του Ιωνα Δραγούμη – όχι τόσο τον γεμάτο αντιφάσεις πραγματικό βίο του όσο την εικόνα του που κατασκεύασε ο Φρέντυ Γερμανός στην «Εκτέλεση» κι αναπαρήγαγε εν έτει 1993 το ομώνυμο σίριαλ του ΑΝΤ1. Η αριστερογενής εθνικοφροσύνη της ίδιας δεκαετίας αγκάλιασε τον Αρη Βελουχιώτη του Χαριτόπουλου, έναν έφιππο «αρχηγό των ατάκτων» αποστειρωμένο από την κομμουνιστική ιδεολογία και στράτευσή του. Η σοσιαλφιλελεύθερη συναίνεση της δεκαετίας του 2000 αναζωογόνησε τα αντικομμουνιστικά σύμβολα των μετεμφυλιακών χρόνων, με πρώτο τον φοιτητή Κίτσο Μαλτέζο (2000), η δε μνημονιακή μετεξέλιξή της έφτασε μέχρι την αποκατάσταση του σκοτεινού διευθυντή της κατοχικής Siemens, Ιωάννη Βουλπιώτη. Προφανής είναι ωστόσο η ανάγκη ενός λιγότερο προβληματικού ήρωα, που θα μπορούσε να εμπνεύσει τον μέσο Ελληνα για την ανάγκη αυτοθυσίας μέχρι θανάτου προκειμένου να ξεπεράσει «το έθνος» τις παρούσες «δυσκολίες» του.

 

Η μορφή που καλείται να καλύψει αυτό το κενό είναι ο μακεδονομάχος Παύλος Μελάς. Ηρωας ευρύτατα αποδεκτός από την ελληνική κοινωνία, διαθέτει επιπλέον τα χαρακτηριστικά που τον αναδεικνύουν σε κεντρικό σημείο αναφοράς (και σύγκλισης) της ευρύτερης Δεξιάς: επαγγελματίας στρατιωτικός, γόνος και γαμπρός επιφανών οικογενειών, βαθιά συντηρητικός και θρησκευόμενος οικογενειάρχης. Κυρίως έτοιμος να θυσιαστεί για ν’ αφυπνίσει το έθνος, σε μια εποχή που (όπως θέλει ο μύθος) οι Ελληνες ήταν βυθισμένοι στο τέλμα του «κομματισμού» και των συντεχνιακών -θα λέγαμε σήμερα- πρακτικών.

 

Τομή γι’ αυτή την επικαιροποίηση συνιστά η «μυθιστορηματική βιογραφία» του Μελά που κυκλοφόρησε τον Ιούνιο από την ιστορικό Μίτση Πικραμένου, ως προέκταση του ομοειδούς μπεστ σέλερ της για την Πηνελόπη Δέλτα («Η κυρία με τα μαύρα»). Το τελευταίο επρόκειτο να παρουσιαστεί τον Μάιο του 2012 από τον Αντώνη Σαμαρά, τελικά όμως τον αντικατέστησε λόγω εξελίξεων ο αδερφός του Αλέξανδρος. Σε συνέντευξή της στη φιλοκυβερνητική «Δημοκρατία» (26.6.2013), η συγγραφέας δεν κρύβει την πολιτική στόχευση του έργου της: «Επέλεξα αυτόν τον τίτλο [“Ωραίος ως Ελλην”], γιατί θεωρώ ότι οι Ελληνες συσπειρώνονται την ώρα του κινδύνου. Μπορεί να ξεχνούν κάποιες φορές ποιοι είναι και να μουρμουρίζουν με το οτιδήποτε, όπως συμβαίνει αυτή την εποχή, όμως αν παρουσιαστεί κίνδυνος οι Ελληνες γίνονται μια γροθιά και αλληλοϋποστηρίζονται. [...] Ετσι κάνει ο Ελληνας την ώρα της ανάγκης και θεωρώ τον Παύλο Μελά διαχρονικό πρότυπο ωραίου Ελληνα». Σε άλλη συνέντευξή της, η ίδια τονίζει πως οι πρωτοβουλίες του Μελά και των συντρόφων του είχαν ν’ αντιμετωπίσουν, εκτός από τους εχθρούς του έθνους, και «την αντίδραση κάποιων βολεμένων Ελλήνων, που δεν επιθυμούσαν αλλαγές».

 

Υποσημειώνουμε ότι στη σελίδα της στο facebook η κ. Πικραμένου εμφανίζεται ως οπαδός του Πάνου Καμμένου. Η παραπάνω συλλογιστική θα μπορούσε, άραγε, να εκληφθεί ως τόπος σύγκλισης των δυο βασικών ρευμάτων της κοινοβουλευτικής Δεξιάς; Στο πρόσωπο του Μελά αναφέρεται πάντως παραδοσιακά και ο τρίτος πόλος της εγχώριας εθνικοφροσύνης, η ναζιστική Χρυσή Αυγή.

 

Πατρίς – θρησκεία – οικογένεια;

 

Η ανάδειξη του Μελά σε εθνικό πρότυπο αντικατοπτρίζει ωστόσο μιαν ακόμη πλευρά της επερχόμενης συντηρητικοποίησης. Σε αντίθεση με τον μποέμ κουνιάδο του, Ιωνα Δραγούμη, η άστατη προσωπική ζωή του οποίου απέκλινε αισθητά από τα αστικά ήθη του καιρού του (και γι’ αυτό γοήτευε τα εθνοφιλελεύθερα nineties), ο Μελάς εμφανίζεται σαν η ζωντανή ενσάρκωση του τριπτύχου πατρίς – θρησκεία – οικογένεια. «Το μεγάλο πάθος του ήταν η πατρίδα και η γυναίκα του», τονίζει χαρακτηριστικά η κ. Πικραμένου. «Δεν ξέρω αν κι εκείνη ένιωθε τόσο ερωτευμένη μαζί του. Εκείνος όμως δεν νομίζω να κοίταξε άλλη γυναίκα από την ώρα που είδε τη Ναταλία. Ετσι όπως τα γράφει στις επιστολές του, είμαι βέβαιη γι’ αυτό».

 

Μολονότι επαγγελματίας ιστορικός, η συγγραφέας δεν φαίνεται να έλαβε υπόψη της παρά μόνο όσα θέλησε να μάθουμε για τον ήρωά της η χήρα και πρώτη βιογράφος του. Γιατί η περίπτωση του Παύλου Μελά έχει αυτή την ιδιομορφία: ό,τι σχεδόν ξέρουν οι Ελληνες γι’ αυτόν, προέρχεται από τη βιογραφία του που η Ναταλία Μελά δημοσίευσε ανώνυμα το 1926 στην Αλεξάνδρεια κι επώνυμα το 1964 στην Αθήνα, ενσωματώνοντας ένα μέρος της προσωπικής αλληλογραφίας του. Εξαιρετικά καλογραμμένο, το βιβλίο της φιλοτεχνεί την εικόνα ενός οικογενειάρχη πατριώτη, οι προσωπικές αδυναμίες του οποίου περιορίζονταν στην υπερβολική ίσως πρόσδεσή του στο σόι της συζύγου του. Βασικός κρίκος τής τότε πολιτικής ζωής, η οικογένεια Δραγούμη προβάλλει έτσι ως ο συλλογικός πρωταγωνιστής της βιογραφίας του γαμπρού της, καθαγιαζόμενη κι αυτή μαζί του.

 

Οπως διαπιστώνουμε όμως από την αντιπαραβολή με τα πρωτότυπα που φυλάσσονται στο Μουσείο Μπενάκη, η δημοσίευση των επιστολών του Μελά από τη Ναταλία δεν υπήρξε μόνο επιλεκτική. Μεγάλο μέρος τους έχει υποστεί σοβαρές αλλοιώσεις, προκειμένου να εξευγενιστεί η δράση των μακεδονομάχων και να προστατευθεί η εικόνα κάποιων τοπικών παραγόντων, που στο μεσοδιάστημα είχαν εξελιχθεί σε κομματάρχες της οικογένειας. Εξίσου σημαντικές είναι οι περικοπές και αλλοιώσεις που απέβλεπαν στην εξάλειψη μιας πτυχής του πραγματικού Παύλου Μελά, ως φορέα ερωτικών επιθυμιών και συναισθημάτων.

 

Η εικόνα αυτού του πραγματικού Μελά, όπως αναδύεται από το προσωπικό του αρχείο κι από τα οικογενειακά αρχεία των Δραγούμηδων που φυλάσσονται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη, είναι γαρ πολύ πιο ανθρώπινη, περίπλοκη και (από μυθιστορηματική άποψη) ενδιαφέρουσα απ’ ό,τι το ιδεοτυπικό σχήμα που επινοήθηκε μετά τον θάνατό του. Κατά τους τελευταίους μήνες της ζωής του, ταυτόχρονα με την εμπλοκή του στον Μακεδονικό Αγώνα, έζησε έναν παράλληλο έρωτα – και μάλιστα όχι με κάποιαν άσχετη, αλλά με την παντρεμένη κουνιάδα του Εφη Καλλέργη, τρία χρόνια μικρότερη από τη σύζυγό του και πέντε από τον ίδιο.

 

Οι μπούκλες και το κωνσταντινάτο

 

Μια πρώτη νύξη έχει κάνει -διακριτικά- η ιστορικός Περσεφόνη Καραμπάτη, στην εισαγωγή της έκδοσης των ημερολογίων του Μελά από το Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα (2005). Μελετώντας τα πρωτότυπά τους, γράφει, «διαπίστωσα για μια ακόμη φορά ότι συχνά τα αντικείμενα μιλούν πολύ περισσότερο από ό,τι τα γραφόμενά μας. [...] Στις σελίδες του πρώτου σημειωματαρίου βρέθηκαν ένα κομμάτι σπάγκος τυλιγμένος σε χαρτί επιστολής σφραγισμένης με βουλοκέρι, που απευθυνόταν προς τον Στέφανο Δραγούμη. Επίσης, ένα σημείωμα της αδελφής της γυναίκας του, Εφης Καλλέργη, με τη φράση I kiss you and God bless you Effie, μαζί με μια μπούκλα από τα μαλλιά της. Ανάμεσα στα άλλα μικροαντικείμενα που υπάρχουν, [...] βρίσκονται τυλιγμένα σε ένα χαρτί επιστολής μερικά καστανά μαλλιά που έχουν αρχίσει να ασπρίζουν. Πρόκειται για τα μαλλιά του ίδιου του Μελά, που είχε στείλει στην γυναικαδελφή του Εφη» («Αγώνας και διλήμματα», σ. 15-6).

 

Το προφανές ερωτικό σημαινόμενο αυτής της ανταλλαγής τράβηξε, λογικά, την προσοχή μας. Μια δεύτερη ένδειξη προέκυψε από τα τελευταία λόγια του Μελά, όπως αυτά καταγράφονται από τον σύντροφό του Λάκη Πύρζα, σε αντίγραφο του ημερολογίου του που φυλάσσεται στο ίδιο αρχείο: τραυματισμένος, διαβάζουμε, ο Παύλος «έβγαλεν τον σταυρόν του από τον λαιμόν, μου είπεν τον σταυρόν να τον δώσεις εις την γυναίκα μου και το τουφέκι όπως σου είπα του Μίκη [του γιου του], το κωνσταντινάτο εις την Εφην να το δώσης και να ειπής ότι το καθήκον μου έκαμα» (φ. 3, έγγρ. 221στ). Υπενθυμίζουμε πως η εκδοχή του Πύρζα ήταν αυτή που επιλέχθηκε από την οικογένεια Δραγούμη, μεταξύ διαφόρων αντιφατικών αφηγήσεων για τον θάνατο του Μελά, κι επιβλήθηκε τελικά ως επίσημη (βλ. «Ιός» 10.10.2004). Στο βιβλίο της χήρας, η αναφορά του ετοιμοθάνατου στην κουνιάδα του έχει εξαφανιστεί (σ. 413-4).

 

Η απάλειψη αυτή αντιφάσκει με τη στενή σχέση της Εφης με το ζεύγος Μελά, όπως αποτυπώνεται στην ίδια βιογραφία. Οταν ο Παύλος διανυκτέρευε στην Αθήνα το 1904, διαβάζουμε, «αφού περνούσε τη βραδιά, όπως πάντα, στα πεθερικά του, έκαναν ακόμη μακρύ αποβέγγερο αυτός, η γυναίκα του και η Εφη Καλλέργη σπίτι της» (σ. 190). Στο σπίτι των Καλλέργηδων -κι όχι το δικό του- κατευθύνθηκε ο Μελάς επιστρέφοντας από την πρώτη αποστολή του στη Μακεδονία, καλώντας με σφυρίγματα την Εφη να βγει στο παράθυρο (σ. 266). Ακόμη και η τελευταία επιστολή του προς αυτήν απευθυνόταν, συμπτωματικά βέβαια. Η Ναταλία παραθέτει αποσπάσματά της (σ. 407-8), στο αρχείο δεν υπάρχει όμως, ούτε αυτή ούτε μια επιστολή της Εφης που ο Παύλος μνημονεύει στην αλληλογραφία του (σ. 397).

 

Το σημειωματάριο

 

Τη στενή αυτή σχέση επιβεβαιώνουν οι ημερολογιακές εγγραφές των σημειωματαρίων του Μελά, που δημοσιεύθηκαν το 2005. Το πιο ενδιαφέρον σημείο αφορά την κοινή επίσκεψη του Παύλου και της κουνιάδας του στο νεκροταφείο, την παραμονή της πρώτης εξόδου του στη Μακεδονία (23.2.1904): «Εις την οδόν Σταδίου συναντώ την Δανάην Καλλέργην. Εξ αυτού συμπεραίνω ότι και η Εφη θα είνε εις του πενθερού μου. Διά να με ιδή, σπεύδω προς τα εκεί διά να μη φύγη [...] Την συναντώ εις του Μαυρομιχάλη εμπρός. Κατέρχομαι της αμάξης και της λέγω ότι πηγαίνω εις το νεκροταφείον. Μου προτείνει να έλθη μαζί, διότι θέλει να υπάγει εις της θείας Ελίζας τον τάφον. Η καρδιά της είνε αγγελική, περισσότερον πονεί διά τους άλλους παρά διά τον εαυτόν της. Τας ημέρας αυτάς είνε πολύ λυπημένη και καταβεβλημένη, διότι με λυπείται. Πολύ ολίγον μου ομιλεί κατά την διάρκειαν της εις το νεκροταφείον μεταβάσεώς της, αλλ’ αισθάνομαι τι αισθάνεται [οι τελευταίες 4 λέξεις προστέθηκαν αργότερα, με διαφορετική μελάνη]. Εκεί χωρίζομεν. Εγώ πηγαίνω εις του πατρός μου το μνήμα και αυτή τον ιδικόν τους. [...] Κόπτω ολίγους μενεξέδες εκ του τάφου του. Κρατώ μερικούς και δίδω τους άλλους εις την Εφην» (σ. 93-7).

 

Η Ναταλία αναπαράγει το απόσπασμα όσον αφορά την επίσκεψη του άντρα της στον πατρικό τάφο, εξαφανίζει όμως κι εδώ την παρουσία της αδερφής της (σ. 192). Οπως επίσης εξαφανίζει το αίτημα του Παύλου να του δώσουν «την τελευταίαν φωτογραφίαν, την οποίαν έκαμον μαζί», για να την έχει μαζί του (σ. 101), και μια συγκεκριμένη στιγμή του οικογενειακού αποχαιρετισμού: «Η Εφη στέκει προ της θερμάστρας μέσα εις την σάλαν. Εθαύμασα άλλην μίαν φοράν τον χαρακτήρα της. Με είχεν ειπή ότι δεν θέλει να κλαύση και σχεδόν δεν κλαίει. Πριν φύγω την φιλώ άλλην μίαν φοράν» (σ. 107-9).

 

Την επομένη της αναχώρησης, ο Μελάς αποχαιρετά πάλι νοερά τα αγαπημένα του πρόσωπα: «Εις την αυτήν αγκαλιά σας σφίγγω παιδιά μου, Νάτα μου, Εφη μου και όλοι οι άλλοι» (σ. 113).

 

Την εικόνα συμπληρώνει μια γραπτή εκμυστήρευση της Εφης προς τον αδελφό της Ιωνα (26.3.1904): «Αισθάνομαι φοβερά αδύνατη και κακή φέτος και δεν αισθάνομαι ικανή να λάβω τη θεία κοινωνία. Ευτυχώς το Λεοναράκι μου [ο μικρός γιος της] είναι εδώ πλησίον και με τραβά πάλιν εις την ευθείαν οδόν και με δεικνύει τα καθήκοντά μου». Για τον Παύλο εκφράζει θαυμασμό, «διότι είναι όλος φωτιά και θέλει να κατορθώση πολλά», και συμπληρώνει: «Πώς ζηλεύω όλους όσους ημπορούν και είναι άξιοι να εργασθούν, εγώ είμαι μια χαζή γυναικούλα και προς τούτοις ένα μηδενικόν».

 

Η συνθηματική αλληλογραφία

 

Στο αρχείο Μελά φυλάσσονται τρεις επιστολές που αντάλλαξαν Εφη και Παύλος κατά τη διάρκεια των αποστολών του τελευταίου στη Μακεδονία, μ’ ένα κοινό χαρακτηριστικό: προσωπικές διαβεβαιώσεις αγάπης, διατυπωμένες σχεδόν συνθηματικά ανάμεσα στις γραμμές που αναφέρονται στις εκατέρωθεν οικογένειες και το ευρύτερο σόι. «Είναι μόλις δυο βδομάδες αφ’ ότου έφυγες και με φαίνεται τόσον μακρός ο καιρός και ως να συνέβησαν πολλά τα οποία μόνον εφαντάσθην και ωνειρεύθην», διαβάζουμε λ.χ. στο πρώτο γράμμα της Εφης (9.3.1904). «Δεν περνά στιγμή οπού δεν σε συλλογίζομαι με αγάπην αυτό να το πιστεύσης και συ μόνον να το γνωρίζης. [...] Είναι ήδη μεσάνυκτα, ο Γιάννης [ο σύζυγός της] κοιμάται και εγώ είμαι ετοίμη διά να πλαγιάσω. Καλή νύκτα my dear boy, αι σκέψεις μου σε παρακολουθούν. [...] Εάν θέλης να σε γράψω πάλιν να καταστρέψης αυτό το γράμμα». Ενδιαμέσως, υπονοεί μια όχι και τόσο ομαλή οικογενειακή ζωή: «Θέλω να μεγαλώση», γράφει για το παιδί της, «και ποτέ να μη μας ακούση να συζητούμεν ο Γιάννης και εγώ, θέλω να ζήση εις ατμοσφαίραν ομονοίας και αγάπης».

 

Ακόμη εκδηλωτικότερη είναι στο δεύτερο γράμμα της (22.7.1904): «Παυλάκι μου το πρωί όταν έφυγες είχα την πεποίθησιν ότι θα περάσης από το σπήτι να μας σφυρίξης, αλλά αν και από τας 4½ επερίμενα εις το παράθυρον μόνον κατά τας 5 και 10 ήκουσα εις την ησυχίαν της πρωίας τον μακρινόν τροχασμόν του αλόγου σου, έως ότου εχάθη από την ακοήν μου. Είχα μεγάλην διάθεσιν να έλθω και να σε αποχαιρετήσω και να σε ευχηθώ, αλλά η δευτέρα σκέψις όπως πάντοτε ενήργησε επί το λογικώτερον. Αι ευχαί μου σε ακολουθούν πάντοτε ως και η αγάπη μου».

 

Το γράμμα του Μελά (ακριβέστερα: σχέδιο επιστολής) συντάχθηκε λίγο πριν από την τελευταία έξοδό του κι αναφέρεται ρητά στην επίμαχη μπούκλα: «Πνίγομαι από αγάπην και συγκίνησιν και θα αισθανθώ ανακούφισιν μόνον εάν αισθανθώ ελευθέραν την καρδίαν μου να ειπή τον πόνον της. [...] Εφη μου, άγγελέ μου, αγία και ηρωική αδελφή μου, σ’ ευγνωμονώ διά την βαθείαν συμπάθειάν σου και την αγάπην σου˙ δεν θα ξεχάσω ποτέ τα δάκρυά σου κατά την αναχώρησίν μου. [...] Ο Κοντούλης μου ενεχείρισε την έγγραφον ευχήν σου. Αναγιγνώσκων τας δύο αυτάς γραμμάς σου έβλεπον τα ωραία σου μάτια και ήκουον τους παλμούς της καλής, της μεγάλης καρδίας σου. Τας ολίγας σου λέξεις εκάρφωσα επί της καρδίας μου και είμαι βέβαιος ότι δεν θα πάθω τίποτε».

 

Η εκδοχή της Εφης

 

Ο Μελάς σκοτώθηκε στη Στάτιτσα στις 13 Οκτωβρίου 1904. Τα προσωπικά του αντικείμενα παραδόθηκαν από τον Πύρζα στην οικογένεια Δραγούμη τα Χριστούγεννα και, μοιραία, οδήγησαν σε κάποιες εξηγήσεις. Η οικογενειακή αλληλογραφία που φυλάσσεται στη Γεννάδειο εμφανίζει πάντως αξιοσημείωτο κενό κατά το 1905, μ’ εξαίρεση κάποιες επιστολές της Εφης προς τον Ιωνα Δραγούμη. Η πιο ενδιαφέρουσα είναι γραμμένη στα αγγλικά, φέρει ημερομηνία 20.6.1905 και αφορά το ξεκαθάρισμα της υπόθεσης ανάμεσα στις δυο αδερφές:

 

«Τζωνάκι, το γράμμα σου έφτασε μια μέρα όταν είχα μιλήσει με τη Νάτα για τον Παύλο. Εκλαιγε κι εγώ είμουνα παγερή. Σα γύρισα σπίτι κι έπεσα πάνω στο γράμμα σου, το διάβασα και τα δάκρυά μου έπεφταν ένα ένα πάνω στο μωρό μου που είχα στο στήθος. Θυμόμουνα όλη την περσινή χρονιά και λυπόμουνα που τα πάντα τέλειωσαν πλέον για πάντα. Είμουνα τόσο λυπημένη που δεν απόλαυσα καμιά ευτυχία τότε, σα να επρόκειτο να διαρκέσει για πολύ ακόμα. Πάλεψα όμως και τα κράτησα όλα για τον εαυτό μου. Είναι αστείο να το λέω πως ένοιωσα τόσο ευτυχισμένη όταν εκείνη τη νύχτα μου είπε πως μ’ αγαπά. Δε θάπρεπε νάμαι ευτυχισμένη, όμως η καρδιά μου έτρεμε από χαρά και την επόμενη μέρα, όταν μου ζήτησε συγνώμη, θα μπορούσα να του έχω πει πως τον ευχαριστώ γιατί μου είχε κάνει τόσο καλό».

 

Η επίμαχη επιστολή του Ιωνα δεν περιλαμβάνεται, δυστυχώς, στο αρχείο. Γνωρίζουμε όμως πως επισκέφθηκε τους επόμενους μήνες την Αθήνα. Για όσα ειπώθηκαν τότε, μια νύξη συναντάμε σε επιστολή της Εφης στις 17 Δεκεμβρίου: «Η Νάτα επρογεύθη μαζί μου και όπως πάντοτε όταν ήμεθα μόναι εμιλήσαμεν διά τον Παύλον μας και αισθανόμην ότι συ έλλειπες από την causerie intime [ενδόμυχη κουβεντούλα], συ ο οποίος εννοείς και την μιαν και την άλλην». Η εκδοχή του ανομολόγητου έρωτα επαναλαμβάνεται και σε μεταγενέστερο γράμμα (27.2.1906): «Η λύπη η μεγάλη και βαθειά, ότι ο Παύλος δεν είναι μαζί μας είναι πάντοτε παρούσα. Κανέναν ποτέ δεν θα αγαπήσω τόσον όσον ηγάπησα Αυτόν και λυπούμαι ότι δεν το ήξερε ίσως διότι έχω βεβαιότητα της διαγωγής μου και πηγαίνω εκεί που πρέπει, ίσια κατάισια, όπως λέγεις».

 

«Το γένος Δραγούμη»

 

Τα γραπτά της Ναταλίας προς τον Ιωνα, την ίδια εποχή, δεν περιέχουν την παραμικρή σχετική νύξη. Η ίδια τον είχε άλλωστε προειδοποιήσει, μ’ αφορμή κάποιαν άσχετη υπόθεση (17.10.1903), πως οι προσωπικοί καημοί δεν πρέπει ν’ αποτυπώνονται στο χαρτί: «Εχω τόσα να σε ειπώ, μέσα μου συσσωρεύονται μέσα μου! Αλλά γνωρίζω ότι απ’ όλα αυτά δεν θα σε γράψω τίποτε διότι τα γράμματα εδόθησαν εις τους ανθρώπους διά να μην εκφράζουν ό,τι αισθάνονται».

 

Η τακτοποίηση των λογαριασμών με την αδερφή της θα γίνει, ως εκ τούτου, διά της σιωπής – ακριβέστερα, της διαγραφής της από την Ιστορία. Το «ευρετήριο προσώπων» που συνοδεύει την τελική έκδοση της βιογραφίας του Μελά περιέχει εκτενέστατα λήμματα για όλη την οικογένεια. Μόνη εξαίρεση η ποθητή του βιογραφούμενου, στην οποία -ως υπόμνηση της ασημαντότητάς της- αφιερώνεται μια και μοναδική σειρά: «Καλλέργη Εύφη (Ευφροσύνη) [του] Ιω. Το γένος Στέφ. Δραγούμη».

 

……………………………………………………………………………………………………….

 

Πατρίς, στρατός, οικογένεια

 

Η δημόσια εικόνα του (ζωντανού) Παύλου Μελά, κατά τη δεκαετία που προηγήθηκε του θανάτου του, ήταν αυτή ενός ευερέθιστου στρατιωτικού που δεν έτρεφε κανέναν σεβασμό για ό,τι ο ίδιος θεωρούσε αντίθετο στις κοσμοαντιλήψεις και την «τιμή» του. Τον Αύγουστο του 1894 μετείχε στην καταστροφή των γραφείων της εφημερίδας «Ακρόπολις» από 86 συναδέλφους του, ενοχλημένους από τα σχόλιά της για τον ξυλοδαρμό ενός πολίτη από τρεις αξιωματικούς. Βρισκόμαστε στην επαύριο της εθνικής χρεοκοπίας του 1893, εποχή κατά την οποία -υπενθυμίζει η χήρα του- «εύκολα ειρωνευόταν ο κόσμος τους σπαθοφόρους». Δέκα χρόνια μετά, τον συναντάμε πρωτοσέλιδο ως πρωταγωνιστή μονομαχιών στις οποίες κάλεσε ο ίδιος τους αντιπάλους του: τον δικηγόρο Λεοντίου (3.7.1903) και τον συνταξιδιώτη του στη Μακεδονία, Γεώργιο Κολοκοτρώνη (28.5.1904).

 

Μια πολύ διαφορετική -αλλά επί της ουσίας συμπληρωματική- εικόνα προκύπτει από την προσωπική αλληλογραφία του. Ενα πρώτο στοιχείο που έχει επισημανθεί, με βάση τις δημοσιευμένες από τη Ναταλία επιστολές του, είναι η ακραία ψυχική εξάρτησή του από την αυστηρά οργανωμένη καθημερινή ζωή της οικογένειας του πεθερού του. Ακόμη και στα μακεδονικά βουνά, εξακολουθεί να ζει στον δικό τους ρυθμό («εκράτησα την ώραν της Κηφισιάς διά να σας παρακολουθώ», γράφει κάποια στιγμή), αναπολώντας διαρκώς τις ασήμαντες τελετουργικές μικροσυνήθειές τους: προγεύματα, καφέδες, τσάγια κ.ο.κ., όλα ρυθμισμένα με βρετανική ακρίβεια στη διάρκεια του 24ώρου. Κάποια στιγμή, διαπιστώνει μάλιστα με ανακούφιση πως η απαλλαγή του απ’ αυτό το καταπιεστικό ωρολόγιο πρόγραμμα του γεννά ένα πρωτόγνωρο αίσθημα ελευθερίας, με τη Μακεδονία να λειτουργεί γι’ αυτόν περίπου ως προσωπική απόδραση.

 

Εμφανώς σοβαρότερη είναι μια άλλη πτυχή αυτής της καταπιεστικής σχέσης, όπως διαπιστώνουμε από την επιστολή που απηύθυνε στον πεθερό του μόλις είχε πρωτοφύγει για τη Μακεδονία: «Φέρω βαρέως, αγαπητέ μου μπαμπά, ότι αντί της ευγενούς εμπιστοσύνης την οποίαν μοι εδείξατε, εγώ διεχειρίσθην την περιουσίαν της αγαπητής Νάτας τόσον ανοήτως ώστε να την ελαττώσω κατά πολύ. Δεν είχον ποτέ το θάρρος να σας το ομολογήσω· ηννόουν ότι το εγνωρίζετε και εν τούτοις ουδέποτε ουδέ λέξιν μοι είπατε· η λεπτότης σας αυτή με συνεκίνει και με συνέτριβε. [...] Εάν θέλει ο Θεός να επιστρέψω, έχω απόφασιν αφού εκτελέσω το προς την Πατρίδα μου καθήκον να εργασθώ πλέον φρονίμως και διά την οικογένειάν μου και έχω την πεποίθησιν ότι τίμιος και εργατικός όπως είμαι και με την τύψιν η οποία με κατέχει, πολύ ταχέως θα τακτοποιήσω τα κατ’ εμέ» (Αρχείο Στέφανου Δραγούμη, φ. 201, έγγρ. 4 – το υπόλοιπο γράμμα σε Μελά 1964, σ.194).

 

Για το ίδιο ζήτημα, η Εφη τουλάχιστον απέδιδε ισομερώς ευθύνες: «Η Νάτα έχει πολλάς χρηματικάς δυσκολίας», γράφει στις 21.10.1903 στον Ιωνα, «και προσπαθεί να τα βγάλει πέρα. Οπερ δύσκολον διότι ήτο πάντοτε συνηθισμένη, καθώς και ο Παύλος, να εξοδεύουν χωρίς να σκέπτονται». Την εικόνα συμπληρώνει μια ημερολογιακή εγγραφή του Μελά στις 18.8.1904, ενώ εγκαταλείπει τελευταία φορά την Ελλάδα: «Επήγα εις την καλήν μου μητέρα, η οποία με εδέχθη εις το δωμάτιόν της. Η καϋμένη μοί είπεν ότι χάριν εμού ήλλαξε την διαθήκην της, όπως με ευνοήση περισσότερον. Μοι είπεν επίσης ότι θα μοι δίδη 150 δρχ μηνιαίως δι’ ενοίκιον εν Αθήναις, ώστε να είμαι ήσυχος υπό αυτήν την έποψιν».

 

………………………………………………………………………………………………….

 

Διαβάστε

 

● Ναταλίας Π. Μελά, «Παύλος Μελάς» (Αθήνα 1964, εκδ. Σύλλογος προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων). Η επίσημη βιογραφία του Μελά, συνταγμένη από τη χήρα του με βάση δικά του γραπτά, παραποιημένα όμως για εθνικούς και οικογενειακούς λόγους.

 

● Μίτση Πικραμένου, «Παύλος Μελάς. Ωραίος ως Ελλην» (Αθήνα 2013, εκδ. Τετράγωνο). Η πρόσφατη «μυθιστορηματική (αυτο)βιογραφία» του Μελά. Βασισμένη κατά κύριο λόγο στο βιβλίο της χήρας, με κραυγαλέα εξιδανικευτικά αποτελέσματα.

 

● Περσεφόνη Καραμπάτη (επιμ.), «Αγώνας και διλήμματα. Η Μακεδονία του Παύλου Μελά μέσα από τα σημειωματάριά του» (Θεσ/νίκη 2005, εκδ. Ερωδιός). Το πλήρες κείμενο των ημερολογίων του Μελά πριν και κατά τη διάρκεια των αποστολών του στη Μακεδονία το 1904. Στην εισαγωγή γίνεται πρώτη φορά νύξη της σχέσης του Μελά με την κουνιάδα του.

 

● «Ιός της Κυριακής», «Ποιος σκότωσε τον Παύλο Μελά – Το άγνωστο εθνικό θρίλερ» (Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 10.10.2004). Οι αντιφατικές εκδοχές για το θάνατο του πρώτου μακεδονομάχου.

 

Δείτε

 

● Μάρτιν Σκορσέζε, «Τα χρόνια της αθωότητας» (The Age of Innocence), 1993. Εκπληκτική ταινία εποχής για την αυτοκαταπιεστική ιδεολογία και οικογενειακή ηθική των μεγαλοαστικών στρωμάτων της βικτωριανής περιόδου.

 

● Φίλιππου Φυλακτού, «Παύλος Μελάς» (1974). Κινηματογραφική παραγωγή του χουντικού ΓΕΣ. Ο Μελάς και οι σύντροφοί του ως αλληγορία των πραξικοπηματιών του 1967 που έσωσαν την Ελλάδα από την κοινοβουλευτική «οχλοκρατία».

 

ΦΟΡΕΙΣ ΤΟΥ ΙΟΥ: Τάσος Κωστόπουλος, Αντα Ψαρρά, Δημήτρης Ψαρράς.

 

…………………………………………………………………………………………………………….

 

ΦΟΡΕΙΣ ΤΟΥ ΙΟΥ: Τάσος Κωστόπουλος, Αντα Ψαρρά, Δημήτρης Ψαρράς.    [email protected]

Scroll to top