Την ώρα που ο αμερικανικός Tύπος κραυγάζει «Βομβαρδίστε τη Συρία, ακόμη κι αν είναι παράνομο», η «Libération» υποδεικνύει τους κινδύνους της επέμβασης, ενώ ο βετεράνος ανταποκριτής Ρόμπερτ Φισκ προειδοποιεί: «Αν ξεκινήσει αυτός ο πόλεμος, δεν θα έχει τέλος»…
Του Γιώργου Τσιάρα
Σε κάθε πόλεμο, λένε, το πρώτο θύμα είναι η αλήθεια. Ετσι και σήμερα: καθώς Αμερικανοί, Αγγλοι και Γάλλοι ετοιμάζονται, όπως όλα δείχνουν, να εξαπολύσουν μέσα στις επόμενες ώρες τις «χειρουργικές» επιθέσεις τους κατά του συριακού καθεστώτος, ακόμη και χωρίς την κάλυψη του ΟΗΕ, και με πρόφαση την –αναπόδεικτη ώς τώρα– χρήση χημικών κατά αμάχων από τις δυνάμεις τού Ασαντ, τα περισσότερα μεγάλα και «έγκυρα» δυτικά ΜΜΕ προσπαθούν με κάθε μέσο να δικαιολογήσουν τις αναπόφευκτες «παράπλευρες απώλειες», καταφεύγοντας στα γνωστά «ανθρωπιστικά» επιχειρήματα περί προστασίας των αμάχων – και συγκαλύπτοντας όσο καλύτερα μπορούν τα πικρά διδάγματα του παρελθόντος.
Για «ηθικούς» λόγους
«Βομβαρδίστε τη Συρία, ακόμη κι αν είναι παράνομο» κραυγάζουν από τη σελίδα των άρθρων τους οι «New York Times». Οι τελευταίες θηριωδίες απαιτούν, επιχειρηματολογεί ο καθηγητής πολιτικών επιστημών και διεθνολόγος Ιαν Χερντ, «επείγουσα απάντηση», ώστε να «αποτραπούν περαιτέρω σφαγές και να τιμωρηθεί ο Μπασάρ αλ Ασαντ». Η χρήση χημικών όπλων μπορεί να μη δικαιολογεί αυτόματα την ένοπλη παρέμβαση των ΗΠΑ, ομολογεί, αλλά όπως υποστηρίζει «υπάρχουν ηθικοί λόγοι για να αψηφήσει ο Ομπάμα το διεθνές δίκαιο», καθώς αυτό δεν διαθέτει σήμερα «ξεκάθαρους μηχανισμούς παρέμβασης» σε τέτοιες περιπτώσεις.
«Ασφαλώς η ηθική, και όχι μόνον οι νόμοι, πρέπει να καθοδηγεί τις πολιτικές αποφάσεις. Μετά τη γενοκτονία στη Ρουάντα και τους μαζικούς φόνους στα Βαλκάνια τη δεκαετία του 1990, η «ανθρωπιστική επέμβαση» είναι γενικώς αποδεκτή από τον ΟΗΕ και τις περισσότερες κυβερνήσεις ως νόμιμη κατηγορία πολέμου, με τη λογική της «ευθύνης για προστασία» των πληθυσμών, έστω κι αν δεν έχει συμπεριληφθεί στον Καταστατικό Χάρτη και στο Διεθνές Δίκαιο» υποστηρίζει ο καθηγητής. Και καταλήγει: «Αφού η Ρωσία και η Κίνα δεν συνεργάζονται, ο κ. Ομπάμα και οι σύμμαχοί του ηγέτες πρέπει να δηλώσουν ότι το Διεθνές Δίκαιο έχει εξελιχθεί και πως δεν χρειάζονται την άδεια του Συμβουλίου Ασφαλείας για να επέμβουν στη Συρία».
Η «γραμμή» αυτή, πιστή στις αρχές του «ένοπλου ανθρωπισμού», αναπαράγεται τις τελευταίες ώρες -μετά και τις σχετικές δηλώσεις του Αμερικανού ΥΠΕΞ Τζον Κέρι και εν όψει… Τόμαχοκ- σε πολλά ακόμη μεγάλα έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, προκειμένου να καμφθούν οι αντιδράσεις της κοινής γνώμης αλλά και αρκετών σοβαρών πολιτικών και στρατιωτικών αναλυτών, που ανησυχούν για τις γεωπολιτικές επιπτώσεις. Ομως δεν είναι εύκολο να «περάσει». Οπως γράφει ο Αμερικανός καθηγητής φιλοσοφίας Αντριου Λέβιν, η κυβέρνηση Ομπάμα επιδιώκει «να περάσει στην κοινή γνώμη τη φαινομενικά καλοπροαίρετη αντίληψη του ανθρωπιστικού επεμβατισμού».
«Ο ανθρωπιστικός επεμβατισμός είναι ο νεοσυντηρητισμός των ισχυρών κύκλων του Δημοκρατικού Κόμματος. Εχει στόχο να δικαιολογεί τον ρόλο του πλανητικού χωροφύλακα [ΗΠΑ], που είναι πάντα σε ετοιμότητα να φέρει τον θάνατο και την καταστροφή σε “καθεστώτα” που αμφισβητούν την αμερικανική κυριαρχία» τονίζει ο Αμερικανός καθηγητής και συγγραφέας του εξαιρετικού βιβλίου «Η Αμερικανική ιδεολογία». Και καταλήγει: «Από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του, ο Ομπάμα χρησιμοποίησε τα ανθρώπινα δικαιώματα ως πρόσχημα σε κάθε μία από τις μεγάλης κλίμακας στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν και την ανατροπή της κυβέρνησης της Λιβύης το 2011, και τώρα η Συρία είναι στη σειρά για να γίνει το επόμενο πεδίο δολοφονίας».
Σοβαρές αμφιβολίες για την επιχείρηση έχει και… η γαλλική εφημερίδα «Liberation», που –αφού αναρωτιέται πρωτοσέλιδα «Γιατί να κάνουμε πόλεμο;» και παραδέχεται στον υπότιτλο πως οι στόχοι της επιχείρησης είναι «φλου», δηλαδή αόριστοι-, «εξηγεί» στο κυρίως άρθρο της ποιοι είναι οι τρεις οι λόγοι για τους οποίους δεν δικαιολογείται η επικείμενη επίθεση εναντίον του καθεστώτος Ασαντ και χωρίς την ομόφωνη απόφαση του Σ.Α. του ΟΗΕ.
Οι 3 λόγοι κατά
Ο πρώτος, λέει, είναι ότι Κίνα και Ρωσία έχουν το δικαίωμα του βέτο στο Σ.Α. και θα καταψήφιζαν κάθε δυτική πρόταση επέμβασης με τη βούλα του διεθνούς Οργανισμού. Ο δεύτερος είναι ότι οι δυτικές δυνάμεις, με δεδομένη την ισχυρή αεράμυνα του Ασαντ (καμία σχέση με αυτήν της Λιβύης) θα μπορούσαν να έχουν σοβαρές απώλειες, με αποτέλεσμα η Ουάσινγκτον και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι να αναγκαστούν να εμπλακούν σε έναν μεγάλης κλίμακας χερσαίο πόλεμο. Ο δε τρίτος -και σοβαρότερος- είναι ότι όταν κάνεις επέμβαση σε μια χώρα καθίστασαι υπεύθυνος για το μέλλον της. Το Ιράκ και το Αφγανιστάν υπάρχουν για να μας θυμίζουν, επισημαίνει η εφημερίδα, ότι εάν ανατραπεί το καθεστώς της Δαμασκού θα είναι εξαιρετικά δύσκολο για κάποιον να σταθεροποιήσει τις κοινότητες που συνθέτουν το συριακό μωσαϊκό.
Πολύ σκληρότερη έναντι των ΗΠΑ είναι, όπως είναι φυσικό, η ρωσική εφημερίδα «Izvestia». Σε άρθρο του πολιτικού επιστήμονα Μπαρίς Μεζούεφ, με τίτλο «Η Αμερική είναι όμηρος των φίλων της», αναφέρεται πως μετά το πέρας του Ψυχρού Πολέμου η Αμερική έχασε εμφανώς την ικανότητα να ελέγχει τους ίδιους τους φίλους και συμμάχους της. «Οι ΗΠΑ μετατράπηκαν σ’ εκείνο τον σκύλο που ταρακουνιέται από τις αμέτρητες ουρές του»! «Ακόμη και στις πιο βαθυστόχαστες αναλύσεις για την εξωτερική πολιτική του Ομπάμα, που δημοσιεύονται στην Αμερική, συναντάμε μονίμως θλιβερές διαπιστώσεις ότι ο σημερινός πρόεδρος των ΗΠΑ δυστυχώς απογοήτευσε εκείνους ή τους άλλους πιστούς συμμάχους της Αμερικής, έστρεψε εναντίον του τρίτους και δεν προσέλκυσε κάποιους τέταρτους. Σύμφωνα με αυτές τις αναλύσεις, με την επιδίωξη μιας μεσανατολικής ειρήνης, ο Ομπάμα προδιέθεσε εναντίον του το Ισραήλ, με τη φιλία του με τους μετριοπαθείς ισλαμιστές Αιγύπτου και Τουρκίας απώθησε ξαφνικά τη Σαουδική Αραβία, και υποστηρίζοντας άλλο ένα στρατιωτικό πραξικόπημα στο Κάιρο, στενοχώρησε σφόδρα το Κατάρ, ενώ φυσικά η αδράνειά του στο Συριακό απογοήτευσε μεγάλο αριθμό ισχυρών φίλων της Αμερικής, συμπεριλαμβανομένων των παλαιών ευρωπαϊκών και των νέων ασιατικών θηρευτών, όπως η Γαλλία, η Μ. Βρετανία και η Τουρκία, σε βαθμό που πρέπει να χωθεί με το κεφάλι στους καπνούς και να αρχίσει κάτι να βομβαρδίζει απλώς γιατί δεν θέλει να φανεί αδύνατος», γράφει η ρωσική εφημερίδα.
Συμμαχία ΗΠΑ – Αλ Κάιντα
Ομως τη χαριστική βολή στα «ανθρωπιστικά» επιχειρήματα δίνει από τις σελίδες της «Independent» ο κορυφαίος δυτικός ανταποκριτής στη Μέση Ανατολή Ρόμπερτ Φισκ: «Ποιος θα το περίμενε πως θα ερχόταν η μέρα που οι ΗΠΑ θα πολεμούσαν στο πλευρό της Αλ Κάιντα; Αυτοί που σκότωσαν χιλιάδες ανθρώπους την 11η Σεπτεμβρίου, τώρα θα πολεμήσουν μαζί με το έθνος του οποίου τους αθώους δολοφόνησαν βάναυσα ακριβώς πριν από 12 χρόνια. Αυτό κι αν είναι επίτευγμα για τον Ομπάμα, τον Κάμερον, τον Ολάντ και τους υπόλοιπους πολεμοχαρείς. Βεβαίως, ούτε το Πεντάγωνο ή ο Λευκός Οίκος ούτε η Αλ Κάιντα, υποθέτω, πρόκειται να το διατυμπανίσουν, αν και οι δύο πλευρές προσπαθούν να εξοντώσουν τον Μπασάρ αλ-Ασαντ. Οπως επίσης προσπαθεί και το Μέτωπο Αλ Νούσρα (το συριακό παρακλάδι της Αλ Κάιντα)».
Ταυτοχρόνα, ο Φισκ αμφιβάλλει αν η επέμβαση της Δύσης θα κρατήσει μόλις λίγες ημέρες, «όπως αρέσκεται να πιστεύει ο Ομπάμα», από τη στιγμή που δεν υπολογίζονται οι παράγοντες Ιράν και Χεζμπολάχ. «Υποψιάζομαι πως αν ο Ομπάμα προχωρήσει τα σχέδιά του, αυτός ο πόλεμος δεν θα έχει τέλος» συμπληρώνει με νόημα ο δημοσιογράφος.