06/09/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Η γενιά μου της προσφυγιάς

      Pin It

Του Πέτρου Μανταίου

 

Αμα τη ζήσεις, έστω και σε δεύτερη γενιά, ποτέ δεν την ξεχνάς, μα με τα καλά της, μα με τα δύσκολα. Την προσφυγιά. Οσα χρόνια κι αν περάσουν, κάτι απ’ αυτήν, μυστικό, αφανέρωτο σ’ ακολουθεί. Γιατί άμα δεν σ’ ακολουθεί και την ξεχνάς την προσφυγιά ολότελα, έχεις κατάρα να ζεις πάντα στην προσφυγιά του εαυτού σου και δεν αξίζει να λέγεσαι άνθρωπος.

 

Γεννήθηκα και μεγάλωσα, μέχρι τα δεκαπέντε, σε συνοικισμό Μικρασιατών προσφύγων της Αθήνας, στους Αμπελοκήπους. Θυμάμαι ζωηρά –και τα θυμάμαι κάθε χρόνο τέτοιον καιρό που έγινε το μεγάλο κακό– ονόματα γυναικών: Αρετώ, Γλυκερία, Αντιγόνη, Σαπφώ, Ιφιγένεια, Ευδοξία και τον γάτο μας, τον Κλέφτη, που πήδησε από το φορτηγό της μετακόμισης στον άδειο χρόνο, να τον γεμίσει.

 

«Χιλιάδες εξαθλιωμένοι πρόσ- φυγες θα χάσουν τη ζωή τους στον προθάλαμο της “μητέρας-πατρίδας”. “Γεμάτη από στερήσεις η ζωή. Ιατροφαρμακευτική περίθαλψη καμιά. Δουλειά, πουθενά. Ζώα και γεωργικά εργαλεία για να επιδοθούμε στην καλλιέργεια δεν είχαμε. Περάσαμε ζωή δραματική. Ο κόσμος λιποθυμούσε από πείνα. Τα παιδιά μας είχαν μείνει πετσί και κόκαλο”» (αφήγηση πρόσφυγα του ’22 από Αρετσού Θεσσαλονίκης, διαδικτυακός χώρος Βοΐου).

 

«Γλίτωσαν από πόλεμο, βόμβες, χημικά, διωγμούς, πείνα και κακουχίες και βρέθηκαν, με το γνωστό σύστημα (σημείωση δική μου: βλέπε, κύκλωμα) διακίνησης, σε αυτό το φιλόξενο ελληνικό λιμάνι, κάτω από τον καύσωνα, χωρίς σκέπαστρο, χωρίς τροφή, πλην των λιγοστών τροφίμων που μαζεύουν εθελοντές, χωρίς νερό, πλην μιας βρύσης, η οποία ενίοτε κλείνει για να μην ξοδεύουμε και ολημέρα νερό, γέροι, νέοι, γυναίκες, έγκυες, μικρά παιδιά, βρέφη, όλοι εκεί, σε συνθήκες κράτησης στην άσφαλτο του λιμανιού…» (μαρτυρία εθελοντή-γιατρού για καταυλισμό προσφύγων στη Μυτιλήνη σήμερα, «Εφ.Συν.» 2/9).

 

«Μοίρα των αθώων, είσαι η δική μου η Μοίρα» (Οδυσσέας Ελύτης, «Αξιον Εστί»). Τα ποτάμια της προσφυγιάς έχουν όλα ίδιο χρώμα: κόκκινο.

 

Scroll to top