13/09/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Το ήρεμο μέταλλο της φωνής του

      Pin It

Ο Γαβράς πρωτογνώρισε τον Χιλιανό Πρόεδρο με αφορμή την αντισταλινική «Ομολογία», επειδή «οι εφημερίδες της Δεξιάς έγραφαν πως η προβολή της απαγορεύτηκε από την κυβέρνηση. Πέταξα λοιπόν στη Χιλή κι ο Αγιέντε με δέχθηκε ανεπίσημα, λέγοντας: ‘‘Οι εφημερίδες λένε ψέματα, δεν θέλω να εγκαθιδρύσω ένα κομμουνιστικό σύστημα, πρέπει να γυρίσετε στην Ευρώπη και να το εξηγήσετε!’’». Η φιλία τους είχε ξεκινήσει. Στη συνέχεια, ο σκηνοθέτης πήρε την άδεια να γυρίσει εκεί την «Κατάσταση Πολιορκίας», κι όταν αυτή τη φορά η αντίδραση ήρθε από το Κ.Κ. με κάποιους ηθοποιούς να αποχωρούν «με τη δικαιολογία ότι η ταινία υπερασπιζόταν τη CIA και τους… Τουπαμάρος», ο Πρόεδρος κάλεσε τον Γαβρά και τον Υβ Μοντάν σε δείπνο με υπουργούς του. Μεταξύ τους ήσαν και εκπρόσωποι του Κ.Κ. «‘‘Διάβασα το σενάριο και είναι εξαιρετικό’’ αποφάνθηκε, και κάθε μποϊκοτάζ σταμάτησε». Ο Αγιέντε είχε δώσει τη λύση.

 

Της Μικέλας Χαρτουλάρη

 

Μια φυσιογνωμία φιλική, προσηνής, με γυαλιά και μουστάκι. Στην άκρη του ματιού διακρίνεις ένα χαμόγελο. Είναι ο Σαλβαδόρ Αγιέντε όπως τον συνέλαβε ο φακός του Κώστα Γαβρά το 1971, όταν ο Χιλιανός πρόεδρος είχε πάει να μιλήσει στους Ινδιάνους Μαπούτσε, σε μια εκδήλωση με καίριο πολιτικό συμβολισμό. Αυτή η μαχητική και πολύπαθη ιθαγενική φυλή παρέπεμπε (και παραπέμπει) αλληγορικά στο αγνοημένο, αποσιωπημένο, περιθωριοποιημένο και κατατρεγμένο λαϊκό δυναμικό που αντιστέκεται στους εκμεταλλευτές του, διεκδικώντας μια ζωή αξιοπρεπή, με μια προοπτική αναπτυξιακή που να υπηρετεί το συλλογικό συμφέρον.

 

Ο Γαβράς ήταν 38 χρόνων τότε, είχε μόλις γυρίσει την «Ομολογία» και λίγο νωρίτερα το «Ζ», και ακολούθησε τον Αγιέντε στην κάποτε αυτόνομη γη των Μαπούτσε, 650 χλμ από το Σαντιάγο, φωτογραφίζοντάς τον στο Τεμούκο, θέατρο της μαζικής τους εξόντωσης κατά τον 19ο αιώνα. Το ίδιο έμελλε να συμβεί και με τους οπαδούς του Αγιέντε δυο χρόνια αργότερα, όταν ανατράπηκε πραξικοπηματικά η Λαϊκή Κυβέρνηση, και ο μαρξιστής Πρόεδρος οδηγήθηκε στον θάνατο. Το στυγνό δικτατορικό καθεστώς του Πινοτσέτ, που εγκαθίδρυσαν οι στρατιωτικοί εκείνη τη φοβερή 11η Σεπτεμβρίου του 1973, πότισε με το δηλητήριό του ακόμη και τις «δημοκρατικές» κυβερνήσεις που το διαδέχτηκαν.

 

«Ο Νίξον και ο Κίσινγκερ δεν θα τον άφηναν να πετύχει» μού σχολίαζε ο Γαβράς στο τηλέφωνο. «Δεν ήθελαν στην περιοχή μια χώρα δημοκρατική και ελεύθερη, με ένα πολιτικό σύστημα που δεν θα υπάκουε στις ΗΠΑ. Ο Αγιέντε είχε εθνικοποιήσει τη βιομηχανία του χαλκού με την έγκριση της πλειοψηφίας των βουλευτών. Δεν μπορούσαν να επιτρέψουν να διαδοθεί το επαναστατικό του παράδειγμα στη Λατινική Αμερική».

 

Η ματιά του Ελληνογάλλου σκηνοθέτη είναι η ματιά ενός στρατευμένου μάρτυρα ο οποίος παρακολουθεί τον διάλογο της ανθρώπινης μονάδας με την ιστορία εν τω γεννάσθαι. Η φωτογραφία αυτή είναι άγνωστη, και πρωτοπαρουσιάζεται σε μια έκθεση-έκπληξη στο Παρίσι («Carnets photographiques») ως μέρος ενός άτυπου και αποσπασματικού φωτο-ημερολογίου του για τη διασταύρωση της τέχνης με την πολιτική, και για την περιπέτεια των κοινωνικών αγώνων σε όλον τον κόσμο από το ’60 έως τις αρχές του 2000. Εκεί και μια φωτογραφία από την επίσημη ταφή και δικαίωση του Αγιέντε το 1990 στο Σαντιάγο, αλλά και ένα δεύτερο ρεπορταζιακό στιγμιότυπο από το Τεμούκο, όπου ο Σύντροφος Πρόεδρος συζητά στις κερκίδες με τους διπλανούς του. Κι είναι τόσο απροσποίητος και χαλαρός ώστε λες και ακούμε το περίφημο «ήρεμο μέταλλο» της αισιόδοξης φωνής του, που σίγησε πριν από 40 χρόνια, «όταν η ζωή γέμισε με μαύρες τρύπες που βρίσκονταν παντού».

 

Ετσι περιγράφει τις συνέπειες του πραξικοπήματος ο συγγραφέας Λουίς Σεπούλβεδα (βλ. Η σκιά του εαυτού μας Οπερα 2009, μτφρ. Αχ. Κυριακίδης), ο οποίος ανήκε στην επίλεκτη Ομάδα των Προσωπικών Φίλων (GAP) που προστάτευαν τον Αγιέντε. Είκοσι τεσσάρων χρόνων το 1973, με καταγωγή Μαπούτσε, έμεινε δυόμισι χρόνια στις φυλακές του Πινοτσέτ, βασανίστηκε κι εξορίστηκε το 1977, ύστερα από παρέμβαση της Διεθνούς Αμνηστίας. Και από το 1986, με όλα του τα βιβλία, δυναμιτίζει την επιδημία της αμνησίας που τύλιξε εκείνα τα γεγονότα, σβήνοντάς τα από τα σχολικά βιβλία και βαφτίζοντας «αυταρχικό καθεστώς» τη δικτατορία. «Είναι χρέος των έντιμων ανθρώπων -έγραφε το 2001 στην Τρέλα του Πινοτσέτ- να κρατούν την πληγή καθαρή και ανοιχτή, γιατί αυτή η πληγή είναι η ιστορική μας μνήμη».

 

«Πρότυπο Αριστερού»

 

Ο λόγος που θυμόμαστε σήμερα τον Αγιέντε δεν είναι επετειακός. Σε μια εποχή κρίσης, όπου η κυρίαρχη πολιτική και οι πολιτικοί της προδίδουν συστηματικά το εκλογικό σώμα, το δικό του παράδειγμα αποδεικνύει ότι γίνεται κι αλλιώς όταν έχεις δημοκρατική συνείδηση. «Για μένα ο Αγιέντε είναι το πρότυπο του συνεπούς αριστερού» δηλώνει ο Γαβράς στην «Εφημερίδα των Συντακτών». «Οχι μονάχα για τη θυσία του, αλλά και για το κοινωνικό πρόγραμμα της κυβέρνησής του. Είχε εναντίον του τις ΗΠΑ, την άκρα δεξιά και κάποιους κοντινούς του που δεν τον βοήθησαν προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά δεν έκανε υποχωρήσεις. Το παράδειγμά του μάς δείχνει ότι για να γίνει ο κόσμος καλύτερος χρειάζεται συνεχής αντίσταση. Και, φυσικά, η αντίσταση έχει θύματα. Το βλέπουμε στην επικαιρότητα των τελευταίων χρόνων η οποία επιβεβαιώνει πόσο απαραίτητο είναι το επαναστατικό πνεύμα, αρκεί να παίρνει υπόψη του και τις κοινωνικές συνέπειες που προκαλεί η εφαρμογή του». Παρόμοια θέση έχει και ο Σεπούλβεδα, ο οποίος άλλωστε αντιδιαστέλλει τον Αγιέντε στον Ντανιέλ Ορτέγκα, ηγέτη των Σαντινίστας που εδραιώθηκαν στη Νικαράγουα το 1979. «Πολέμησα με τη διεθνή ταξιαρχία ‘‘Σιμόν Μπολίβαρ’’ στο πλευρό των επαναστατών αλλά δεν μου άρεσε καθόλου το πνεύμα του Ορτέγκα όταν πήρε την εξουσία, ούτε η βία που εφάρμοσε απέναντι στις γυναίκες, ούτε οι συμμαχίες του».

 

Scroll to top