Pin It

Της Χριστίνας Πάντζου

 

DEAΠαρά τα κινήματα χειραφέτησης που έχουν αναδυθεί στη Λατινική Αμερική και την ανάδειξη κυβερνήσεων που διεκδικούν την «οριστική ανεξαρτησία» των χωρών τους, το κλείσιμο αμερικανικών βάσεων ή την αποπομπή αμερικανικών υπηρεσιών από διάφορες χώρες, η παρουσία Ειδικών Στρατιωτικών Επιχειρησιακών Δυνάμεων των ΗΠΑ στην ήπειρο έχει ενταθεί. Με στόχο την εκπαίδευση, αλλά κυρίως τη συλλογή κρίσιμων πληροφοριών και με μυστικές επιχειρήσεις που διεξάγονται στο πλαίσιο του «πολέμου κατά των ναρκωτικών», αυτή η παρουσία υπονομεύει την εθνική κυριαρχία των λατινοαμερικανικών κρατών, όπως κατέδειξε πρόσφατα και το σκάνδαλο Σνόουντεν.

 

Εκθεση που δημοσιοποιήθηκε την περασμένη εβδομάδα από τρία ερευνητικά κέντρα καταδεικνύει πως ενώ το επίπεδο βοήθειας έχει μειωθεί σε ένα από τα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας δεκαετίας, παρατηρείται μια ανησυχητική τάση για αδιαφανείς στρατιωτικές σχέσεις αλλά και απόλυτη αδιαφορία απέναντι στις αυξανόμενες επικρίσεις, που απαιτούν την αναθεώρηση των πολιτικών «αμερικανικής ασφάλειας» στην ήπειρο, με πρώτη τη στρατηγική του πολέμου κατά των ναρκωτικών.

 

Η έκθεση συντάχθηκε από το Κέντρο Εργασιών για Λατινοαμερικανικά Θέματα (LAWGEF), το Κέντρο Διεθνών Πολιτικών (CIP) και το Γραφείο της Ουάσινγκτον για τα Λατινοαμερικανικά Ζητήματα (WOLA), τα οποία διατηρούν τράπεζα δεδομένων σχετικά με τα αμερικανικά προγράμματα στρατιωτικής βοήθειας στη Λατινική Αμερική. Σε αυτήν τονίζεται πως η κυβέρνηση Ομπάμα χρησιμοποιεί ως όργανο άσκησης των πολιτικών εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ τις Ειδικές Επιχειρησιακές Δυνάμεις, επιφορτισμένες ανάμεσα στα άλλα με την εκπαίδευση και οργάνωση των στρατών διαφόρων κρατών της ηπείρου. Η αποστολή τους κάθε άλλο παρά εξαντλείται στη στρατιωτική εκπαίδευση, καθώς εξοικειώνονται με τον τόπο και την κουλτούρα του και αποκτούν στενές σχέσεις με υψηλόβαθμα στελέχη των εθνικών Ενόπλων Δυνάμεων, γνώσεις και επαφές εξαιρετικά χρήσιμες σε ενδεχόμενη στρατιωτική επιχείρηση.

 

Σε αυτά προστίθενται τα προγράμματα για τη δημιουργία νέων στρατιωτικών και αστυνομικών μονάδων και άλλων δυνάμεων ελίτ που εκπαιδεύονται και δρουν υπό την επίβλεψη των ΗΠΑ, τα οποία λειτουργούν ως μηχανισμός διατήρησης της αμερικανικής παρουσίας και επιρροής. Η εικόνα συμπληρώνεται με τη δράση και άλλων αμερικανικών μονάδων, όπως οι Μονάδες Εμπιστευτικής Ερευνας (SIU) ή οι μυστικές ομάδες πρακτόρων ελίτ υπό την επίβλεψη της DEA (Υπηρεσία κατά των Ναρκωτικών) και της CIA, που λειτουργούν σε διάφορες χώρες. Είναι ενδεικτικό ότι η DEA έχει περισσότερους πράκτορες στο Μεξικό από ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του κόσμου (εκτός ΗΠΑ) και ότι ενώ το 2006 το Μεξικό έλαβε από τις ΗΠΑ στρατιωτική βοήθεια ύψους 44,8 εκατ. δολαρίων, το 2010 αυτή δεκαπλασιάστηκε φτάνοντας τα 508 εκατ. δολάρια, με πρόφαση τον πόλεμο κατά των ναρκωτικών.

 

Σαράντα χρόνια μετά την κήρυξή του, όπως επιβεβαιώνει και η έκθεση, αποτελεί παταγώδη αποτυχία: από το 2000 οι ΗΠΑ έχουν δαπανήσει κάπου 12,5 δισ. δολάρια στη Λατινική Αμερική σε προγράμματα κατά των ναρκωτικών, με ελάχιστα αποτελέσματα. Η εμμονή σε αυτόν τον πόλεμο με το τεράστιο οικονομικό και ανθρώπινο κόστος αποκαλύπτει πως αφορά άλλες σκοπιμότητες της αμερικανικής πολιτικής ασφαλείας, όπως είναι η συγκέντρωση απόρρητων πληροφοριών, δηλαδή η κατασκοπία, που τόσο έχει οξύνει τις σχέσεις της κυβέρνησης Ομπάμα με τις κυβερνήσεις της περιοχής.

 

Scroll to top