Ο Σέιμουρ Χερς, σε συνέντευξη που έδωσε στον Guardian, δηλώνει θυμωμένος με την ατολμία των συμπατριωτών συναδέλφων του, με την αποτυχία τους να πιέσουν τον Λευκό Οίκο και να καταστούν αντιδημοφιλείς κήρυκες της αλήθειας
→Να κλείσουν τα ειδησεογραφικά γραφεία των δικτύων NBC και ABC, να απολυθεί το 90% των συντακτών στον χώρο των εκδόσεων και οι δημοσιογράφοι να επιστρέψουν στη βασική τους δουλειά, που είναι να βλέπεις τις καταστάσεις αμερόληπτα
Του Δημήτρη Σ. Φαναριώτη
Αξιολύπητα χαρακτηρίζει τα αμερικανικά ΜΜΕ ο 76χρονος πλην όμως μαχητικότατος Σέιμουρ Χερς, ο Αμερικανός βετεράνος δημοσιογράφος που βραβεύθηκε με Πούλιτζερ μετά την αποκάλυψη της σφαγής στο Μάι Λάι του Βιετνάμ, ο άνθρωπος τον οποίο οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν χαρακτηρίσει «το πλησιέστερο στην τρομοκρατία δείγμα Αμερικανού δημοσιογράφου».
Σε συνέντευξη που έδωσε στον Guardian ο Χερς, ο οποίος απoτελεί από τη δεκαετία του ´60 τη νέμεση των Αμερικανών προέδρων, έχει -η αλήθεια είναι- ορισμένες άκρως ρηξικέλευθες απόψεις για το πώς θα διορθωθεί η αμερικανική δημοσιογραφία. Δηλώνει θυμωμένος με την ατολμία των συμπατριωτών συναδέλφων του, με την αποτυχία τους να πιέσουν τον Λευκό Οίκο και να καταστούν αντιδημοφιλείς κήρυκες της αλήθειας. Ο Χερς πιστεύει, για παράδειγμα, ότι πρέπει να κλείσουν τα ειδησεογραφικά γραφεία των δικτύων NBC και ABC, να απολυθεί το 90% των συντακτών στον χώρο των εκδόσεων και οι δημοσιογράφοι να επιστρέψουν στη βασική τους δουλειά που είναι, όπως τονίζει, να βλέπεις τις καταστάσεις αμερόληπτα.
Ψέματα για τον Οσάμα
Αναφερόμενος στους New York Times, υποστηρίζει ότι ξοδεύουν «πολύ περισσότερο χρόνο για να μεταφέρουν νερό στον μύλο του Ομπάμα απ’ ό,τι πίστευα ποτέ ότι θα έκαναν. Ή για τον θάνατο του Οσάμα μπιν Λάντεν. Τίποτε δεν έχει γίνει με αυτή την ιστορία. Είναι ένα μεγάλο ψέμα, ούτε μια λέξη δεν είναι αλήθεια για την επίμαχη επιδρομή των ειδικών δυνάμεων των ΗΠΑ το 2011 στο Πακιστάν».
Ο Χερς γράφει αυτή την περίοδο ένα βιβλίο για την εθνική ασφάλεια και έχει αφιερώσει ένα κεφάλαιο στη δολοφονία του Μπιν Λάντεν. Αναφέρει δε ότι η πακιστανική έκθεση σχετικά με τη ζωή στην επαρχία Αμποταμπάντ, στην οποία φέρεται να φονεύθηκε ο Λάντεν, είναι μια έκθεση με σαχλαμάρες, στη σύνταξη της οποίας «βοήθησαν» πολύ οι Αμερικανοί.
Ο βετεράνος δημοσιογράφος αναφέρει ακόμη ότι η κυβέρνηση Ομπάμα ψεύδεται συστηματικά, ωστόσο κανένας από τους Λεβιάθαν των αμερικανικών ΜΜΕ, τα τηλεοπτικά δίκτυα ή τις μεγάλες εφημερίδες δεν τον αμφισβητεί.
«Είναι μια παθητική στάση, είναι περισσότερο από δουλοπρεπείς και φοβούνται να τα βάλουν μαζί του», επισημαίνει ο Χερς και συνεχίζει: «Κάποτε όταν συνέβαινε κάτι πολύ δραματικό, ο πρόεδρος και τα τσιράκια του αφηγούνταν την υπόθεση και λίγο-πολύ γνωρίζαμε ότι θα κάνουν το καλύτερο που θα μπορούσαν για να πουν την ιστορία στην πραγματική της διάσταση. Τώρα αυτό δεν συμβαίνει πια. Σήμερα θα επωφεληθούν από μια τέτοια είδηση προκειμένου να αναζητήσουν τρόπους επανεκλογής του προέδρου».
Επιπροσθέτως δηλώνει ότι δεν είναι καν σίγουρος πως οι πρόσφατες αποκαλύψεις για το βάθος και το εύρος των παρακολουθήσεων από την Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας θα έχουν μόνιμη επίδραση.
Σ’ ένα κατάμεστο από φοιτητές ερευνητικής δημοσιογραφίας αμφιθέατρο στο City University του Λονδίνου, ο Χερς αφηγείται με πάθος στους επίδοξους συναδέλφους πώς ήταν παλιά η δημοσιογραφία. Πώς ρίσκαρε στη σφαγή του Μάι Λάι στο Βιετνάμ, πώς πήρε τις φωτογραφίες των Αμερικανών οι οποίοι έκαναν κτηνωδίες στους Ιρακινούς κρατουμένους του Αμπού Γράιμπ, αλλά και τι σκέφτεται για τον Εντουαρντ Σνόουντεν. Επιπροσθέτως παρά την ανησυχία του για την ατολμία της δημοσιογραφίας, εκτιμά ότι μπορεί ακόμη να προσφέρει την ελπίδα της λύτρωσης.
Για τους φοιτητές της δημοσιογραφίας, αλλά και τους νεόκοπους δημοσιογράφους το μήνυμά του είναι ένα: «Απαιτείται πολύς κόπος και χρόνος αλλά και πολλά, πολλά χιλιόμετρα για να εδραιώσεις, να επιβεβαιώσεις το ρεπορτάζ σου».
Και συνεχίζει: «Ηξερα για τα όσα συνέβαιναν στο Αμπού Γράιμπ πέντε μήνες πριν και θα μπορούσα να γράψω γι’ αυτό, αφού είχα ειδοποιηθεί από έναν ανώτερο αξιωματικό του στρατού του Ιράκ, που έθεσε σε κίνδυνο τη δική του ζωή βγαίνοντας από τη Βαγδάτη προκειμένου να μεταβεί στη Δαμασκό για να μου πει πόσοι κρατούμενοι είχαν ζητήσει με επιστολές προς τις οικογένειές τους να έρθουν να τους σκοτώσουν επειδή δεν άντεχαν άλλο τα βασανιστήρια στα οποία τους υπέβαλλαν. Ετσι επί πέντε ολόκληρους μήνες έψαχνα να βρω στοιχεία και αποδείξεις για τα όσα συνέβαιναν επειδή, όπως ξέρετε, χωρίς ντοκουμέντα τίποτε δεν μπορεί να αποδειχθεί, παραμένουν απλώς αβάσιμοι ισχυρισμοί».
Η εμπιστοσύνη κατέρρευσε
Αναφερόμενος στον σημερινό πρόεδρο των ΗΠΑ επισημαίνει ότι η εμπιστοσύνη στον αμερικανικό Τύπο να αμφισβητήσει την κυβέρνηση των ΗΠΑ κατέρρευσε μετά τις 11/9 και δηλώνει ξεκάθαρα ότι ο Ομπάμα είναι χειρότερος από τον Μπους. «Νομίζετε ότι ο Ομπάμα έχει ήδη κριθεί με λογικά πρότυπα; Εχει κλείσει το Γκουαντάναμο; Ο πόλεμος τελείωσε;
»Υπάρχει κάποιος που να δίνει έστω και λίγη προσοχή στο θέμα του Ιράκ; Μιλούσε σοβαρά όταν έλεγε ότι θα επιτεθεί εναντίον του Ασαντ στη Συρία; Δεν τα πήγαμε και τόσο καλά στους περίπου 80 πολέμους, τι στην ευχή ζητά από έναν ακόμη; Τι συμβαίνει επιτέλους με τους δημοσιογράφους;», διερωτάται.
Καταλήγει δε στο συμπέρασμα ότι η ερευνητική δημοσιογραφία στις ΗΠΑ έχει πεθάνει εξαιτίας της κρίσης εμπιστοσύνης, της έλλειψης πηγών και της λανθασμένης αντίληψης για το τι συνεπάγεται να ασκείς το δημοσιογραφικό λειτούργημα. «Η δουλειά μας είναι να βρούμε τον εαυτό μας, τη δουλειά μας, δεν είναι μόνο να πούμε, να αποκαλύψουμε. Είναι να προχωρήσουμε παραπέρα και να δούμε ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο για συγκεκριμένα θέματα. Αυτό όμως κοστίζει χρήμα και χρόνο, ενώ περιλαμβάνει και πολλούς κινδύνους»…