stournaras-giannis-thema

10/10/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Απαισιόδοξες προβλέψεις του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής

Μη βιώσιμο το χρέος – αναγκαίο το κούρεμα

Το διακομματικής σύνθεσης ανεξάρτητο όργανο του Κοινοβουλίου επισημαίνει, όσον αφορά το πολυσυζητημένο πρωτογενές πλεόνασμα, ότι «η επίτευξη και η διατήρησή του πάνω σε μια εξασθενημένη οικονομία είναι σχεδόν αδύνατες».
      Pin It

Το διακομματικής σύνθεσης ανεξάρτητο όργανο του Κοινοβουλίου επισημαίνει, όσον αφορά το πολυσυζητημένο πρωτογενές πλεόνασμα, ότι «η επίτευξη και η διατήρησή του πάνω σε μια εξασθενημένη οικονομία είναι σχεδόν αδύνατες»

 

Του Χάρη Ιωάννου

 

3

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Το μεγαλύτερο αγκάθι στα «πλευρά» της ταλαιπωρημένης ελληνικής οικονομίας συνεχίζει να αποτελεί το δημόσιο χρέος, σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, το οποίο υπογραμμίζει ότι ούτε ένα νέο δάνειο το 2014 θα λύσει το πρόβλημα ούτε οι ιδιωτικοποιήσεις θα το καταστήσουν βιώσιμο. Για τον λόγο αυτόν, διατυπώνει την πρόταση ότι «μια οργανωμένη διαγραφή χρέους (κούρεμα) εντός της ευρωζώνης θα επιτάχυνε την ανάπτυξη, ενθαρρύνοντας τις επενδύσεις και μειώνοντας την πίεση για πρωτογενή πλεονάσματα».

 

Με νέα αιχμηρή παρέμβασή του το -διακομματικής σύνθεσης- Γραφείο Προϋπολογισμού κάνει απαισιόδοξες προβλέψεις για τις προοπτικές ανάπτυξης της Ελλάδας, ενώ δεν παραλείπει να επισημάνει για το περιβόητο πρωτογενές πλεόνασμα ότι «η επίτευξη και η διατήρησή του πάνω σε μια εξασθενημένη οικονομία είναι σχεδόν αδύνατη».

 

Αποδόμηση

 

Στην ειδική έκθεσή του με τίτλο «Το Δημόσιο Χρέος μετά το τέλος του Μνημονίου (2014)», το Γραφείο αναφέρει χαρακτηριστικά, αποδομώντας τις κυβερνητικές εξαγγελίες: «Μολονότι η αποπληρωμή του Δημόσιου Χρέους μέσω νέου δανεισμού δεν μπορεί να συνεχίζεται επ’ άπειρον, είναι ψευδαίσθηση να αναμένουμε ότι η χώρα θα επιστρέψει στις αγορές μετά το 2014 για να καλύψει με λογικούς όρους τις ανάγκες αναχρηματοδότησης του χρέους συν τυχόν έκτακτες ανάγκες. Μόνο για χρεολύσια, οι απαιτήσεις τα επόμενα χρόνια ανέρχονται σε 70,5 δισ. (2014-2020). Οι ελαφρύνσεις (π.χ. μείωση επιτοκίων) είναι μεν αναγκαίες, αλλά δεν αρκούν για μια οριστική λύση του προβλήματος και αφήνουν την Ελλάδα έκθετη στις απροσδόκητες διαταραχές της διεθνούς και ευρωπαϊκής οικονομίας. Το χρέος θα παραμείνει ως δαμόκλειος σπάθη πάνω από την ελληνική οικονομία».

 

Οπως εξηγούν οι καθηγητές που υπογράφουν την έκθεση, ακόμη και «μια νέα δανειακή σύμβαση για το κλείσιμο του δημοσιονομικού κενού δίνει μόνο προσωρινή λύση για ένα-δύο χρόνια. Ουσιαστικά αναβάλλει την αντιμετώπιση του μείζονος προβλήματος, που είναι ο όγκος του Δημόσιου Χρέους της χώρας».

 

Διαψεύδοντας την επίπλαστη εικόνα βελτίωσης που επιχειρεί να παρουσιάσει η κυβέρνηση, το Γραφείο επισημαίνει ξεκάθαρα ότι «οι προοπτικές μεγέθυνσης (σ.σ.: ανάπτυξης) της χώρας είναι δυσμενείς, παρά τις επίσημα διατυπωμένες προσδοκίες για ανάκαμψη το 2014, λόγω ασθενούς εξαγωγικής βάσης (που αναπτυσσόμενη θα παρέσυρε όλη την οικονομία), πολιτικών αβεβαιοτήτων, συνεχιζόμενης περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής (λιτότητας), υπερβολικά υψηλού λόγου χρέους προς ΑΕΠ, κ.λπ». Οπως χαρακτηριστικά υπογραμμίζεται, για το 2014 «η χώρα είναι σε χειρότερη θέση να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του χρέους αφού έχει καταρρεύσει η παραγωγική της βάση».

 

Αναφορικά με το τι θα συμβεί από τα μέσα του 2014 και μετά, οπότε και τελειώνουν τα χρήματα του δεύτερου δανείου, το Γραφείο αναφέρει την πρόβλεψη του ΔΝΤ για δημοσιονομικό κενό 4,4 δισ. προς τα τέλη του 2014 και επιπλέον 6,5 δισ. το 2015 (συνολικά 11 δισ.). Προσθέτει όμως ότι η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί το κενό μικρότερο.

 

Για τον λόγο αυτόν, το Γραφείο επισημαίνει ότι μια συμφωνία για νέα δάνεια στήριξης ή και άλλες διευκολύνσεις (μείωση επιτοκίων κ.λπ.) είναι η πιθανότερη λύση με τα σημερινά δεδομένα. Αναφέρει όμως ότι βρίσκεται υπό εξέταση το ενδεχόμενο να καλυφθεί μέρος του δημοσιονομικού κενού με διάφορους τρόπους, εκτός δανεισμού από τους εταίρους, ένας από τους οποίους είναι και η προσφυγή στις «αγορές». «Η τρόικα για τους δικούς της λόγους την παρακινεί την ελληνική κυβέρνηση προς αυτή την κατεύθυνση».

 

«Μορατόριουμ»

 

Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, αφού υπενθυμίζει ότι η Ελλάδα το 2013, πληρώνει 8.9 δισ. (4,9% του ΑΕΠ) για την εξυπηρέτηση του χρέους, προτείνει να συμφωνηθεί ένα μορατόριουμ (διακοπή της πληρωμής όλων ή μέρους των τόκων) για 4-5 ή και περισσότερα χρόνια και τα αντίστοιχα ποσά να επενδυθούν.

 

Επίσης αναφέρει ότι στη μείωση του χρέους θα βοηθούσε η μεταφορά των 30 δισ. για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών στον ευρωπαϊκό μηχανισμό (ESM), ενώ επικαλείται ακόμη και την πρόταση του Γιάνη Βαρουφάκη, σύμφωνα με την οποία «το κατά Μάαστριχτ νόμιμο χρέος κάθε χώρας (60% του ΑΕΠ) να περάσει στην ΕΚΤ».

 

Σχολιάζοντας την έκθεση, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και υπεύθυνος Οικονομικών του κόμματος Ευκλείδης Τσακαλώτος επισήμανε ότι «η μόνη ρεαλιστική και βιώσιμη λύση είναι η διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, όπως έχει προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ».

 

……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

 

Τι είναι το Γραφείο Προϋπολογισμού

 

Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής αποτελεί ένα ανεξάρτητο όργανο διακομματικής σύνθεσης, το οποίο παρακολουθεί την εξέλιξη των δημοσιονομικών μεγεθών της χώρας και εκδίδει μια αναλυτική έκθεση ανά τρίμηνο.

 

Στη θέση του συντονιστή έχει τοποθετηθεί ο Παναγιώτης Λιαργκόβας, ο οποίος είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου. Η επιτροπή διευθύνεται από επιστημονική επιτροπή που είναι τετραμελής και επιλέγεται από την Ειδική Διαρκή Επιτροπή του Απολογισμού και του Γενικού Ισολογισμού του Κράτους στη Βουλή.

 

Η επιστημονική επιτροπή αποτελείται από τους:

 

Πάνο Καζάκο, ομότιμο καθηγητή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών με γνωστικό αντικείμενο την πολιτική οικονομία και τις διεθνείς οικονομικές σχέσεις.

 

Σπύρο Λαπατσιώρα, λέκτορα Ιστορίας Οικονομικών Θεωριών στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης.

 

Ναπολέοντα Μαραβέγια, καθηγητή Μακροοικονομικής Θεωρίας και Ευρωπαϊκής Ενοποίησης στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών.

 

Μιχάλη Ρηγίνο, αναπληρωτή καθηγητή του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών.

 

Η συγκεκριμένη έκθεση για το χρέος εκπονήθηκε από τους Π. Καζάκο και Σπ. Λαπατσιώρα και από τα στελέχη του Γραφείου Αλ. Λύρα και Μιχ. Σταύρακα.

 

Scroll to top