Του Φάνη Λυσιφάνη
Ποιος θα ’λεγε πως σε κελί μια μέρα θα ξυπνήσει
η νυμφευθείσα κάποτε τον Ακη στο Παρίσι!
Απ’ το Four Seasons στη στενή γλιστρά πολύ ο δρόμος
δεν τον αντέχει ανθρώπου νους, καθέναν πιάνει τρόμος
Στης φυλακής τα σίδερα δεν μπαίνουν πια λεβέντες
κι όσοι καρέκλες είχανε κλάνουνε τώρα μέντες…
Να μακαρίζεις δεν τολμάς κανέναν προ του τέλους
και τα μπουντρούμια γέμισαν με έκπτωτους αγγέλους
Τι δήμαρχοι και υπουργοί, παπάδες και πρυτάνεις
κι αν βάλει ο Γαβαλάς ριγέ, για Ντάλτον δεν τον κάνεις!
Η διαφθορά είναι παντού: ποια πέτρα να σηκώσεις;
Κάποιον στα σίγουρα θα βρεις στη φυλακή να χώσεις
«Ριγιούνιον» στον Κορυδαλλό θα δείχνουν τα κανάλια
πρώην διασημότητες που κρίθηκαν ρεμάλια
Γίναν οι καταδίκες πια μόνιμο πρώτο θέμα
να φχαριστιέται ο λαός δικαίωση και αίμα…
Με κάτι άλλο είν’ καιρός μήπως ν’ ασχοληθούμε
αντί ποιος μπαίνει φυλακή να παρακολουθούμε;
Εμείς, όσοι μένουμ’ εκτός, ας δούμε πού τραβάμε
που το παιχνίδι χάσαμε και δεν το ’μολογάμε
Σαν κοινωνία πια γιατί πάμε κατά διαβόλου
με όνειρα θνησιγενή κι ιδανικά του κώλου
Ας πάψουμε να φρίττουμε σαν να ’μαστε παρθένες
που τόσες «άσπιλες» φωλιές βρεθήκαν λερωμένες
Κίβδηλους φτιάξαμε θεούς και τώρα τους κλοτσάμε
γιατί δεν μας πετάνε πια κόκαλα για να φάμε
Και την απελπισία μας κι αυτή σε λάθος χέρια
σαν τους τυφλούς τη δώσαμε, κι ας κράδαιναν μαχαίρια
Κανείς μας δεν κατάλαβε για ποιον χτυπά η καμπάνα!
Και μας στοιχειώνει, σιωπηλή, του Παύλου Φύσσα η μάνα…