Του Παντελή Κυπριανού*
Η Δημοκρατία είναι τρόπος συλλογικής οργάνωσης μιας κοινωνίας και άσκησης της εξουσίας. Οι αποφάσεις παίρνονται, έπειτα από διαβούλευση, από την πλειοψηφία και γίνεται σεβαστή η μειοψηφία. Από τον Αριστοτέλη μέχρι σήμερα εδραία είναι η πεποίθηση ότι η Δημοκρατία μαθαίνεται: στο σχολείο, στη δημόσια σφαίρα, στην καθημερινή ζωή, παντού. Ενα καλό σχολείο, μια καλή εφημερίδα, μια καλή τηλεόραση, ένα δημιουργικό κόμμα, ένας ενάρετος κυβερνήτης μπορεί να συμβάλλουν τα μέγιστα στην κατεύθυνση αυτή.
Η διδασκαλία του Ορθού Λόγου, ακόμη και από τον καλύτερο παιδαγωγό ή φιλόσοφο, δεν αρκεί. Χρειάζεται και το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο. Για νόμους έκανε λόγο ο Αριστοτέλης και για έθος: «Από την άλλη, είναι δύσκολο να πάρει κανείς από τα πρώτα νεανικά χρόνια σωστή αγωγή προς την κατεύθυνση της αρετής, αν δεν ανατραφεί κάτω από ανάλογους νόμους. Γι' αυτό και πρέπει να ορίζονται με νόμους η ανατροφή και οι ασχολίες των νέων: στην πραγματικότητα, τα πράγματα αυτά δεν θα τους είναι πια δυσάρεστα, όταν θα τους έχουν γίνει μια καθημερινή συνήθεια». Για την ανάγκη διακριτών αντίρροπων, αλληλο-ελεγχόμενων εξουσιών μίλησαν νεότεροι διανοητές.
Ούτε έτσι όμως η Δημοκρατία είναι θωρακισμένη. Από τον Μαρξ ώς τον Φουκό και τον Μπουρντιέ μάθαμε ότι, για λόγους κυρίως γνωστικούς και οικονομικούς, οι διαβουλευόμενοι έχουν άνιση δύναμη, γεγονός που αποτυπώνεται στη διδασκαλία, την ενημέρωση και το περιεχόμενο των αποφάσεων. Η γνώση και η θεσμική θωράκιση δεν λύνουν το πρόβλημα, αποτρέπουν όμως καταστάσεις ανεπίστρεπτης συγκέντρωσης εξουσίας και απόλυτης χειραγώγησης των πολιτών.
Συχνότατα οι έντονες μεταβολές σε μια κοινωνία εκτρέφουν νέες πρακτικές. Σε περίοδο γρήγορης οικονομικής ανάπτυξης συγκροτούνται νέες κοινωνικές ομάδες, διατυπώνονται νέα αιτήματα και εκκολάπτονται νέες πρακτικές όπως η επιδεικτική κατανάλωση. Αντίστοιχα, σε περιόδους οξείας κρίσης εμφανίζονται πρακτικές αδιανόητες σε συνθήκες ρουτίνας.
Οι οικονομικές κρίσεις διαλύουν κοινωνικές ομάδες, οι οποίες είτε αναλαμβάνουν οι ίδιες δράση είτε προσδοκούν κάποια «θεοδικία» εναντίον όσων θεωρούν φταίχτες. Αυτό δεν ισχύει μόνο για τους αγρότες και τα παραδοσιακά μικροαστικά στρώματα. Στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης απαξιώθηκε, λόγω της κρίσης που προήλθε από την ήττα στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το επιστημονικό άνθος της Γερμανίας, οι πανεπιστημιακοί κατά πρώτον που έγιναν πολύ πιο συντηρητικοί .
Στην Ελλάδα αναπτύσσονται σήμερα ποικίλες πρακτικές. Η πιο εύλογη είναι η επιστροφή στην κοινότητα, από την οικογένεια και τον τόπο καταγωγής ώς το έθνος. Παράλληλα ανασύρεται ο γνώριμος εχθρός, ο «ξένος», που σήμερα είναι κυρίως ο σκουρόχρωμος μετανάστης, αλλά με τον χρόνο μπορεί να πάρει νέα μορφή: πολιτική, ιδεολογική, έμφυλη, σεξουαλική ακόμη και γεωγραφική. Η κρίση και η κατασκευή εχθρού ακόμη συνιστούν συχνά έναν εύσχημο τρόπο να δοθεί πολιτική χροιά σε πρακτικές ξένες στον δημόσιο χώρο, όπως δουλειές της νύχτας και αδιαφανείς δοσοληψίες.
Αυτές οι πρακτικές τροφοδοτούνται από τη χρόνια αναποτελεσματικότητα των κρατικών μηχανισμών να κάνουν όσα προβλέπουν οι νόμοι και το Σύνταγμα. Τροφοδοτούνται τώρα όμως και από τον συνεχή ακρωτηριασμό της Δημοκρατίας, που παίρνει ανησυχητικές διαστάσεις. Η διαδικασία δεν είναι νέα, αρκεί να θυμηθούμε το πρόσφατο παρελθόν και την εξάρτηση της χώρας από άλλες, την Αγγλία, τη Γερμανία, τις ΗΠΑ. Ο ακρωτηριασμός πήρε όμως διαστάσεις με την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού, ο οποίος σηματοδοτεί την επικυριαρχία του οικονομικού επί του πολιτικού και την παγκοσμιοποίηση δυνάμει της οποίας οι αποφάσεις επιβάλλονται όλο και περισσότερο από τις αγορές στις κυβερνήσεις, ιδιαίτερα των μικρότερων χωρών.
Ο ακρωτηριασμός είναι εντονότερος τα τελευταία τέσσερα χρόνια, καθώς οι κεντρικές αποφάσεις παίρνονται από την τρόικα. Η Βουλή επικυρώνει χωρίς καν συζήτηση, υπό τη δαμόκλειο σπάθη της παροχής της επόμενης δόσης. Το κακό όμως δεν σταματάει εδώ. Με ανάλογο τρόπο παίρνονται και οι αποφάσεις από τις ελληνικές αρχές. Οι κυβερνώντες αυτοαναγορεύονται σε γνώστες, φύλακες και τιμωρούς. Ετσι έγινε με το μαύρο της ΕΡΤ, έτσι έγινε με τις καταργημένες ειδικότητες στη δευτεροβάθμια τεχνική εκπαίδευση, έτσι γίνεται σήμερα με τους διοικητικούς υπαλλήλους των Πανεπιστημίων.
Η πρακτική, ίδια. Πουθενά διάλογος, ούτε θεσμός που θα μπορούσε να γνωμοδοτήσει για το βάσιμο ή μη των μέτρων. Το μόνο που ενδιαφέρει είναι οι ψηφοφόροι, γι' αυτό και η σκανδαλώδης γενναιοδωρία των κυβερνώντων προς συγκεκριμένα ΜΜΕ. Ετσι όμως ακυρώνονται και οι τρεις προϋποθέσεις της Δημοκρατίας: μαθαίνεται, προϋποθέτει κατάλληλους θεσμούς και είναι ασύμβατη με την ανεξέλεγκτη συγκέντρωση κάθε μορφής εξουσίας.
……………………………………………………………………..
* Καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών