Του Φάνη Λυσιφάνη
Σ’ όλη τη γη αναζητούν τίνος είν’ η Μαρία
κι άνοιξε, με τους δυο Ρομά, μεγάλη ιστορία …
Μάνα με τους πολλούς σου γιους και με τις τόσες κόρες
πώς γένναγες κι άλλα παιδιά μέσα σε λίγες ώρες;
Μπάχαλο είν’ στη χώρα μας και τα ληξιαρχεία,
μα απελάσεις των Ρομά διχάζουν τη Γαλλία
Τη Λεονάρντα ο Ολάντ διστάζει πού να στείλει
και τον βαράν αντίπαλοι και τον βαράν κι οι φίλοι!
Μα ας τ’ αφήσουμε αυτά. Ωρα για παρελάσεις
την Εθνική μας Εορτή μην τύχει και ξεχάσεις
Θα παρελάσουν, είπανε, τα τεθωρακισμένα
που αραχνιάζαν τα φτωχά, απ’ όλους ξεχασμένα
Του’ ρθε του Αβραμόπουλου ετούτη ’δω η λόξα
να θυμηθούνε τ’ άρματα την πρότερή τους δόξα!
Ισως να γράψουν και σ’ αυτά ποιητικά στιχάκια
να τα διαβάζουν τα παιδιά κουνώντας σημαιάκια
Τι κι αν δεν είναι του Σουρή; «Ελλάς, ηρώων χώρα»
σε μας θα ταίριαζε κουτί: «γαϊδάρους βγάζεις τώρα!»
Μα γιατί μοιάζουνε πικρά, η πένα μου όσα γράφει;
Είναι γιατί προτίμησαν… ποιον άλλο; τον Καβάφη!
Το φυσώ και δεν κρυώνει με τον Αλεξανδρινό
που εν μια νυκτί και μόνη γέμισ’ όλο το μετρό!
Δεν μπορώ να καταλάβω, πώς δεν διάλεξαν εμένα
να στολίσω με στιχάκια μονομιάς όλα τα τρένα…
Θα ’θελα με εμπνευσμένες ρίμες να σας βομβαρδίσω
για την ποίηση αγάπη σ’ όλους σας να εμφυσήσω
Μα για τον Καβάφη τώρα σπρώχνονται ασφυκτικά
όσοι θέλουν να διαβάσουν ποίηση στα βιαστικά
Τους κοιτάζω κι απορώ: Σαν τι τρέχουν να προλάβουν;
Με δυο στίχους πεταχτά, τάχα τι θα καταλάβουν;
Προτιμώ να περπατώ και ας χάνω λεωφορεία
«Επικίνδυνον», μας λεν, πράγμα άλλωστε η βία…