Επιφυλάξεις από βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ για τη διδασκαλία του Κορανίου από ιεροδιδασκάλους που θα προσλάβει το υπουργείο Παιδείας. Mιλούν στην «Εφ.Συν,» οι Αχμέτ Χατζηοσμάν, Μαρία Ρεπούση, Θάλεια Δραγώνα, Χουσείν Ζειμπέκ
Του Τάσου Τσακίρογλου
Tη λογική της αντιμετώπισης των θεμάτων της μειονότητας στη Θράκη μέσω διοικητικών πράξεων και επιβολής αποφάσεων εκ των άνω επιβεβαιώνουν οι χειρισμοί της κυβέρνησης. Αποτέλεσμα, στην προσπάθεια να επιλυθεί ένα πρόβλημα να δημιουργείται ένα άλλο.
Τροπολογία σε νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας, με την οποία προβλέπεται η δυνατότητα πρόσληψης από το ελληνικό Δημόσιο ιεροδιδασκάλων (ιμάμηδων), οι οποίοι θα διδάσκουν το Κοράνι σε τεμένη αλλά και στα δημόσια σχολεία της περιοχής, έχει ήδη δημιουργήσει θέμα στην τρικομματική, με τους πολιτικούς αρχηγούς να αποφασίζουν, χθες, τη μετάθεση της κατάθεσής της, κόντρα στο αρχικό χρονοδιάγραμμα το οποίο προέβλεπε την ψήφισή της άμεσα.
Σύμφωνα με την τροπολογία, οι ιεροδιδάσκαλοι πρόκειται να μισθοδοτούνται από το ελληνικό κράτος και να εργάζονται με εννιάμηνη σύμβαση, κάτι που μέλη της μειονότητας χαρακτηρίζουν ως προσπάθεια να τεθούν σε μόνιμη ομηρία.
Σοβαρές επιφυλάξεις διατυπώνει το ΠΑΣΟΚ, βουλευτές του οποίου αρχικά υπέγραψαν για την κατάθεσή της, δεδομένης και της οξείας αντίδρασης του μειονοτικού βουλευτή Αχμέτ Χατζηοσμάν. Ο τελευταίος μιλώντας στην «Εφ.Συν.» ξεκαθαρίζει ότι, εάν μείνει ως έχει, θα την καταψηφίσει, καθώς, όπως λέει, ο διορισμός ιμάμηδων είναι περιττός, αφού αυτοί που ήδη υπάρχουν καλύπτουν τις ανάγκες διδασκαλίας στα τζαμιά. Παράλληλα χαρακτηρίζει την τροπολογία παρέμβαση στα της θρησκείας, ενώ καταγγέλλει ότι δεν προηγήθηκε καμία διαβούλευση.
Από την πλευρά της η ΔΗΜΑΡ ξεκαθαρίζει ότι επίσης θα την καταψηφίσει, όχι μόνο για λόγους αρχής, αλλά και λόγω των μεθοδεύσεων που, όπως λένε στελέχη της, περιέχει. «Είμαστε αντίθετοι, καθώς θέση μας είναι ο διαχωρισμός κράτους-Εκκλησίας και η μη ανάμιξη της πολιτείας σε θέματα θρησκείας» μας λέει η βουλευτής Μαρία Ρεπούση, προσθέτοντας ότι όπως το κόμμα της αντιτίθεται στη χριστιανική κατήχηση στα σχολεία, έτσι είναι αντίθετο και με την κατήχηση στο Κοράνι.
Σημειώνει ακόμα ότι βασική ένσταση αποτελεί και ο τρόπος διορισμού τους, μέσω μιας επιτροπής ελεγχόμενης από την ελληνική πολιτεία και όχι μέσω της θεσμοθετημένης διαδικασίας του ΑΣΕΠ, η οποία διασφαλίζει τη διαφάνεια.
Ενστάσεις επί της διαδικασίας εκφράζει και η καθηγήτρια Κοινωνικής Ψυχολογίας, Θάλεια Δραγώνα, με μακρά θητεία στα προγράμματα «Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων».
«Δεν μπορεί να επιτευχθεί αρμονική συμβίωση χωρίς αμοιβαία εμπιστοσύνη και διαβούλευση, χωρίς αμοιβαίες μετατοπίσεις» τονίζει στην «Εφ.Συν.», προσθέτοντας ότι σε διαφορετική περίπτωση οι πολιτικές επιβάλλονται χωρίς συναίνεση και οι ενέργειες της πολιτείας είναι αναγκαστικά ατελέσφορες. Ωστόσο δεν είναι αντίθετη με τη διδασκαλία αυτή καθεαυτή, αφού, όπως λέει, «εφόσον τα παιδιά της πλειονότητας διδάσκονται θρησκευτική κατήχηση μέσα στο σχολείο, το σωστό είναι να μπορούν και τα παιδιά της μειονότητας να διδάσκονται το Κοράνι».
Στην καταψήφιση της τροπολογίας έχει καταλήξει και ο ΣΥΡΙΖΑ. Οπως σημειώνει στην εφημερίδα μας ο βουλευτής Ξάνθης, Χουσεΐν Ζεϊμπέκ, η τροπολογία θα έχει την ίδια τύχη με τον νόμο Στυλιανίδη του 2007, ο οποίος ψηφίστηκε, αλλά δεν εφαρμόστηκε ποτέ, αφού δεν ήταν προϊόν διαβούλευσης, αλλά επιβολής.
«Δεν ενημέρωσαν, ούτε ρώτησαν ακόμα και εμάς τους μειονοτικούς βουλευτές» λέει χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι η πολιτεία πρέπει να αντιμετωπίσει συνολικά τα θέματα της μειονότητας και όχι αποσπασματικά. Αρνητικά έχει τοποθετηθεί και το ΚΚΕ.
Επί του παρόντος η Ν.Δ. φαίνεται να έχει εξασφαλίσει μόνο τη συνεργασία των Ανεξάρτητων Ελλήνων, οι οποίοι, όπως λένε, δίνουν τη «δική τους ηχηρή απάντηση στην αντίδραση με λύσσα όσων συμπορεύονται με το τουρκικό προξενείο», άποψη που συμμερίζονται οι περισσότεροι κύκλοι του «πατριωτικού» και εθνικιστικού μετώπου.