ΗΠΑ – Οι συντηρητικοί εκπαιδεύουν τους υποψηφίους τους για να μη φαίνονται μισογύνηδες
Της Χριστίνας Πάντζου
Με το βλέμμα στραμμένο στις ενδιάμεσες εκλογές του 2014, η Εθνική Συνεδριακή Επιτροπή των Ρεπουμπλικανών ξεκινά ειδικά σεμινάρια κατάρτισης των υποψηφίων του κόμματος στο πώς να προσεγγίζουν γυναικεία θέματα ή να τα αποφεύγουν, ιδίως όταν απέναντί τους ως αντιπάλους έχουν γυναίκες. Στόχος είναι να μην επαναληφθούν οι γκάφες και οι ακραίες δηλώσεις που το 2012 στοίχισαν σε Ρεπουμπλικανούς υποψηφίους την εκλογή τους και επέτρεψαν στους Δημοκρατικούς να παρουσιάσουν τους αντιπάλους τους ως μισογύνηδες. Οπως συνέβη με τον υποψήφιο για τη Γερουσία Τοντ Ακιν, που μίλησε για «θεμιτό βιασμό», ή τον Ρίτσαρντ Μέρντοχ, που δήλωσε πως… «ο βιασμός είναι θέλημα Θεού».
Εκτοτε, οι Ρεπουμπλικανοί όχι μόνο δεν διδάχθηκαν από τις αρνητικές συνέπειες των τοποθετήσεών τους, αλλά τροφοδότησαν ακόμη περισσότερο τον «πόλεμο κατά των γυναικών» (όπως τους κατηγορούν οι Δημοκρατικοί), με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα τον Τεντ Φρανκς, που με περίσσια… επιστημονικότητα κατέθεσε στη Νομική Επιτροπή της Βουλής ότι «οι εγκυμοσύνες που προκύπτουν από βιασμούς είναι ελάχιστες», και τον γερουσιαστή Σάξμπι Τσάμπλις, που απέδωσε τις σεξουαλικές επιθέσεις στον στρατό «στις ορμόνες».
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του «Politico», ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων και εμπνευστής των «σεμιναρίων θηλυκής εκπαίδευσης», Τζον Μπένερ, μίλησε για «έλλειμμα ευαισθησίας» και έστειλε συμβούλους του σε στελέχη του κόμματος για να διδαχθούν πώς να απαντούν σε «καυτά γυναικεία θέματα».
Η ανησυχία των Ρεπουμπλικανών είναι δικαιολογημένη, καθώς οι γυναίκες αποτελούν καταλύτη της έκβασης των αμερικανικών εκλογών. Κι αυτό όχι απλώς γιατί αποτελούν το 54% του εκλογικού σώματος. Στις προεδρικές του 2012 ψήφισαν κατά 11 ποσοστιαίες μονάδες περισσότερες τον Ομπάμα από τον Μιτ Ρόμνεϊ. Η Τζες ΜακΙντος της οργάνωσης Emily’ s List λέει πως το 2012 σήμανε μια τεράστια αλλαγή: «Ηταν οι εκλογές που έθεσαν τις γυναίκες και τα γυναικεία ζητήματα στην πρώτη γραμμή». Είναι ενδεικτικό ότι μετά από αυτές τις εκλογές, από τις 78 γυναίκες στη Βουλή, οι 59 είναι των Δημοκρατικών. Το χάσμα είναι ανάλογο και στη Γερουσία, όπου από τις 20 γυναίκες οι 16 ανήκουν στο Δημοκρατικό Κόμμα.
Οι Ρεπουμπλικανοί ευελπιστούν ότι με τα «σεμινάρια ευαισθητοποίησης» και με το πρόγραμμα GROW, που στοχεύει στη «στρατολόγηση» γυναικών υποψηφίων, θα κερδίσουν κάτι από το χαμένο έδαφος. Αλλά οι προβλέψεις είναι δυσοίωνες γα ένα κόμμα που κυριαρχείται από την ακραία συντηρητική θρησκευτική Δεξιά. Σειρά πρόσφατων δημοσκοπήσεων δείχνουν ότι όλοι οι Δημοκρατικοί υποψήφιοι προηγούνται -μάλιστα με διψήφια διαφορά- από τους Ρεπουμπλικανούς στην πρόθεση ψήφου των γυναικών. Επιπλέον, δημοσκόπηση του Οκτωβρίου αποκάλυψε ότι μειώθηκε κατά 10% η πρόθεση των γυναικών να ψηφίσουν Ρεπουμπλικανούς υποψηφίους.
…………………………………………
Γλυκές απειλητικές νοικοκυρές
Εκθεση σε γκαλερί παρουσιάζει γυναίκες που εκπέμπουν ομορφιά και… τρόμο
Μια γυναίκα ντυμένη στα μετάξια κουβαλά ένα αλυσοπρίονο. Αλλη με περισσή αθωότητα επιδεικνύει το κίτρινο φόρεμά της κρατώντας ένα τσεκούρι σαν να ήταν πολύτιμο τσαντάκι Dior. Κι άλλες, όλες τους απειλητικά ακέφαλες, στολισμένες σαν να πηγαίνουν σε πάρτι, μεταφέρουν εξίσου απειλητικά πένσες, σκαλιστήρια, πριόνια, αξίνες. Η σειρά America’s Sweethearts της Κέλι Ρίμτσεν, που εκτίθεται έως τα τέλη του μήνα στην γκαλερί De Buck του Μανχάταν, χρησιμοποιεί αποσπασματικά εικόνες παρμένες από το περιοδικό «Τα καλύτερα σπίτια και κήποι» και επιστρατεύοντας ειρωνεία και μαύρο χιούμορ παίζει με μια διφορούμενη πραγματικότητα νοικοκυροσύνης, ομορφιάς και τρόμου. Ενα σχόλιο για τη γαλήνη και τη βία του οικογενειακού βίου, οι ελαιογραφίες της απεικονίζουν ακέφαλες γυναίκες με φορέματα vintage της δεκαετίας του ’50, κοσμήματα και κομψά γάντια, που κουβαλούν αιχμηρά εργαλεία. Η ιδέα για τον τίτλο της σειράς γεννήθηκε από παλαιά διαφήμιση της εταιρείας Better Homes & Gardens για μια δημοσκόπηση. Ηταν η φωτογραφία μιας νοικοκυράς ντυμένης στην πένα που κρατούσε μια βαριά κουλούρα λάστιχο ποτίσματος, δουλειά που έως τότε ήταν αποκλειστικά αντρική. Η δημοσκόπηση περιείχε την απλή ερώτηση «πιστεύετε ότι μια γυναίκα είναι ικανή να ποτίσει το γκαζόν;». Ετσι προέκυψαν οι πίνακες, οι οποίοι, παρά τη λαμπερή και χαρωπή αμφίεση των γυναικών, έχουν κάτι σκοτεινό και δυσοίωνο καθώς αυτά τα ανώνυμα σώματα μοιάζουν περισσότερο να είναι έτοιμα να διαπράξουν ένα έγκλημα παρά να κάνουν δουλειές του σπιτιού. Οι πίνακες συμπληρώνονται από σειρά μεγάλων γλυπτών που απεικονίζουν χάπια: Xanax, Prozac, Advil και άλλα ψυχοφάρμακα που αποτυπώνονται σαν καραμέλες και ταυτόχρονα σαν ακόμη ένα αξεσουάρ της ρευστής ιδέας για τη γυναικεία φύση. «Αυτά τα εργαλεία ως αξεσουάρ της γυναικείας εμφάνισης μπορούν επίσης να ιδωθούν ως σύμβολα της γυναικείας αυτονομίας, ως έμβλημα ότι οι γυναίκες σήμερα μπορούν να τα κάνουν όλα και σίγουρα πολύ περισσότερα από αυτά που πιστεύει μια κοινωνία με εμμονή στον διαχωρισμό των εργασιών του σπιτιού σε αντρικές και γυναικείες», λέει η Ρίμτσεν. «Μιλώ για την ενδυνάμωση των γυναικών. Αν αυτό φαντάζει απειλητικό στον θεατή, θα πρέπει να αναρωτηθεί ο ίδιος το γιατί».
…………………………………………
Η γυναίκα που οραματίζεται ανοιχτούς δρόμους
Στις 9 Δεκεμβρίου ένοπλοι απήγαγαν τη Σύρα συγγραφέα και αγωνίστρια Ραζάν Χαϊτουνέχ μαζί με τον σύζυγό της και δύο συνεργάτες της από το σπίτι της στην Ντούμα, στα περίχωρα της Δαμασκού. Εκτοτε η τύχη τους αγνοείται. Η 36χρονη Χαϊτουνέχ είναι εδώ και μια δεκαετία από τις γνωστότερες κριτικές φωνές απέναντι στο καθεστώς του Μπασάρ Αλ Ασαντ. Σύμφωνα ωστόσο με μαρτυρίες, δεν ήταν οι κυβερνητικές δυνάμεις που θέλησαν να τη φιμώσουν, αλλά οι τζιχαντιστές αντάρτες του Στρατού του Ισλάμ, που ελέγχουν την Ντούμα και την είχαν απειλήσει επανειλημμένα. Η Χαϊτουνέχ, σφοδρή επικρίτρια τόσο του καθεστώτος όσο και των ισλαμιστών και ιδρύτρια του Κέντρου Τεκμηρίωσης Παραβάσεων VDC και της ανθρωπιστικής οργάνωσης Τοπική Στήριξη Ανάπτυξης και Μικροπρογραμμάτων, έχει τιμηθεί με το Βραβείο Γυναίκες Θάρρους του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, με το βραβείο Ζαχάροφ για την Ελευθερία της Σκέψης και με το βραβείο Αννα Πολιτόφσκαγια. Δεκαέξι οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μαζί και συγγραφείς, δημοσιογράφοι και νομικοί έχουν κάνει διεθνή έκκληση για την απελευθέρωσή της, καταγγέλλοντας την απαγωγή ως επίθεση εκφοβισμού κατά των κινημάτων πολιτών στη χώρα: «Είναι ακόμη ένα δείγμα ότι προχωράμε στην απόλυτη ριζοσπαστικοποίηση και σύγκρουση ανάμεσα σε δύο δυνάμεις του κακού: του καθεστώτος και των φανατικών ισλαμιστών». Οι χρήστες του Twitter, επίσης, ξεκίνησαν μια ψηφιακή καμπάνια ζητώντας την απελευθέρωσή της: #Free_RazanZaitouneh.
Λίγες ώρες πριν από την απαγωγή της, είχε στείλει στον λιβανέζικο ιστότοπο Now ένα φορτισμένο συναισθηματικά κείμενο, όπου ανάμεσα στα άλλα έγραφε: «Ο δρόμος είναι μακρύς και γεμάτος εμπόδια και νάρκες. Μόνο η τύχη οδηγεί τα βήματά μας ενάντια στον κίνδυνο. Ο σκοτεινός δρόμος δεν φωτίζεται παρά από την πίστη μας και όσα απομένουν από το όνειρό μας». Η τύχη δεν ήταν αυτή τη φορά με το μέρος της.