20/12/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Το χαστούκι έγινε… χάδι

Με το προς τον Ομπάμα πόρισμά της, η επιτροπή που συνέστησε ο ίδιος για να διερευνήσει την υπόθεση των παρακολουθήσεων από την NSA, αντί να τη θέσει υπό δημόσιο έλεγχο, της κάνει μία σειρά από... συστάσεις.
     
Pin It

ΗΠΑ – Με το προς τον Ομπάμα πόρισμά της, η επιτροπή που συνέστησε ο ίδιος για να διερευνήσει την υπόθεση των παρακολουθήσεων από την NSA, αντί να τη θέσει υπό δημόσιο έλεγχο, της κάνει μία σειρά από… συστάσεις

 

Του Γιώργου Τσιάρα

 

obamaΠαρουσιάστηκε σαν «χαστούκι» για τον Ομπάμα και τους ψηφιακούς σπιούνους του, αλλά μάλλον για… χάδι επρόκειτο. Ο λόγος για το πόρισμα, 300 σελίδων, που παρέδωσε χθες στον πρόεδρο των ΗΠΑ η ειδική επιτροπή που συνέστησε ο ίδιος για να μελετήσει το πρόβλημα των παρακολουθήσεων, όπου προτείνει, μεταξύ άλλων, την υπαγωγή της αμαρτωλής Υπηρεσίας Εθνικής Ασφαλείας (NSA) σε αυστηρότερο πολιτικό και δικαστικό έλεγχο, αλλά και την αφαίρεση από αυτήν μιας σειράς από κρυφές κατασκοπευτικές «υπερεξουσίες» εντός και εκτός ΗΠΑ, και ιδιαίτερα του (παράνομου) δικαιώματος της μαζικής συλλογής και αποθήκευσης τηλεφωνικών αρχείων και μεταδεδομένων από το Διαδίκτυο.

 

Η πενταμελής επιτροπή, η οποία απαρτίζεται από πρώην στελέχη των μυστικών υπηρεσιών και καθηγητές του Πανεπιστημίου του Σικάγο, που επέλεξε προσωπικά ο ίδιος ο Ομπάμα, προχωρά σε 46 συνολικά «συστάσεις», προκειμένου να «τιθασευτεί» η ανεξέλεγκτη δράση της NSA. Στην πραγματικότητα, όμως –και παρά την προσπάθεια των αμερικανικών ΜΜΕ να την παρουσιάσουν ως «σκληρή» και «αυστηρή»– η επιτροπή δεν μπαίνει στην ουσία του σκανδάλου των παρακολουθήσεων, ούτε προτείνει μέτρα που θα μπορούσαν πραγματικά να αποκεφαλίσουν τη λερναία ύδρα των κατασκόπων.

 

Αντιθέτως, η επιτροπή δικαιολογεί και υποστηρίζει την «αναγκαιότητα» να συνεχίσει τη δράση του το «αντισυνταγματικό» και… «σχεδόν οργουελικό» σύστημα παρακολουθήσεων της Υπηρεσίας, που σε καθημερινή βάση προχωρά σε «αδιάκριτη» και «αυθαίρετη» παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Αμερικανών πολιτών, όπως το αποκάλεσε δικαίως πριν από μερικές ημέρες ο ομοσπονδιακός δικαστής Ρίτσαρντ Λεόν. Κάτι απολύτως λογικό για δύο μέλη της – πρώην πράκτορες, σαν τον πρώην υποδιευθυντή της CIA, Μάικλ Μορέλ, και τον διάσημο «ειδικό» σε θέματα αντικατασκοπίας Ρίτσαρντ Κλαρκ, αλλά επιεικώς απαράδεκτο για έναν διαπρεπή καθηγητή της νομικής επιστήμης, όπως ο Τζέφρι Στόουν –ένας «αντικειμενικός» επιστήμονας που πριν από λίγο καιρό αποκάλεσε δημόσια «προδότη» τον Εντουαρντ Σνόουντεν.

 

Πιο συγκεκριμένα, στην αναφορά προτείνεται η προώθηση από το Κογκρέσο νέου νόμου που θα εμποδίζει την «αποθήκευση τηλεφωνικών αρχείων από την NSA και τη μετάβαση σε ένα σύστημα αποθήκευσης των μεταδεδομένων από τις ιδιωτικές εταιρείες, τα οποία θα μπορεί να επεξεργάζεται η κυβέρνηση όταν αυτό κρίνεται απαραίτητο για λόγους εθνικής ασφαλείας». Τις σχετικές άδειες θα δίνει ένα ειδικό δικαστήριο, το FISC, οι αποφάσεις του οποίου φυσικά θα παραμένουν μυστικές στο πλατύ κοινό.

 

Προτείνεται με άλλα λόγια η… ιδιωτικοποίηση της μαζικής, αντισυνταγματικής παρακολούθησης δισεκατομμυρίων συνομιλιών, με το σκεπτικό πως «οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να συνεχίσουν να συγκεντρώνουν πληροφορίες από τις παγκόσμιες τηλεπικοινωνίες για να βεβαιώνουν την ασφάλεια των πολιτών μας εντός και εκτός της χώρας και να προστατεύουν τους φίλους, τους συμμάχους και τα πολλά κράτη με τα οποία έχουμε σχέσεις συνεργασίας». Και ο λόγος γι’ αυτή την ιδιωτικοποίηση δεν είναι τόσο οι διαμαρτυρίες των Αμερικανών πολιτών και των ξένων κυβερνήσεων για το όργιο υποκλοπών, όσο οι πιέσεις από τους γίγαντες των τηλεπικοινωνιών, όπως η Google, που διαμαρτύρονται δημόσια τους τελευταίους μήνες για υπονόμευση της εικόνας τους στο εξωτερικό λόγω των αποκαλύψεων Σνόουντεν!

 

Οσο για τις υπόλοιπες δήθεν αυστηρές «συστάσεις», αυτές αποσκοπούν στη «νομιμοποίηση», εκ των υστέρων, της παράνομης δράσης των κρατικών υπηρεσιών ασφαλείας. Η μόνη κάπως σοβαρή πρόταση της επιτροπής αφορά τον διαχωρισμό της NSA από τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις και την τοποθέτηση ενός πολιτικού αξιωματούχου στην ηγεσία της: κι αυτή όμως η πρόταση απερρίφθη ρητά από την κυβέρνηση Ομπάμα, πριν καν κατατεθεί!