Του Γιώργου Σταματόπουλου
Στη διατροφή και το κλίμα δεν δίνουμε και τόση σημασία, σε έννοιες δηλαδή που σημαδεύουν σοβαρά τη διαμόρφωση της προσωπικότητας. Ισως γιατί τα ξεχάσαμε, ίσως επειδή ήσαν γαλαντόμα απέναντί μας κι επειδή ουδέποτε εκτιμήσαμε τη μεγαλοσύνη του παραλαμβάνειν, τα αγνοήσαμε. Υπάρχουν αρχαίες, σοφές γεύσεις και πολύ ζεστό φως δίπλα μας, αλλά οι περισσότεροι σφυρίζουμε κλέφτικα. Είναι όπως όταν είσαι υγιής· δεν εκτιμάς το μεγαλείο της υγείας. Ετσι και τώρα, σήμερα. Επιτέλους αντιλαμβανόμαστε την αξία του ευτελούς καρπού, του οποιουδήποτε, ψαύουμε το δέρμα της ανησυχίας, μετά από δεκαετίες μαρασμού του στον καναπέ της μακαριότητας. Παύουμε (;) να είμαστε υπερφίαλες μοναξιές και αριστουργηματικά μηδενικά· εξορίζουμε τον τρόμο που, ένας Θεός ξέρει γιατί, προκαλούσαν οι συλλογικότητες, οι γειτονιές, τα χωριά, οι κάθε μορφής κοινότητες.
Η παλιά μουσική, η μουσική που έγραψε το πένθος και η χαρά των προγόνων, δειλά δειλά ξανακούγεται συνοδευόμενη από χαρούμενους αοιδούς-δαίμονες της αείζωης ανθρώπινης αγωνίας. Ζεστά μεσημέρια και γλυκά απομεσήμερα συντροφεύουν την προσπάθειά μας να εαυτοσκοπηθούμε, αλλά και να γνωριστούμε μεταξύ μας, την ώρα που οι ιδεολογίες σέρνονται η μία πίσω από την άλλη. Εξαφανίζονται το καλό και το κακό, γιατί αποφασίσαμε ότι ούτε το ένα υπάρχει ούτε το άλλο· τέλος πάντων το ένα δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς το άλλο. Οι αμφιβολίες χορεύουν, οι πράξεις τραγουδούν, τα πρόσωπα σκηνοθετούν. Να τα μας. Κοντεύουμε να καταλάβουμε τις έπταιξε και καταντήσαμε φερέφωνα του life style και της φιλελεύθερης (!) Αριστεράς. Δεν είναι λίγο, οφείλει όμως, να έχει συνέχεια.
Συνθήματα πάνε και έρχονται, ουδείς τους δίνει σημασία· έπαψε αίφνης η λυσιτέλειά τους, σκοτείνιασε η αίγλη τους. Και να, στον ιδρώτα του χρόνου κολυμπάνε σώματα αλαφιασμένα, βουλές αθέλητες, ψυχές πεταλουδένιες, λεπτές, αθόρυβες. Και λες, μέγας είσαι κόσμε και θαυμαστός και αξιοπερίεργος και αμέσως ξανακοιτάζεις και βλέπεις τη δυστυχία και τη βία των εξουσιών και τον πόνο και τα βασανιστήρια στα οποία διαπρέπουν οι δημοκρατικές μας χώρες. Και μπερδεύεται τότε η οργή με τον θαυμασμό, το αίμα με τα δάκρυα χαράς και στέλνει στον αγύριστο εκείνους που παλεύουν για τη σωτηρία της χώρας, για τη δημοκρατία (δικαιοσύνη και λοιπές πομφόλυγες). Και όμως, υπάρχει ακόμη αφέλεια και αθωότητα σε πολλούς ανθρώπους.
Είναι αυτοί που διασώζουν τη λεπταισθησία της ζωής προσδίδοντάς της νόημα ισχυρό, τραγικόν τε και κωμικόν, πυρφόροι Διόνυσοι χωρίς καν να το γνωρίζουν· ανελέητοι διώκτες του μίσους και του παράλογου. Οχι; Οπως και να ’χουν τα πράγματα, γεγονός είναι ότι κάθε χρόνος εμφανίζεται πιο ώριμος, με αυστηρή δίαιτα, με καλοκαίρια και γερούς χειμώνες και γονιμοποιά φθινόπωρα και άνοιξες φουσκωμένες, καρπερές. Τέλος πάντων, κάτι διαφορετικό κυοφορείται. Το αν θα γεννηθεί κάτι όμορφο είναι αλλουνού μάστορα δουλειά. Από το στομάχι περνάνε όλα (έρωτας, ιδεολογία, χρόνος κ.λπ).