09/01/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Πήρα αμπάριζα

      Pin It

Της Βένας Γεωργακοπούλου

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Τη σχεδίαζα από μέρες αυτήν την «Τρίτη ματιά». Ηθελα να μπω με το δεξί στο 2014. Να διατυμπανίσω από αυτόν εδώ τον χώρο, που όσο να 'ναι πέφτει εύκολα το μάτι του αναγνώστη, ότι εγώ αισιόδοξη δεν είμαι, αλλά προσπαθώ συνεχώς να βρίσκω γύρω μου κάτι να κρατιέμαι. Να βρίσκω πότε πότε τον παλιό ανάλαφρο βηματισμό μου.

 

Και ξαφνικά μου 'πεσε στο κεφάλι η απόδραση του Ξηρού. Οσα πτώματα άφησε στο διάβα του, τόσες εξόδους στις εξοχές απόλαυσε (είδατε πόσο large χούντα έχουμε;). Και ήθελε κι άλλο. Το όνειρο κάθε ανθρώπου είναι η ελευθερία, έτσι δεν είναι; Ναι, τον φαντάζομαι και τον μακαρίζω. Σε κάποιο μακρινό μέρος, που νους του ανθρώπου δεν το βάζει, κάνει περιπάτους, διαβάζει, παίζει μουσική, στοχάζεται… Αλίμονο από μας που τη λέξη «άδεια», ας όψεται η κρίση, τη διαγράψαμε από το λεξιλόγιό μας και ένα εγκληματάκι δεν σκεφτήκαμε να κάνουμε για να βλέπουμε πότε πότε την καημένη τη μανούλα μας.

 

Αλλά δεν θα με πάρει από κάτω η παλιά και νέα τρομοκρατία με τους μπουρδουκλωμένους τίτλους της και τους πιστούς της θαυμαστές. Ούτε καν το σνομπάρισμα του Τσίπρα στην Ευρωπαϊκή Ενωση μέχρι να γίνει πρόεδρος της Κομισιόν ταις πρεσβείαις του παπα-Σούρα και βάλει τάξη στο μαγαζί – ή το κλείσει. Μας κρατάει και σε σασπένς.

 

Εγώ μπήκα στο 2014 με 100 ευρώ στην τράπεζα (αλήθεια, οι τρομοκράτες κάνουν ενίοτε καμιά φιλανθρωπία ή τρώνε όλο τον αγωνιστικό τους ιδρώτα σε καλάσνικοφ;) και μια συγκίνηση βαθιά μέχρι το μεδούλι. Ενα βράδυ ξανάγινα παιδάκι, ξέχασα πόσο συχνά με πιάνουν τα λουμπάγκα μου, φόρεσα μια φόρμα εκατό χρόνων και βάλε, κάθισα σταυροπόδι στο πάτωμα πάνω σε φτενό μαξιλαράκι και είδα, πρώτη μούρη, μια θεατρική παράσταση. Τη μέρα που κατέβαινε. Και κατάλαβα γιατί παιζόταν από πέρσι το «Mistero Buffo» του Θωμά Μοσχόπουλου. Δεν θα γράψω πόσο σπουδαίο ήταν, τα 'χουν πει και γράψει άλλοι και ειδικότεροι.

 

Της δίνω όμως συμβολικές διαστάσεις αυτής της γλυκιάς εμπειρίας: του θεάτρου που αντιστέκεται και ανθεί με χίλια μύρια προβλήματα. Θέλω να κρατήσω σαν φυλακτό τα πλήθη έξω και μέσα από την αίθουσα, που θα μπορούσαν να στηρίξουν την παράσταση για πολλούς ακόμα μήνες – ένα ραντεβού στα τυφλά, στα στενά του Ψυρρή, με Αθηναίους, νέους και μεσήλικες, με ηθικό ακμαίο και πνεύμα ζωντανό. Θα 'θελα να σφίξω το χέρι καθενός ηθοποιού ξεχωριστά και να τους κλέψω για πάρτη μου το μυστικό του κεφιού και της δημιουργικότητάς τους. Πόσα λεφτά πληρώνονται; Λίγα φαντάζομαι. Θέλω να τους σκέφτομαι όταν με πιάνουν οι μαύρες μου και βαρυγκομάω.

 

Και κυρίως όταν με πολιορκούν φωνές μίζερες και κακιασμένες, που όλα τούς μυρίζουν και όλα τους βρωμάνε. Ακόμα και τα χριστουγεννιάτικα φωτάκια στους δρόμους. Ακόμα και τα χαρούμενα πλεκτά που φόρεσαν κάτι περίεργοι καλλιτέχνες σε δεντράκια και παγκάκια. Να λεω από μέσα μου «Μάσχα, Ξάφης, Μπερικόπουλος, Τοκάκης, Καλαϊτζίδου, Χρυσοστόμου», και να παίρνω αμπάριζα.

 

Scroll to top