Του Φώτη Παπούλια
Το ταξίδι από την ακριτική Ξάνθη στην Αθήνα, και με ενδιάμεσο σταθμό τις φυλακές Μαλτεπέ στην Κωνσταντινούπολη, εξελίσσεται σε εφιάλτη για τον πρώην πρόεδρο του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου Αγγελο Φιλιππίδη.
Ο απόφοιτος της τάξης του 1982 από το Κολλέγιο Αθηνών, γιος ενός μάλλον επιτυχημένου εργοστασιάρχη μοκετών της ακριτικής πόλης (ο οποίος στη συνέχεια ατύχησε επιχειρηματικά και λόγω στενής φιλικής σχέσης με την οικογένεια Βαρδινογιάννη βρέθηκε να εργάζεται σε λογιστήριο εκδοτικής επιχείρησης), έλεγε, όπως θυμούνται τότε συμμαθητές του, ότι το «χρήμα είναι ο θεός μου». Πιστός στο δόγμα του, εξάλλου ήταν γνωστή η κολλητή φιλία του με τον κατά έναν χρόνο μικρότερό του Χ. Χατζηεμμανουήλ, «προδιέγραφε και το μέλλον του», λένε όσοι τους θυμούνται από εκείνη την εποχή.
Στην Αμερική
Ο νεαρός Αγγελος, Βαγγέλης το βαφτιστικό του που το άλλαξε στο πιο «αριστοκρατικό», συνέχισε τις σπουδές του στην Αμερική, πολιτικές και οικονομικές επιστήμες, μεταπτυχιακά στη διοίκηση επιχειρήσεων και διεθνείς σχέσεις, με ειδίκευση στο διεθνές τραπεζικό και χρηματοπιστωτικό σύστημα, στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια.
Εκεί, στη χώρα των ευκαιριών και του καπιταλισμού, συσφίχθηκαν οι σχέσεις του με τους γόνους της οικογένειας Βαρδινογιάννη (βλέπετε, οι κολεγιακές σχέσεις διαμορφώνουν σχέσεις ζωής), ιδιαίτερα με τον «Τζίγγερ», και οι επαφές της οικογένειας Φιλιππίδη με την οικογένεια Βαρδινογιάννη έγιναν στενότερες.
Οταν επέστρεψε στην Ελλάδα, διετέλεσε γενικός διευθυντής της εταιρείας «Διεθνής Χρηματιστηριακή» και διευθύνων σύμβουλος της «Ομιλος Διεθνών Συμβούλων». Οσοι γνωρίζουν καλά την αγορά επιμένουν ακόμα και σήμερα ότι «την καριέρα του τού την έφτιαξαν οι Βαρδινογιάννηδες, ήταν πίσω από κάθε κίνησή του» και την περίοδο της ελληνικής χρηματιστηριακής «φούσκας», ο Αγγελος Φιλιππίδης βρέθηκε να παίζει στα πρώτα ονόματα της «πιάτσας». Ηταν αυτός που «πρώτος καθιέρωσε την ελληνική εκδοχή των golden boys», θυμούνται όσοι τον συναντούσαν στα in στέκια του Κολωνακίου, της Πολιτείας και της Κηφισιάς. Φανατικός νεοδημοκράτης, κολλητός φίλος του Κ. Καραμανλή, έβαζε σιγά σιγά τις βάσεις για πολιτική καριέρα.
Το 2000 ήταν η χρονιά του. Ο «καπετάνιος» του Παναθηναϊκού Γ. Βαρδινογιάννης αποχωρεί από την ΠΑΕ και παρουσιάζει στους εμβρόντητους αθλητικούς συντάκτες «έναν πιτσιρικά, τον Αγγελο Φιλιππίδη, που κανείς μας δεν τον ήξερε», θυμούνται οι «πατριάρχες» του παναθηναϊκού ρεπορτάζ. Οπως λένε σήμερα, «ήταν μυρωδιάς, δηλαδή άσχετος από ποδόσφαιρο, και είχε συμπεριφερθεί τουλάχιστον απρεπώς στον καπετάνιο», αφού είχε επιμείνει να παρουσιαστεί ως εκτελεστικός διευθυντής. «Αυτό έγινε, και ύστερα από μια σειρά γεγονότων που αποδείκνυαν τον κακό του χαρακτήρα, ο Γ. Βαρδινογιάννης δεν ήθελε να τον δει ούτε ζωγραφιστό», λένε σήμερα…
Εχουν μείνει παροιμιώδεις οι παρεμβάσεις του σε διευθυντές αθλητικών και όχι μόνο εφημερίδων για όσα γράφονταν για τον ίδιο και την ομάδα του. «Αλλο ρεπορτάζ παραδίδαμε το βράδυ και άλλο διαβάζαμε το πρωί», θυμούνται αθλητικογράφοι οι οποίοι δεν ήθελαν ούτε να τον ακούνε – ακόμα και αυτοί από τους οποίους είχε ζητήσει να τον βοηθήσουν «ως νέο στα πράγματα». «Παιδί της αριστοκρατίας», όπως πλασαριζόταν, δεν άντεχε την «ιδρωτίλα» των αποδυτηρίων, «αλεξιπτωτιστή» τον έλεγαν στην Παιανία, και οι οπαδοί του Ολυμπιακού τού είχαν αφιερώσει ουκ ολίγα γηπεδικά τετράστιχα. Αποκορύφωμα της προεδρικής του θητείας ήταν η απουσία του από το περίφημο ντέρμπι της Ριζούπολης, δεν συνόδευσε την ομάδα του και ο Ολυμπιακός νίκησε 3-0 κατακτώντας το πρωτάθλημα (όταν ο ΠΑΟ ήθελε ισοπαλία ή νίκη για να το κατακτήσει) και νωρίτερα στο ντέρμπι ΠΑΟ- ΟΣΦΠ 1-1 όταν κυνήγησε τον διαιτητή του ματς, Ευθυμιάδη. Μάλιστα ρεπόρτερ εκείνης της εποχής θυμούνται ότι «μπούκαρε στη συνέντευξη Τύπου των προπονητών και κάλεσε τον τότε πρωθυπουργό Κ. Σημίτη να παρέμβει για να καθαρίσει το ποδόσφαιρο». «Τζάμπα μάγκας», ήταν και τότε και σήμερα το σχόλιο που τον συνοδεύει.
Η αντίδραση Εβερτ
Με την αποχώρησή του από την ηγεσία της αθηναϊκής ομάδας, στρέφεται εκ νέου στις επιχειρηματικές δραστηριότητες, αφού η προσπάθειά του να «κατέβει» ως υποψήφιος βουλευτής της Ν.Δ. απέτυχε παταγωδώς. Στη Ν.Δ. θυμούνται ακόμα την οργίλη αντίδραση του αείμνηστου Μ. Εβερτ όταν το όνομά του «έπαιζε» για τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου της Attica Bank. «Aν αυτός είναι το νέο ύφος και ήθος της παράταξης, τότε κάνουμε σοβαρό λάθος», είχε πει τότε ο Μ. Εβερτ και είχε απειλήσει «ή εγώ ή αυτός».
Ο Μ. Εβερτ γνώριζε καλά την «υπόθεση Κεράνης» στην οποία είχε εμπλακεί ο Αγγ. Φιλιππίδης…
Το 2007 η κυβέρνηση της Ν.Δ. τον διόρισε στη θέση του προέδρου του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και εκεί… μεγαλούργησε, όπως αποδεικνύεται σήμερα από το εισαγγελικό πόρισμα. Το 2011 είχε τοποθετηθεί σύμβουλος διοίκησης στο νοσοκομείο «Ερρίκος Ντυνάν», όπου και εκεί εκκρεμεί μια μάλλον περίεργη υπόθεση αξιοποίησης περιουσίας…
Κυνικός στις τηλεοπτικές του εμφανίσεις, ζήτησε μέχρι και κάμερες να καλύψουν την κατάθεσή του. Αλαζόνας, έχει δηλώσει: «Εχω λύσει το οικονομικό μου πρόβλημα από το 1999, τα χρήματά μου είναι δηλωμένα, φορολογημένα…».
Πώς λέμε, από Αγγελος σε Βαγγέλης…
……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
Η διαδικασία για την επιστροφή
Στις τουρκικές φυλακές του Μαλτεπέ κρατείται από το μεσημέρι του Σαββάτου ο Αγγελος Φιλιππίδης, που συνελήφθη το βράδυ της Παρασκευής σε ξενοδοχείο στην πλατεία Ταξίμ της Κωνσταντινούπολης, έπειτα από διεθνές ένταλμα σύλληψης που είχε εκδοθεί σε βάρος του. Οι αστυνομικοί του Οργανωμένου Εγκλήματος ζήτησαν τη βοήθεια της Αντιτρομοκρατικής, η οποία μέσω του κινητού του τηλεφώνου εντόπισε ότι ήταν στην Κωνσταντινούπολη. Σύμφωνα με αστυνομικές πηγές, είχε πάει στην Κωνσταντινούπολη στις 3/1/2014.
Ο Αγγ. Φιλιππίδης οδηγήθηκε ενώπιον μονομελούς δικαστηρίου στην Τουρκία, όπου και δήλωσε ότι παραιτείται από κάθε ένσταση και ότι συναινεί για την επιστροφή του στην Ελλάδα, ενώ επέδειξε το εισιτήριό του για να αποδείξει ότι είχε δρομολογήσει την επιστροφή του. Οι τουρκικές αρχές ενέκριναν την έκδοσή του στην Ελλάδα. Ωστόσο, η εκτέλεση της απόφασης θα ολοκληρωθεί με την αποστολή, από το ελληνικό υπουργείο Δικαιοσύνης, των σχετικών εγγράφων. Σύμφωνα με προξενικές αρχές, η διαδικασία αυτή μπορεί να κρατήσει από 2 έως 40 μέρες.
M. Tσαλδάρης