Tου Κώστα Μελά*
Η ελληνική κοινωνία διέρχεται μια από τις μεγαλύτερες ανθρωπιστικές κρίσεις στην ιστορία της. Χιλιάδες άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση στην ιατρική περίθαλψη και… άκουσον άκουσον, στο ηλεκτρικό ρεύμα. Ποιος μπορεί να το πιστέψει ότι το 2013 οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν έχουν τον τρόπο να προσφέρουν ένα στοιχειώδες δίχτυ κοινωνικής προστασίας στους χιλιάδες αναξιοπαθούντες πολίτες. Χωρίς να θέλω να προβώ σε μηχανιστικές συγκρίσεις, αναγνωρίζω τις διαφορετικές καταστάσεις των δύο χωρών, θα δείξω εν συντομία μερικά στοιχεία για το πώς διαχειρίστηκαν οι κυβερνήσεις της Ισλανδίας τα δημιουργηθέντα κοινωνικά προβλήματα λόγω της οικονομικής κρίσης του 2008.
Εχει μεγάλη σημασία να γίνει μια μικρή αναφορά στις επιπτώσεις στο επίπεδο ζωής λόγω της κρίσης στην Ισλανδία. Οι περισσότερες ευαίσθητες ομάδες καθώς και οι χαμηλότερες εισοδηματικές ομάδες υπέστησαν, γενικά, μικρότερης έκτασης μειώσεις στα πραγματικά standards της ζωής τους από τις υψηλότερες εισοδηματικές ομάδες. Ενώ το επίπεδο ζωής ολόκληρου του πληθυσμού της χώρας, κατά μέσο όρο, υποχώρησε στο επίπεδο του 2003-04, οι χαμηλότερες εισοδηματικές ομάδες υποχώρησαν λιγότερο, ενώ οι υψηλότερες αντιθέτως πήγαν στο επίπεδο του 2000.
Αυτό επιτεύχθηκε αυξάνοντας τις ελάχιστες συντάξεις των ηλικιωμένων και των συνταξιούχων που ανήκαν σε ευαίσθητες ομάδες. Ο ελάχιστος μισθός αυξήθηκε επίσης ελάχιστα, ενώ ο γενικός μισθός παρέμεινε ουσιαστικά αμετάβλητος. Η κοινωνική βοήθεια αυξήθηκε και το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε σχετικά ελάχιστα την περίοδο 2009-2010. Οι υψηλές συντάξεις μειώθηκαν επίσης σχετικά λίγο.
Οι επιδοτήσεις επιτοκίων για στεγαστικά δάνεια αυξήθηκαν σημαντικά με αποτέλεσμα περίπου το 1/3 του επιτοκιακού κόστους να πληρώνεται από την κυβέρνηση (το 2011). Οι άμεσοι φόροι στα χαμηλά εισοδήματα μειώθηκαν λίγο το 2009 και το 2010, ενώ αυξήθηκε η επιβάρυνση στα υψηλότερα εισοδήματα. Η κυβέρνηση εισήγαγε διάφορα προγράμματα απομείωσης των χρεών, σε συνεργασία με τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τα συνταξιοδοτικά ταμεία και τις εργατικές ενώσεις. Αυτά επικεντρώθηκαν περισσότερο στα νοικοκυριά με τις μεγαλύτερες ανάγκες. Απορρίφτηκε το αίτημα της οριζόντιας απομείωσης των δανείων ως αναποτελεσματικό (οι φορολογούμενοι θα κατέβαλλαν το δημιουργούμενο κόστος) και άδικο.
Η ισλανδική κυβέρνηση σχεδίαζε να προχωρήσει (Δεκέμβριος 2013) στην απομείωση των στεγαστικών δανείων τα οποία είναι συνδεδεμένα με τον δείκτη του πληθωρισμού, κατά 150 δισ. κορόνες (1,25 δισ. δολ.) για να βοηθήσει την ανάκαμψη της οικονομίας μετά την κατάρρευση του 2008. Σύμφωνα με το σχέδιο της κυβέρνησης, 70 δισ. κορόνες θα προέλθουν απευθείας από την απομείωση των δανείων και τα υπόλοιπα 80 δισ. κορόνες από μείωση της φορολογίας σε χρονική περίοδο τριών ετών. Η προγραμματισμένη μείωση αντιστοιχεί στο 9,0% του ΑΕΠ της χώρας (14 δισ. δολάρια). Σύμφωνα με τη Financial Services Association της Ισλανδίας, από το 2008 οι τράπεζες έχουν προχωρήσει σε απομείωση 2 δισ. δολ., περίπου το 14,0% του ΑΕΠ της χώρας, η υψηλότερη απομείωση στον κόσμο.
Ολα τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι οι πολίτες της Ισλανδίας δεν είδαν το επίπεδο ζωής τους να υφίσταται χειροτέρευση. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, περίπου το 15% των νοικοκυριών βρίσκονται σε δύσκολη θέση. Ομως δείχνουν απερίφραστα ότι ακόμη και σε μια τόσο ζοφερή κατάσταση όπως αυτή που βίωσε η Ισλανδία, υπάρχει η δυνατότητα να διαφυλαχθεί το κοινωνικό δίχτυ προστασίας ώστε να αποτραπεί η εμφάνιση ανθρωπιστικής κρίσης, κάτι που δυστυχώς δεν αποφεύχθηκε στην Ελλάδα. Ολα αυτά σημειωτέον, ούσα η Ισλανδία σε εποπτεία με βάση το συμφωνηθέν πρόγραμμα με το ΔΝΤ. Η αντίληψη της πολιτικής ηγεσίας της χώρας (συντηρητική ή σοσιαλδημοκρατική) ήταν κοινή υπέρ της προστασίας του δικτύου κοινωνικής προστασίας. Οι ελληνικές κυβερνήσεις σε ολόκληρο το μνημονιακό πρόγραμμα δεν κατάφεραν να αφιερωθεί οποιοδήποτε κονδύλι για τους χιλιάδες αναξιοπαθούντες που αυτό δημιούργησε. Δεν υπάρχει η ελάχιστη δικαιολογία για την απουσία πρόβλεψης των προβλημάτων που θα δημιουργούσαν η κρίση και το Μνημόνιο και η απουσία μέριμνας για την επίλυση αυτών των προβλημάτων.
Υπάρχουν θέματα τα οποία ακόμη και κατά τη διαπραγμάτευση με «δανειστές – εταίρους» τύπου Ευρωπαίων και ΔΝΤ είναι αδιαπραγμάτευτα.
………………………………………………………………….
* Διδάσκει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο