Ο καλός ηθοποιός, παίζοντας με τη Μυρτώ Αλικάκη σε έργο του Θανάση Τριαρίδη, αναγκάστηκε ακόμα και να ανακαλύψει το ανθρώπινο πρόσωπο του διαβόητου γιατρού του Αουσβιτς
Της Μαριαλένας Σπυροπούλου
Κάθε Δευτέρα και Τρίτη, στο θέατρο «Faust», δύο καταξιωμένοι ηθοποιοί από τα σπλάχνα του Θεάτρου Τέχνης, ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος και η Μυρτώ Αλικάκη, συναντιούνται στο κουπέ ενός τρένου για να παίξουν ένα παιχνίδι ρόλων. Το έργο του Θανάση Τριαρίδη «Μένγκελε» φέρνει στην επιφάνεια τη σχέση του διαβόητου γιατρού του Αουσβιτς με τη νεαρή Εβραία Εσθήρ και ολοκληρώνει, μετά τους «Καρχαρίες» και τα «Μυρμήγκια», την Τριλογία του Κακού. Μέσα από τη σκηνοθετική ματιά του Κώστα Φιλίππογλου ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος αναμετριέται με τον έρωτα, την αλήθεια, τις συμβάσεις, αλλά κυρίως με το κακό στο οποίο κάθε άνθρωπος είναι ικανός, εν δυνάμει, να φτάσει.
• Μιλήστε μου για τον ήρωά σας; Τι σας τράβηξε στον ρόλο;
«Κατ’ αρχάς με τράβηξε το έργο. Μια πολύ ιδιαίτερη γραφή, σύγχρονη, αμφίσημη και μια ατμόσφαιρα που κινείται ανάμεσα στη ζωή και το όνειρο και, φυσικά, με δύο εξαιρετικούς ρόλους. Ο Μ., όπως ονομάζεται ο ήρωας που υποδύομαι, είναι ένας δημόσιος υπάλληλος -έτσι λέει- που ζει μια ασήμαντη και βαρετή ζωή. Με αφορμή μια διακοπή ρεύματος σε ένα τρένο, όπου βρίσκεται μαζί με την Ε., θα παίξουν ένα παιχνίδι και θα γίνουν κάποιοι άλλοι, ο Μένγκελε και η Εσθήρ. Ή μήπως όχι; Ή μήπως από την αρχή ήταν ο Μένγκελε και η Εσθήρ; Ο Μ. θα προσπαθήσει να παίξει τον Μένγκελε έτσι όπως τον φαντάζεται ο ίδιος, προβάλλοντας πάνω του δικές του επιθυμίες και αιτήματα. Θα αναζητήσει την αγάπη, θέλοντας να ζήσει κάτι όμορφο και μεγάλο, μόνο που θα το επιδιώξει ασκώντας τεράστια πίεση στον άλλον και βία – ακριβώς όπως ο Μένγκελε. Η αμφισημία του ρόλου, η πορεία του προς την πτώση και το εγκεφαλικό παιχνίδι που παίζει με τράβηξαν από την πρώτη ανάγνωση».
• Πώς μεταφέρονται οι ήρωες στο σύμπαν μιας φανταστικής σχέσης μεταξύ του Μένγκελε και της Εσθήρ;
«Μέσα από ένα παιδικό παιχνίδι. “Αν είσαι, είμαι”. Αν είσαι η Εσθήρ είμαι ο Μένγκελε! Παίζοντας σαν παιδιά, διασκεδάζοντας στην αρχή αλλά κυλώντας όλο και περισσότερο σ’ αυτήν τη “ζωή”, αρχίζουν να ταυτίζονται, να παίζουν παιχνίδια εξουσίας, να εναλλάσσονται στους ρόλους του θύτη και του θύματος, να αναδύονται δικά τους πράγματα, θαμμένα αλλά έτοιμα να βγουν στο φως. Το παιχνίδι εξάλλου είναι ένας εύκολος τρόπος να πούμε την αλήθεια, αφού έχουμε την κάλυψη ότι είμαστε κάποιοι άλλοι. Αυτό ίσως κάνουμε και στο θέατρο. Μιλάμε για όλα αυτά που κρύβουμε ακόμα και από τον ίδιο μας τον εαυτό».
• «Αν είσαι, είμαι», φράση-κλειδί της παράστασης. Εσείς πώς την αντιλαμβάνεστε στο έργο αλλά και στη ζωή σας;
«“Αν είσαι, είμαι” σημαίνει ότι σου δίνω το δικαίωμα να είσαι αυτό που θέλεις και εγώ να ακολουθήσω την επιλογή σου. Τι γίνεται όμως όταν αυτό που γίνομαι εγώ μου αρέσει και θέλω να το συνεχίσω, ανεξάρτητα από την επιθυμία του άλλου; Είναι πολύ εύκολο να γλιστρήσεις πια στο “αν είμαι, είσαι”. Να επιβάλλεις δηλαδή στον άλλον έναν ρόλο που δεν θέλει, μόνο και μόνο επειδή το έχεις ανάγκη εσύ, να νομίζεις ότι έχεις το δικαίωμα να το επιβάλλεις επειδή απλά το μπορείς. Η βία παράγει βία. Να επιβάλλεις με τη βία ακόμα και το καλό, παράγει τελικά το κακό. Και αυτό το βλέπουμε συνέχεια μπροστά μας. Πόσα εγκλήματα δεν έχουν γίνει στο όνομα του καλού! Πόσα μικρά εγκλήματα δεν κάνουμε όλοι μας επιβάλλοντας στο παιδί μας ή τον σύντροφό μας ή ακόμα και στον εαυτό μας μια εικόνα που εμείς θα θέλαμε γι’ αυτούς;».
• Πιστεύετε στο απόλυτο κακό ή υπάρχουν παντού ελαφρυντικά;
«Οχι, δεν το πιστεύω. Δεν υπάρχει απόλυτη αξία ούτε στο καλό ούτε στο κακό. Νομίζω πως υπάρχουν ελαφρυντικά και οφείλουμε να τα ψάχνουμε. Στο θέατρο, παίζοντας έναν ρόλο, το κάνεις ούτως ή άλλως, για να μπορέσεις να τον καταλάβεις και να τον δικαιολογήσεις όσο μπορέσεις. Περισσότερο πιστεύω στις ομοιότητες των ανθρώπων παρά στις διαφορές τους. Δεν πιστεύω ότι ο Μένγκελε δεν είχε και ένα ανθρώπινο πρόσωπο. Ούτε πιστεύω ότι πολλοί από μας δεν θα μπορούσαν να γίνουν Μένγκελε σε κάποιες συνθήκες. Ξέρω ότι έκανε φριχτά πράγματα, αλλά κατανοώ την ανθρώπινη φύση μας που είναι ικανή για το χειρότερο όσο και για το καλύτερο. Και πάντα σ’ ένα θεωρητικό επίπεδο!»
• Η παράσταση θίγει το ζήτημα «όλα είναι σχετικά», άρα κανείς δεν είναι απόλυτα καταδικαστέος. Για εσάς υπάρχουν όρια, πέρα από τα οποία δεν συγχωρείτε τον άλλον;
«Ναι, δυστυχώς υπάρχουν πράγματα που δεν συγχωρώ. Θα ήθελα να ήμουν αλλιώς, να συγχωρώ τον άλλον χωρίς να ξεχνώ τι έχει κάνει βέβαια. Αλλά δεν τα καταφέρνω, όσο και αν προσπαθώ. Κάτι σπάει και δεν μπορεί να είναι ξανά το ίδιο όσο και αν ξέρω πως είναι καλό να το προσπεράσω και να προχωρήσω. Γι’ αυτό είπα πριν ότι κατανοώ την ανθρώπινη φύση μας σε ένα θεωρητικό επίπεδο. Πρακτικά συχνά δεν το μπορώ, όσο και να θέλω».
• Είστε θεατρικός ηθοποιός και στην τηλεόραση έχετε κάνει μόνο επιλεγμένες δουλειές. Πώς είναι σήμερα η κατάσταση στον χώρο σας για έναν άνθρωπο που θέλει να τιμά τις συνεργασίες του;
«Δύσκολη, όπως παντού. Χειρότερες συνθήκες, λιγότερα χρήματα, λιγότερες επιλογές. Ομως αυτό δεν σημαίνει ότι θα κάνω κάτι που δεν καλύπτει τις προτεραιότητές μου. Είμαι τυχερός γιατί κάνω μια δουλειά που αγαπώ και συνεχίζω ακόμα να επιλέγω μόνο τα πράγματα που με ενδιαφέρουν. Προς το παρόν. Και μπορώ να το κάνω γιατί ποτέ δεν δημιούργησα τέτοιες συνθήκες που θα με ανάγκαζαν να κάνω πράγματα μόνο και μόνο για οικονομικούς λόγους».
*INFO: Ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος παίζει και στον «Εμπορο της Βενετίας» στο «Ακροπόλ».