Της Πηγής Ασυνειδήτου
-Ηθελα να κάνω μια συνάντηση μαζί σας, παρ' όλο που δεν αντιμετωπίζω κανένα ψυχολογικό πρόβλημα. Αλλου είδους προβλήματα αντιμετωπίζουμε εγώ και όλη η κοινότητα. Αλλά, βλέπετε, δεν έρχονται ποτέ εδώ αυτοί που έχουν πραγματικά ανάγκη. Και εμένα, ως απλό υπάλληλο της ΔΕΗ, με ξεπερνά αυτό που συμβαίνει.
-Τι συμβαίνει;
-Και μετά φταίμε εμείς οι εργαζόμενοι των ΔΕΚΟ. Ο άλλος σού λέει έχει βυθίσει μια ολόκληρη κοινότητα στο σκοτάδι, γιατί είναι θέλημα Θεού, άντε βρες άκρη. Και τα παιδιά μας κρυώνουν, οι γυναίκες μας δεν έχουν να μαγειρέψουν, και εμείς μια μπάλα θέλουμε να δούμε το βράδυ να ξαποστάσουμε και δεν γίνεται τίποτα.
-Γιατί έχετε βυθιστεί στο σκοτάδι;
-Γιατί εκεί στη Δημητσάνα, άθεους μας αποκαλεί, Σατανάδες μας βρίζει. Και λέει ότι είμαστε ήδη βυθισμένοι στο σκοτάδι και ότι μας αξίζει αυτό που περνάμε. Μας αξίζει, κυρία Ασυνειδήτου μου, να κρυώνουν τα παιδάκια μας και να μην έχουμε να φάμε; Γιατί, ερωτώ, τι κάναμε;
-Ποιος σας τα κάνει όλα αυτά;
-Αυτός είναι, λέει, το Φως το αληθινό… Αυτός που θα ζεστάνει τις καρδιές μας… Και εγώ του λέω, ρε μπάρμπα, τα σπίτια μας να ζεστάνουμε και άσε τις καρδιές μας.
-Ποιος σας τα λέει όλα αυτά;
-Σας είπα, το Φως το αληθινό…
-Είναι σημαντικό να μείνουμε σε μια γραμμή αλληλοκατανόησης. Γιατί με τα πολλά φώτα σάς ομολογώ ότι μπερδεύτηκα…
-Εχετε δίκιο. Αλλά μας έχει τρελάνει. Μας παίρνει όλο το φως…
-Αντε πάλι…
-Οχι, αλήθεια σας λέω. Μας παίρνει το φως…
-Το αληθινό…
-Οχι, αυτός λέει ότι είναι το Φως το αληθινό. Εμάς μας παίρνει το κανονικό φως, το ρεύμα ντε…
-Και πώς σας το παίρνει…
-Ας τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Εγώ είμαι ένας απλός υπάλληλος της ΔΕΗ. Αυτός είναι ο μητροπολίτης της περιοχής. Και ξαφνικά πριν από καιρό όλη η κοινότητα άρχισε να βυθίζεται στο σκοτάδι.
-Στην πραγματικότητα;
-Ναι, σας λέω. Εν τω μεταξύ, λίγο σκιαχτήκαμε, γιατί σου λέει ο παπάς έχει και τον Θεό με το μέρος του. Μας έλεγε λοιπόν όλο τον καιρό ότι είμαστε βυθισμένοι στο σκοτάδι, εννοώντας ότι είμαστε άπιστοι, δεν πάμε στην εκκλησία, δεν κοινωνάμε τα παιδιά μας, και ξαφνικά, να σου, που βυθιστήκαμε στο σκοτάδι. Και λέω, βρε μπας κι έχει δίκιο ο μητροπολίτης και έπεσε πάνω μας όλη η οργή του Θεού; Και αρχίσαμε να πηγαίνουμε εκκλησία. Αλλά πάλι η τάση του ρεύματος έπεφτε…
-Και;
-Και άρχισα να ψάχνομαι. Πήρα μερικούς συναδέλφους και πήγαμε στον πυλώνα της ΔΕΗ. Να δούμε μήπως τσάμπα κατηγορούσαμε και τον άνθρωπο και δεν έφταιγε σε τίποτα… Και τότε σκιάχτηκα πραγματικά. Ούτε όταν ξεψυχούσε η μάνα μου δεν σκιάχτηκα τόσο. Ούτε όταν πετάχτηκε ένας λύκος πάνω στα βουνά δεν σκιάχτηκα τόσο. Κάποιος έπαιρνε όλο το ρεύμα της κοινότητας. Ψάξε, ψάξε, τι να δω;
-Τι είδατε επιτέλους;
-Ολο το ρεύμα πήγαινε στη μητρόπολη. Και κυρίως στα ιδιαίτερα του μητροπολίτη. Μάζευε ρεύμα στα ράσα του. Και τα έκανε να πετάνε σπίθες. Ολο το τριφασικό το ρεύμα ήταν στα καλυμμαύκια του. Και εκείνος δεν ήταν άνθρωπος, ο Ρόμποκοπ ήταν, ο Ρόμποκοπ….