«Μέσα στους επόμενους τρεις μήνες θα δρομολογήσω την αλλαγή του εκλογικού νόμου, τη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος και της δημόσιας διοίκησης, όπως και την τόνωση της απασχόλησης
ΡΩΜΗ Του Θεόδωρου Ανδρεάδη Συγγελλάκη
Ο Ματέο Ρέντσι, τις ώρες αυτές, προσπαθεί να οριστικοποιήσει τη λίστα των υπουργών της νέας του κυβέρνησης και οι Ιταλοί, συγχρόνως, επιχειρούν να καταλάβουν τι ακριβώς έχει στον νου του ο 39χρονος εντολοδόχος πρωθυπουργός.
Η πρώτη διαπίστωση είναι ότι οι διαδικασίες-εξπρές, με συγκρότηση κυβέρνησης μέσα σε δύο μόλις ημέρες, βρίσκονταν αποκλειστικά και μόνο μέσα στο μυαλό του δημάρχου της Φλωρεντίας.
Από την περασμένη Δευτέρα, όταν τον κάλεσε ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Τζόρτζιο Ναπολιτάνο στο μέγαρο Κυρηνάλιο για να του αναθέσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, ο Ματέο άρχισε να διαπιστώνει ότι οι πολιτικές ισορροπίες -όταν το παιχνίδι παίζεται σε εθνικό επίπεδο- είναι πολύ διαφορετικές από εκείνες στις οποίες είχε συνηθίσει με τη θητεία του στην τοπική αυτοδιοίκηση της Τοσκάνης.
Το κύριο θέμα, όμως, αφορά το περιεχόμενο της όλης πρότασης του Ρέντσι: πολλοί σχολιαστές τον κατηγόρησαν ότι δίνει υπερβολικό βάρος στα πιθανά ονόματα των μελλοντικών υπουργών του και αφήνει σε δεύτερη μοίρα το σημαντικότερο στοιχείο, το κυβερνητικό πρόγραμμα. Για να απαντήσει, προφανώς, στους επικριτές του, ο γραμματέας των «Δημοκρατικών» θέλησε, λοιπόν, να κάνει άμεσα αναφορά στις βασικές προτεραιότητες στις οποίες εννοεί να επικεντρωθεί μόλις γίνει πρωθυπουργός.
«Μέσα στους επόμενους τρεις μήνες θα δρομολογήσω την αλλαγή του εκλογικού νόμου, τη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος και της δημόσιας διοίκησης, όπως και την τόνωση της απασχόλησης», δήλωσε ο Ιταλός προοδευτικός πολιτικός.
Πέρα από τα στενότατα χρονικά περιθώρια για την εφαρμογή του όλου σχεδίου, πρέπει να δούμε και ποια θα είναι τα «ισχυρά χαρτιά» τα οποία θα ρίξει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης. Ο Ματέο Ρέντσι επιμένει εδώ και καιρό ότι πρέπει να αυξηθούν οι συμβάσεις αορίστου χρόνου. Να προσφερθεί, δηλαδή, μονιμότερη απασχόληση, υπό τον όρο ότι -με υψηλότερες αποζημιώσεις- θα μπορούν να λύνονται και πιο εύκολα οι σχέσεις εργασίας.
Θεωρείται σαφές ότι το τελευταίο αυτό σημείο θα προκαλέσει την αντίδραση μεγάλου μέρους των ιταλικών συνδικάτων, ενώ δεν είναι ούτε καν βέβαιο ότι ο επικεφαλής της ιταλικής Κεντροαριστεράς θα καταφέρει να πετύχει την αύξηση των μόνιμων συμβολαίων: ο επικεφαλής της Νέας Κεντροδεξιάς (των «ανταρτών» που εγκατέλειψαν πρόσφατα τον Μπερλουσκόνι) Αντζελίνο Αλφάνο κατέστησε σαφές ότι «μία από τις κύριες προϋποθέσεις για να στηρίξει τη νέα κυβέρνηση είναι να διατηρηθούν οι διάφορες ευέλικτες μορφές εργασίας».
Οσο για το σχέδιο αλλαγής του εκλογικού νόμου, ο Αλφάνο πάντα ζητά να αυξηθεί το όριο του 37%, βάσει του οποίου η συμμαχία που θα το υπερβαίνει θα μπορεί να εξασφαλίζει «πριμ εδρών» του 15%. Το ερώτημα, δηλαδή, υπό το φως και των τελευταίων εξελίξεων, είναι το εξής: Πώς μπορεί ο Ματέο Ρέντσι να υπόσχεται δυναμική και ρηξικέλευθη κυβέρνηση, όταν οι σύμμαχοί του θα είναι ακριβώς οι ίδιοι που δημιούργησαν προβλήματα στον Ενρίκο Λέτα; Υπάρχει, βέβαια, και ένα «σχέδιο Β», λένε κάποιοι καλά γνωρίζοντες. Να καταφέρει να «περάσει» ο Ρέντσι τον νέο εκλογικό νόμο και αμέσως μετά να ζητήσει τη διάλυση του Κοινοβουλίου, υποστηρίζοντας ότι χρειάζεται μια ευρεία και σταθερή πλειοψηφία για να κυβερνήσει. Πόσοι Ιταλοί, όμως, θα είναι πρόθυμοι να τον κατανοήσουν και να στηρίξουν το όλο αυτό σκεπτικό;