Του Μιχάλη Ψύλου
«Ο νέος πρωθυπουργός της Ιταλίας, Ματέο Ρέντσι, είναι ο Τεν Τεν ή ο Ρασταπόπουλος;» διερωτάται ο Γάλλος δημοσιογράφος Γκαμπριέλ Ματζνέφ σε άρθρο του στο περιοδικό «Λε Πουάν». Τον Τεν Τεν, τον δαιμόνιο όσο και ρατσιστή και αντισημίτη δημοσιογράφο τον γνωρίζουμε όλοι από τη σειρά των κόμικς του Ερζέ. Αλλά ο Ρασταπόπουλος; Είναι ο αρχιεχθρός του Τεν Τεν, ο «κακός». Πρόκειται για έναν Ελληνοαμερικανό, επικεφαλής μιας μυστικής συνωμοτικής ομάδας με διεθνείς διασυνδέσεις, άρχοντα της ψευδαίσθησης, που μαγεύει και θολώνει τα όρια ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό.
Ο Ρασταπόπουλος, για να σαγηνεύσει και να κυριεύσει τον κόσμο, χρησιμοποιεί όλα τα μέσα, τις εικόνες, τα γραπτά, τα ναρκωτικά, τον στρατό, τις τράπεζες, τους πολιτικούς, τους επιχειρηματίες, τους μπράβους. Τι σχέση άραγε μπορεί να έχει ο νέος πρωθυπουργός της Ιταλίας είτε με τον Τεν Τεν είτε με τον Ρασταπόπουλο; Δίνουμε τον λόγο στον Γκαμπριέλ Ματζνέφ:
«Ο Ματέο Ρέντσι είναι ένας σοσιαλιστής με δεξιές ιδέες. Ο Μπέπε Γκρίλο, ηγέτης του κινήματος των Πέντε Αστέρων, χαρακτηρίζει τον Ρέντσι ως τον αρλεκίνο υπηρέτη δύο αφεντάδων: του ιδιοκτήτη της εφημερίδας “Ρεπούμπλικα”, Κάρλο ντε Μπενεντέτι, και του πρώην πρωθυπουργού Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Βέβαια, ο ντε Μπενεντέτι είναι ιστορικός και ορκισμένος εχθρός του Μπερλουσκόνι, αλλά αν ο Γκρίλο έχει δίκιο και οι νονοί του Ρέντσι είναι αυτοί οι δύο, τότε το βάπτισμα του νέου πρωθυπουργού της Ιταλίας θα είναι ταραχώδες. Με δεδομένο μάλιστα ότι ο αριστερός ηγέτης Νίκι Βέντολα κατηγορεί τον Ρέντσι ως εκπρόσωπο των τραπεζιτών, δεν αποκλείεται να κλίνει περισσότερο προς τον Ρασταπόπουλο». Οπως λέει ο Λούκα Καζαρίνι, πρώην ηγέτης του κινήματος κατά της παγκοσμιοποίησης, ο Ρέντσι έγινε πρωθυπουργός «ελέω των ολιγαρχών της Ιταλίας… Χωρίς να μπει στη δοκιμασία της κάλπης, επαναλαμβάνοντας τις παλιές και απεχθείς συνήθειες των ίδιων ανθρώπων που κάποτε κατέκρινε».
Πρωθυπουργός του «σωλήνα»
Πολύ σωστά, ο Τζουζέπε Τσιβάτι, βουλευτής του Δημοκρατικού Κόμματος και ηττηθείς από τον Ρέντσι τον περασμένο Δεκέμβριο στην εσωκομματική μάχη για τη διεκδίκηση της αρχηγίας του κόμματος, αναρωτήθηκε: «Γιατί ετοιμαζόμαστε να σχηματίσουμε μια άλλη κυβέρνηση, η οποία όχι μόνο δεν έχει την έγκριση των ψηφοφόρων αλλά δεν αντιπροσωπεύει ούτε καν το 50% των ψήφων των τελευταίων εκλογών;».
Δυστυχώς, αυτό που συμβαίνει τις τελευταίες ημέρες στην Ιταλία είναι απλώς άλλη μία ένδειξη του σύγχρονου ολοκληρωτισμού και της κατάλυσης κάθε έννοιας αστικής δημοκρατίας στους καιρούς μας. Το ιταλικό πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο δεν μπήκε στον κόπο ούτε καν παρασκηνιακά να διαμορφώσει συνθήκες για μια συνταγματική αλλαγή φρουράς στην πρωθυπουργία. Οι Ιταλοί ψηφοφόροι άλλον ψήφισαν για πρωθυπουργό και άλλος τους βγήκε έναν χρόνο μετά. Χωρίς να τρέφουμε καμιά ιδιαίτερη συμπάθεια για τον απερχόμενο πρωθυπουργό Ενρίκο Λέτα, θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι αυτός τουλάχιστον είχε λάβει την ψήφο έστω και μιας μερίδας του εκλογικού σώματος στις βουλευτικές εκλογές του 2013. Ενώ ο Ρέντσι; Δήμαρχος της Φλωρεντίας ήταν!
Εξελέγη βέβαια τον περασμένο Δεκέμβριο ηγέτης του Δημοκρατικού Κόμματος. Ε και; Ο τρόπος με τον οποίο αναρριχήθηκε στην πρωθυπουργία ο Ρέντσι δείχνει τη δραματική αλλαγή του πολιτεύματος προς το χειρότερο που συντελείται στη γείτονα και δυστυχώς χωρίς μεγάλες αντιστάσεις. Οι Ιταλοί, όπως και οι περισσότεροι Ευρωπαίοι ως σύνολο, δυσκολεύονται να συνειδητοποιήσουν το βάθος και τον μόνιμο χαρακτήρα αυτής της συντηρητικής στροφής. Νομίζουν ότι πρόκειται απλώς για αποσπασματικές εκδηλώσεις αυταρχισμού σε κάθε χώρα.
Κάνουν λάθος. Η κατάλυση και αυτής της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας είναι συνειδητή επιλογή άσκησης της εξουσίας στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό της εποχής μας. «Αυτή τη δημοκρατία την έχει καταλάβει εντελώς μια δυναμική ολιγαρχία» λέει ο Λούκα Καζαρίνι. «Η πλειοψηφία του λαού αποκλείεται από τη δημοκρατία. Είναι μια ασθένεια που επηρεάζει όλες τις χώρες της Δύσης στην τρέχουσα φάση του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού».
Ο Αλέξης Τσίπρας σε συνέντευξη Τύπου στη Ρώμη το είπε πολύ καθαρά «φωτογραφίζοντας» τον Ρέντσι: Η πρωθυπουργοποίησή του «ήταν συνταγή Μέρκελ». Μπορεί ο ιδιοκτήτης της «Ρεπούμπλικα», Κάρλο ντε Μπενεντέτι, και ο Μπερλουσκόνι να είναι ορκισμένοι εχθροί, αλλά τους ενώνει η κοινή τους αγωνία να σώσουν το σύστημα επιλέγοντας έναν «Ιταλό Μπλερ» όπως τον χαρακτηρίζουν σχεδόν όλες οι ευρωπαϊκές εφημερίδες.
Ο Ρέντσι άλλωστε δεν θα κυβερνήσει μόνος του, αλλά σε συνεργασία με τη φιλογερμανική Δεξιά: το διασπασμένο κόμμα του φιλογερμανού πρώην πρωθυπουργού Μάριο Μόντι και τη Νέα Κεντροδεξιά του Αντζελίνο Αλφάνο, που είχε αποχωρήσει από το κόμμα του Μπερλουσκόνι με εντολή του Βερολίνου. Ο αριστερός Ιταλός δημοσιογράφος Πιέρο Σανσονέτι διερωτάται μάλιστα αν «πίσω από το φαινόμενο Ρέντσι και την απόλυση του Ενρίκο Λέτα κρύβεται η σύγκρουση Γερμανίας-Ηνωμένων Πολιτειών» και στο ιταλικό έδαφος.
Σύμφωνα μάλιστα με τη γερμανική σοσιαλδημοκρατική «Ζιντόιτσε Τσάιτουνγκ», ο Ρέντσι είναι «η τελευταία ευκαιρία της Ιταλίας». Αλλωστε, παρά την αναιμική αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,1% το τελευταίο τρίμηνο του 2013, η Ιταλία γνώρισε εννιά συνεχόμενα τρίμηνα ύφεσης και σύμφωνα με τον οίκο Moody’s, η κατάσταση της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας της ευρωζώνης είναι πιο ανησυχητική από εκείνη της Ισπανίας.