Του Τάσου Σαραντή
Για ακόμη μία φορά, η δημοσιοποίηση της έκθεσης για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής από την αρμόδια Διεθνή Διακυβερνητική Επιτροπή (IPCC) του ΟΗΕ προκαλεί δέος και επαναλαμβάνει ότι τα προβλήματα θα επιδεινωθούν εάν η ανθρωπότητα δεν θέσει υπό έλεγχο τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που παράγει.
Το ζήτημα που προκύπτει, σχεδόν 25 χρόνια μετά τη δημοσιοποίηση της πρώτης αξιολόγησης για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και καθώς η τελευταία έκθεση είναι εξίσου ανησυχητική, είναι ότι -παρ’ όλες τις διεθνείς συναντήσεις και διαβουλεύσεις που έχουν πραγματοποιηθεί- οι κυβερνήσεις των μεγάλων κρατών του πλανήτη δεν έχουν καταφέρει να βρουν μια κοινή συνισταμένη προκειμένου να περιορίσουν τις εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου. Ετσι, από το 1990 που δημοσιοποιήθηκε η πρώτη έκθεση της IPCC, οι ετήσιες παγκόσμιες εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου από την καύση ορυκτών καυσίμων, όχι μόνο δεν κυμαίνονται καν στα ίδια επίπεδα, αλλά αντιθέτως έχουν αυξηθεί κατά 60%.
Τι κι αν ολόκληρες νησιωτικές χώρες καθίστανται μη κατοικήσιμες, αν εκατομμύρια ανθρώπων θα εκτοπιστούν από τις πλημμύρες και την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, αν διατυπώνονται αβεβαιότητες σε σχέση με τα παγκόσμια αποθέματα τροφίμων που αυξάνουν την επισιτιστική ανασφάλεια, αλλά και σοβαρές προειδοποιήσεις για τις επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων σε ολόκληρο τον κόσμο; Οι κυβερνήσεις των ισχυρότερων κρατών του πλανήτη εμμένουν πιστές στα μοντέλα της οικονομικής ανάπτυξης που έχουν χαράξει, αδιαφορώντας για τις τελικές επιπτώσεις που έχει αυτή η εμμονή τους σε ολόκληρη την ανθρωπότητα, αλλά και στους ίδιους τους λαούς τους. Και σε αυτή την «αδιαφορία» εντάσσεται και η έλλειψη βούλησης προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Κι όπως συμβαίνει σε όλες τις περιπτώσεις όπου η στυγνή ανάπτυξη των οικονομικών δεικτών αφήνει πίσω της δραματικές κοινωνικές ανισότητες, εκείνοι που έχουν τις λιγότερες ευθύνες για την κλιματική αλλαγή θα βρεθούν στη γραμμή πυρός: οι φτωχοί και οι αδύναμοι και οι κοινότητες που υπόκεινται σε δυσμενείς διακρίσεις. Οι άνθρωποι που είναι κοινωνικά, οικονομικά, πολιτιστικά, πολιτικά, θεσμικά ή με κάποιον άλλο τρόπο περιθωριοποιημένοι είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι στην αλλαγή του κλίματος, διαπιστώνει η έκθεση της IPCC.
Οι φτωχοί άνθρωποι στις φτωχές χώρες, ακόμη και οι φτωχοί στις πλούσιες χώρες, θα υποστούν άδικη επιβάρυνση από την αλλαγή του κλίματος, θα επιδεινωθούν οι υπάρχουσες ανισότητες και θα καταστεί δυσκολότερο για τους ανθρώπους να ξεφύγουν από τη φτώχεια, αναφέρεται στην έκθεση. Κι αυτό μπορεί κατ’ αρχάς να συμβεί με τη μείωση των αποδόσεων των καλλιεργειών, η οποία οδηγεί σε υψηλότερες τιμές των τροφίμων. «Η Ιστορία δείχνει ότι οι αποδόσεις των καλλιεργειών έχουν αλλάξει. Οσο περνά ο καιρός, οι φτωχές χώρες που βρίσκονται στις θερμότερες και ξηρότερες περιοχές του πλανήτη θα βιώνουν τις μειώσεις στις καλλιέργειες νωρίς», λέει ο Μισέλ Οπενχάιμερ, καθηγητής γεωεπιστημών και διεθνών σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Princeton και ένας εκ των συγγραφέων της έκθεσης. «Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που βρίσκονται ήδη σε μειονεκτική θέση, θα υποφέρουν από υποσιτισμό», προσθέτει.
Οι επιστήμονες δηλώνουν ότι υπάρχουν αρκετά στοιχεία για να πούμε με βεβαιότητα πως η κλιματική αλλαγή επηρεάζει την παραγωγή τροφίμων σε στεριά και θάλασσα. Η επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης των αποδόσεων των καλλιεργειών -ειδικά στο σιτάρι- εγείρει αμφιβολίες ως προς το αν η παραγωγή τροφίμων θα συμβαδίσει με τη ζήτηση ενός αυξανόμενου πληθυσμού. Οι μεταβολές της θερμοκρασίας και οι βροχοπτώσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αυξήσεις των τιμών των τροφίμων από 3% έως 84% μέχρι το 2050, επισημαίνεται. Αλλες πηγές τροφίμων βρίσκονται επίσης υπό απειλή. Τα αλιεύματα σε ορισμένες περιοχές των τροπικών προβλέπεται να μειωθούν σε ποσοστό μεταξύ 40% και 60%, σύμφωνα με την έκθεση.
Σε κάποιο άλλο σημείο η έκθεση αναφέρει ότι η κλιματική αλλαγή θα καταστήσει ακόμα πιο δύσκολο για τις αναπτυσσόμενες χώρες να βγουν από τη φτώχεια και θα δημιουργήσει «θύλακες φτώχειας» σε πλούσιες και φτωχές χώρες. Εν τούτοις, αυτό έχει ήδη συμβεί. Ο Μάρτεν βαν Αλστ, διευθυντής του κέντρου για το κλίμα του Ερυθρού Σταυρού και συγγραφέας της έκθεσης, δήλωσε ότι η υπηρεσία του είχε ήδη αποδεικτικά στοιχεία πως οι φτωχοί έχουν πληγεί περισσότερο από τις καταστροφές λόγω καιρού. «Οι φτωχοί υποφέρουν περισσότερο κατά τη διάρκεια καταστροφών και φυσικά ο ίδιος ο κίνδυνος προκαλεί πολύ μεγαλύτερη καταστροφή στις φτωχότερες χώρες, γεγονός που τις καθιστά ακόμη πιο φτωχές», ανέφερε. Και ο αριθμός των φυσικών καταστροφών μεταξύ 2000 και 2009 ήταν περίπου τρεις φορές υψηλότερος από ό,τι στη δεκαετία του 1980, συμπλήρωσε.