09/04/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Κάποιος με φώναξε Ελένη

      Pin It

Της Αννας Δαμιανίδη

 

-Ελένη! Ακούω μια φωνή καθώς περπατώ προς το σπίτι φορτωμένη σακούλες του σουπερμάρκετ. Συνεχίζω τον δρόμο μου, δεν γυρίζω το κεφάλι, διότι δεν με λένε Ελένη. Ομως η φωνή απευθύνεται σε μένα, είναι σαφές. Δεν υπάρχει άλλη καμία στο πεζοδρόμιο, και στον δρόμο ένα και μοναδικό αυτοκίνητο με ακολουθεί με την άνεσή του. Ενας άντρας με πυκνά μαλλιά έχει βγάλει το κεφάλι από το παράθυρο και με φωνάζει με τόσο ενθουσιασμό που μου κόβεται η φόρα.

 

-Δεν με γνωρίζεις, Ελένη; Δεν με θυμάσαι;

 

Εχει τέτοια θέρμη η φωνή του που τον κοιτάζω προσεκτικά, μήπως και τον θυμηθώ, κι ας μη με λένε Ελένη.

 

-Πέρασαν χρόνια βέβαια, προσθέτει με θλίψη περιμένοντας την αναγνώριση.

 

Κοντοστέκομαι. Φόρεσα τα καλά μου τακούνια στο σουπερμάρκετ, να δω πώς τα πάω μαζί τους. Σίγουρα το περπάτημά μου δεν είναι αυτό που συνηθίζω. Δεν είμαι απολύτως ο εαυτός μου αυτή τη στιγμή. Φέρνω στην άγνωστη Ελένη. Θα είναι ψηλότερη από μένα, αυτό είναι βέβαιο.

 

Δυστυχώς όμως δεν είμαι η Ελένη. Κάτι ενδιάμεσο ίσως; Να το αναζητήσω μπαίνοντας στο αυτοκίνητο δίπλα σ’ αυτόν τον άγνωστο, να τον αφήσω να με πάει κάπου αλλού, να παραστήσω πως είμαι η Ελένη; Ετσι μου ’ρχεται για δευτερόλεπτα να το κάνω. Ν’ αφήσω τις σακούλες στο πίσω κάθισμα, να ελευθερώσω τα χέρια μου, να αναπαύσω τα πόδια μου, να ξεχάσω το πρόγραμμα με τα καθήκοντα που με περιμένουν, και να γευτώ τον ενθουσιασμό για μια συνάντηση που δεν είναι πραγματική. Να παριστάνω την Ελένη μέχρι να βρεθούμε αλλού, μακριά, σε μια άλλη ζωή, άλλη πόλη, άλλη χώρα, όπου δεν χρειάζεται να καταλάβεις τι γίνεται γύρω σου, αφού θα είσαι απλώς η Ελένη. Μια Ελένη με ελαφρά αμνησία, πρόσχαρη, ευδιάθετη, που θα κουνάει το κεφάλι της ακούγοντας τις αναμνήσεις τις οποίες υποτίθεται ότι έχει μοιραστεί με τον οδηγό του αυτοκινήτου. Μια Ελένη από κάπου αλλού, ανάλαφρη, που δεν θα είχε τη βλακώδη ιδέα να δοκιμάσει τακούνια στα ρημαγμένο πεζοδρόμιο ανασαίνοντας τον βαρύ αέρα της πόλης, θα τα φορούσε μόνο να βγαίνει έξω τα βράδια. Ανέμελη Ελένη τέλος πάντων, με καλύτερες επιλογές, σε ωραιότερη χώρα, η οποία μπορεί να την περιμένει στην άκρη της βόλτας, μπορεί να βρίσκεται εκεί που πάει το αυτοκίνητο. Για ένα δευτερόλεπτο αισθάνομαι έτοιμη και ώριμη και απολύτως κατάλληλη να γίνω η Ελένη.

 

-Με ξέχασες τελείως Ελένη, λέει πικραμένα ο οδηγός του αυτοκινήτου, καθώς περιμένει να δει αν τον αναγνωρίζω. Αλλιώς τι τον κοιτάζω τόση ώρα προσεχτικά, προσπαθώντας να μου θυμίσει κάτι;

 

-Δεν είμαι η Ελένη, λέει με το στόμα μου μια ξερή τραχιά φωνή, που δεν είναι η δική μου. Ισως να είναι της Ελένης. Αυτή θα είναι έτσι σκληρή και στριμμένη, κι αποφάσισε να διαλύσει την εντύπωση του περαστικού.

 

-Α, συγγνώμη, λέει αποσβολωμένος, και μου ρίχνει μια τελευταία ματιά σαν να μην το πιστεύει αυτό που του είπα. Πώς γίνεται να λέω ότι δεν είμαι η Ελένη; Τότε τι τον κοίταζα και τι προσπαθούσα να θυμηθώ;

 

Πατάει γκάζι μαλακά και προλαβαίνει το φανάρι. Συνεχίζω με τα πόδια. Ενα καροτσάκι να είχα πάρει μαζί μου για τα ψώνια, θα το έπαιρνα λιγότερο βαριά το όλο συμβάν.

 

Scroll to top