Του Νικόλα Ζηργάνου
Η αποπομπή με βασιλικό διάταγμα του αρχηγού των μυστικών υπηρεσιών της Σαουδικής Αραβίας, πρίγκιπα Μπαντάρ μπιν Σουλτάν, και η αντικατάστασή του από τον αναπληρωτή, στρατηγό Γιουσέφ μπιν Αλι αλ Ιντρίσι, σηματοδοτεί στροφή της μεγαλύτερης πετρελαιοπαραγωγού χώρας στον κόσμο σε μια νέα πολιτική ασφαλείας απέναντι στο συριακό πρόβλημα, που επηρεάζει το εσωτερικό της χώρας. Το Ριάντ είχε εμπιστευθεί από τον Ιούλιο του 2012 στον Μπαντάρ την ευαίσθητη αποστολή της αποσταθεροποίησης του καθεστώτος Ασαντ και την ενίσχυση με κάθε τρόπο της ένοπλης συριακής αντιπολίτευσης.
Ο 65χρονος πρίγκιπας ήταν ιδιαίτερα γνωστός ως προσωπικός φίλος του προέδρου Τζορτζ Μπους και του αλήστου μνήμης αμοραλιστή αντιπροέδρου Ντικ Τσέινι, ακραίος συντηρητικός, φανατικός αντι-σιίτης και στενά δεμένος με τις αμυντικές βιομηχανίες Αμερικανών και Βρετανών. Διάσημος στην Ουάσιγκτον (όπου υπηρέτησε από το 1983 έως το 2005 ως πρεσβευτής), για την αγάπη του για τα πούρα, τα πάρτι και τα κονιάκ, ο -και αντικομμουνιστής- Μπαντάρ είχε πρωτοστατήσει στην καλυμμένη χρηματοδότηση ένοπλων ομάδων στη Νικαράγουα, την Αγκόλα και το Αφγανιστάν, για να εξυπηρετήσει μαύρες επιχειρήσεις της CIA.
Στην πλέον πρόσφατη δράση του συγκαταλέγεται η επιχείρηση απομάκρυνσης της Μουσουλμανικής Αδελφότητας από την εξουσία στην Αίγυπτο, αν και αυτό δεν τον εμπόδισε να χρηματοδοτήσει με τεράστια ποσά ένοπλες ακραίες ισλαμικές ομάδες στη Συρία, που έχουν χαρακτηριστεί από την Ουάσιγκτον «τρομοκρατικές». Οπαδός του ρητού «Ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου», ο πρίγκιπας (του σκότους, όπως τον αποκαλούν οι πολυάριθμοι εχθροί του) αναμίχθηκε ενεργά και στα εσωτερικά του Λιβάνου, υποστηρίζοντας ακραίες ισλαμικές ομάδες σουνιτών που δρουν εναντίον της σιιτικής Χεζμπολάχ.
Ομως, έπειτα από δύο χρόνια άκαρπων μηχανορραφιών, η αποστολή του Μπαντάρ φαίνεται ότι αξιολογήθηκε από το Ριάντ ως αποτυχημένη, καθώς ο πρόεδρος Ασαντ όχι μόνο παραμένει στην εξουσία και ετοιμάζεται να κερδίσει μια δεύτερη θητεία, αλλά και οι αντάρτες χάνουν σταθερά έδαφος και επιρροή στα πεδία των μαχών. Ταυτόχρονα, ο βασιλιάς Αμπντάλα φαίνεται πως ανησυχεί σοβαρά ότι η Σαουδική Αραβία θα έχει σύντομα ουσιαστικό πρόβλημα εσωτερικής ασφαλείας, όταν επιστρέψουν από τη Συρία οι χιλιάδες εθελοντές Σαουδάραβες που πολεμούν κάτω από τα λάβαρα ακραίων ισλαμιστικών οργανώσεων. Πρακτικά, οι τζιχαντιστές, που ήταν τα αγαπημένα και «ευεργετημένα» παιδιά του Μπαντάρ, από σύμμαχοι κατατάχθηκαν στους εχθρούς. Η ηγεμονία του πρίγκιπα στον σκοτεινό κόσμο των μυστικών υπηρεσιών της Μέσης Ανατολής έλαβε τέλος με το διάταγμα του βασιλιά Αμπντάλα.
Η ξαφνική απόφαση του 90χρονου και ασθενούς βασιλιά ήρθε λίγα εικοσιτετράωρα μετά τον διορισμό του πρίγκιπα Μουκρίν μπιν Αμπντελαζίζ στη θέση του αναπληρωτή διαδόχου του θρόνου. Ο Μουρκίν ήταν προκάτοχος (2005-2012) του Μπαντάρ στη «Μουκαμπαράτ» και επί των ημερών του στην ηγεσία των μυστικών υπηρεσιών διεξήγαγε πόλεμο κατά των Σαουδάραβων τζιχαντιστών και χρησιμοποίησε ευρέως την παρακολούθηση μέσω διαδικτύου για να εξαρθρώσει ντόπιες ομάδες εξτρεμιστών. Στο παρελθόν ο Μουρκίν είχε ταχθεί υπέρ των κυρώσεων κατά του Ιράν (όπως και ο Ομπάμα), αντίθετα από τον Μπαντάρ, ο οποίος ήθελε στρατιωτική δράση κατά της Τεχεράνης, συντασσόμενος με τη γραμμή των Ισραηλινών και των ακραίων Ρεπουμπλικανών.
Προχθές, η Σαουδική Αραβία ανακοίνωσε ότι καταδίκασε 13 Σαουδάραβες πολίτες σε ποινές από ένα έως δέκα χρόνια, για παράνομη βοήθεια που παρείχαν σε ένοπλες οργανώσεις της Συρίας. Τον Φεβρουάριο, ο βασιλιάς Αμπντάλα είχε υπογράψει διάταγμα, σύμφωνα με το οποίο, όποιος Σαουδάραβας πολίτης ταξιδέψει στο εξωτερικό με σκοπό να πολεμήσει ως εθελοντής θα αντιμετωπίσει ποινή κάθειρξης έως και 20 χρόνια, ενώ όποιος είναι ηθικός αυτουργός σε αυτήν την πράξη, κινδυνεύει με 30 χρόνια φυλακή.
Η νέα σελίδα που γυρίζει η Σαουδική Αραβία δεν θα αφορά όμως μόνο τη Συρία. Ο οίκος των Σαούντ δείχνει ρεαλισμό, αποστασιοποιείται από τον εξτρεμισμό και κάνει έστω και δειλά εσωτερικά ανοίγματα. Το ερώτημα όμως είναι αν θα προλάβει να κάνει ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, πριν τις απαιτήσουν οι ίδιοι οι πολίτες.