Ο περίπατος αποτελεί τον καλύτερο τρόπο να χωνέψουμε τον οβελία, να ξεμουδιάσουμε από το άραγμα με τις ώρες στο πασχαλινό τραπέζι, να κατακάτσει κάπως η χοληστερίνη, βρε αδελφέ. Νια Δευτέρα χτες κι είπα να απολαύσω την άδεια Αθήνα. Πήρα τους δρόμους, λοιπόν, χαζεύοντας τις βιτρίνες των κλειστών καταστημάτων που, στολισμένες μέχρι το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου, προσπαθούσαν να δελεάσουν το κοινό, μπας και ρεφάρουν τα κεσάτια της κρίσης. Η ελάχιστη κίνηση των τροχοφόρων μού επέτρεπε να διασχίζω την Πατησίων με το πάσο μου ξανά και ξανά διασκεδάζοντας την απελευθερωτική αίσθηση. Η συνδρομή των μετέωρων με την αραιή συννεφιά τους έκανε το περπάτημα ξεκούραστο και ο ήλιος έλουζε τα κτίρια με ένα αναγεννητικό φως προβάλλοντας πότε πότε απ' τα στενά.
Συνοδοιπόρους αρκετούς είχα παρ' ελπίδα. Μανάδες που έβγαζαν βόλτα τα μικρά τους, ζευγαράκια που μετέτρεπαν σε ζεστή φωλιά την κρύα πόλη, βιαστικούς διαβάτες με σακ βουαγιάζ που επέστρεφαν από σταθμούς και λιμάνια. Γεμάτος με την πληρότητα της έλλειψης σταμάτησα σε μια στάση του τρόλεϊ. Τα μέσα μαζικής μεταφοράς ασκούν μια παράξενη έλξη τέτοιες μέρες. Στην Αγίας Λαύρας, απέναντι από τον σταθμό του ηλεκτρικού στα Ανω Πατήσια, περίμεναν πολλοί το όχημα της γραμμής με τον αριθμό πέντε. Μοιραζόμαστε σιωπηλοί τη φλυαρία της έρημης Αθήνας, αυτόπτες μάρτυρες των μεταμορφώσεών της, θεατές των ανατρεπτικών της υπερβάσεων. Βιώναμε συλλογικά την επίγνωση όλων αυτών και δεν μας ένοιαζε η αργοπορία του τρόλεϊ. Περνούσε όμως η ώρα και οι γνώριμες κεραίες δεν φαίνονταν πουθενά.
Υποψιασμένοι οι ταξιτζήδες της πιάτσας, πενήντα μέτρα πιο κάτω, έβαζαν μπρος τις μηχανές και περνούσαν δίπλα μας με προκλητική βραδύτητα, διεγείροντας τα αισθήματα ανυπομονησίας που κυριαρχούν τις καθημερινές. Ορισμένοι άνοιγαν μηχανικά την πόρτα και επιβιβάζονταν σαν υπνωτισμένοι. Αλλοι το έκοβαν με τα πόδια. Λες κι είχε ανοίξει η γη να καταπιεί τα ηλεκτροκίνητα οχήματα. Αποφάσισα να περιμένω μέχρι το τέλος. Κάπνιζα ήδη το τρίτο τσιγάρο. Δεν φορούσα ρολόι, ούτε κρατούσα κινητό. Ενας ανυπόμονος πιτσιρικάς, που πηγαινοερχόταν ακατάπαυστα, διαμαρτυρόταν μεγαλοφώνως ότι έχουν περάσει είκοσι λεπτά. Επειτα χτυπούσε με την παλάμη του την ξεθωριασμένη πλαστική ρεκλάμα της στάσης. Τριάντα λεπτά. Η νευρικότητά του μεταφέρθηκε σιγά σιγά σε ολόκληρη την ομήγυρη. Σαράντα λεπτά. Η μαγεία της πασχαλινής Αθήνας διαλύθηκε αίφνης. Οι περισσότεροι βλαστημούσαν τις Οδικές Συγκοινωνίες που ταλαιπωρούν τους πολίτες. Η κινητικότητα και οι διαθεσιμότητες έχουν καταδικάσει σε ακινησία τις ΟΣΥ, χωρίς διαθέσιμα λεωφορεία που δεν έχουν καμιά διάθεση να μεταφέρουν τον λαό. Το τρόλεϊ εμφανίστηκε εν τέλει ύστερα από σαράντα πέντε λεπτά. Δεν μπήκα. Μου έμεναν άλλωστε είκοσι λεπτά περπατήματος. Αραιές συννεφιές με λίγα νερά στα δυτικά και τα βόρεια προμηνύονται αύριο. Ιδανικές συνθήκες για ποδαρόδρομο.
Μετέωρος [email protected]