Ιαν Γκόλντιν, Τζέφρι Κάμερον & Μίρα Μπαλατζαράν
«Αυτοί δεν είναι σαν εμάς»
Μετάφραση: Ελένη Αστερίου, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης 2013, σελ. 669
Του Γιάννη Τσίρμπα
Περίπου μέχρι και τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο δεν υπήρχαν καν διαβατήρια στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες ή, όπου υπήρχαν, δεν είχαν τη σημασία που έχουν σήμερα. Ούτε λόγος λοιπόν για περιορισμούς στη μετανάστευση και συνοριακούς ελέγχους. Η ανάγκη για φτηνά εργατικά χέρια στις βιομηχανικές χώρες και η ταυτόχρονη ραγδαία πτώση του κόστους των μακρινών ταξιδιών οδήγησαν σε μία «εβδομηκονταετία του μέλιτος» (1840-1914) για ένα φαινόμενο που είναι σύμφυτο της ανθρώπινης ύπαρξης πάνω στον πλανήτη και χάνεται στα βάθη των αιώνων: τη μετανάστευση.
Από το τέλος του Μεγάλου Πολέμου και μετά όμως, η άνοδος του εθνικισμού, η οικονομική κάμψη και η συνακόλουθη επικράτηση τάσεων οικονομικού προστατευτισμού οδήγησαν στο να περάσει η ρύθμιση και ο περιορισμός του παγκόσμιου φαινομένου της μετανάστευσης στα χέρια των εθνικών κρατών και, μέχρι σήμερα, με την εξαίρεση ορισμένων προβλέψεων για την προστασία των προσφύγων, να εξακολουθεί να αποτελεί ένα «εθνικό» θέμα. Το βιβλίο «Αυτοί δεν είναι σαν εμάς» των ερευνητών της σχολής Τζέιμς Μάρτιν του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, Ιαν Γκόλντιν, Τζέφρι Κάμερον και Μίρα Μπαλατζαράν, ασχολείται διεξοδικά με το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της μετανάστευσης, προσφέροντας μια εμπεριστατωμένη και διεισδυτική ματιά στο φαινόμενο, καθώς και μια κριτική προσέγγιση στους τρόπους που αυτό αντιμετωπίζεται σε πολιτικό επίπεδο.
Στο πρώτο μέρος του βιβλίου, οι συγγραφείς κάνουν μια πλήρη ιστορική αναδρομή στο φαινόμενο της μετανάστευσης, από τους προϊστορικούς χρόνους, στα πρώτα σκιρτήματα των εξερευνήσεων και της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, στη δουλεία και τις καταναγκαστικές μεταναστεύσεις, έως την «ελεγχόμενη» μετανάστευση των τελευταίων δεκαετιών του 20ού αιώνα. Οι μετανάστες έχουν υπάρξει, για τους συγγραφείς, οι «σκαπανείς του σύγχρονου κόσμου». Αυτοί που συνέβαλαν και συνεχίζουν να συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξη, στη διάδοση των νέων ιδεών, στη δημιουργία παγκόσμιων δικτύων και στη συσσώρευση γνώσης.
Στη συνέχεια εξετάζεται το παρόν της μετανάστευσης από τρεις σκοπιές: πρώτον, του μηχανισμού της απόφασης, των συνθηκών και των διαδικασιών της μετανάστευσης· δεύτερον, της τυπολογίας της μετανάστευσης και της προσπάθειας ρύθμισής της και, τρίτον, των επιπτώσεων της μετανάστευσης. Το τελευταίο είναι ίσως και το πιο ενδιαφέρον, αφού καταρρίπτει ένα ευρέως διαδομένο σκεπτικό στις χώρες-υποδοχείς μεταναστών, σκεπτικό που αποτελεί και την πρώτη ύλη πολλών προεκλογικών προγραμμάτων και πολιτικών εξαγγελιών σήμερα, ακόμα και από κεντρώα ή φιλελεύθερα κόμματα: ότι δηλαδή οι μετανάστες αποτελούν ένα αφόρητο βάρος για τις εθνικές οικονομίες, ειδικά σε συνθήκες κρίσης, και ότι αυξάνουν τον ανταγωνισμό για τις λιγοστές διαθέσιμες θέσεις εργασίας. Με παράθεση συγκεκριμένων στοιχείων, οι ερευνητές δείχνουν ότι η μετανάστευση έχει θετικές επιπτώσεις στις χώρες υποδοχής, παρά τα αντίθετα στερεότυπα. Μεταξύ άλλων, οι μετανάστες τονώνουν την ανάπτυξη, συμβάλλουν στην καινοτομία, αφού πολλοί από αυτούς είναι υψηλού μορφωτικού επιπέδου, ενισχύουν τα δημόσια οικονομικά των χωρών που τους υποδέχονται, δεν επηρεάζουν τις αμοιβές, ενώ, μεσοπρόθεσμα και μετά την κοινωνική ένταξή τους, συμβάλλουν και στην κοινωνική συνοχή.
Αναφορικά με το μέλλον της μετανάστευσης, αφού έχουν καταδείξει με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο την ευρύτατη άγνοια που υπάρχει για το μεταναστευτικό φαινόμενο στα κέντρα λήψης αποφάσεων, οι συγγραφείς ασκούν σοβαρή κριτική στην ανικανότητα των υπαρχόντων διεθνών θεσμών να το αντιμετωπίσουν. Προτείνουν τον εξορθολογισμό του κυκεώνα διεθνών συμφωνιών και επιμέρους συνθηκών που βρίσκονται σήμερα σε ισχύ, καθώς και τη δημιουργία ενός διεθνούς οργανισμού για τη ρύθμιση του φαινομένου και «τη βαθμιαία απελευθέρωση της κίνησης των ανθρώπων».
Εκτός από φιλελεύθεροι, οι ερευνητές της Οξφόρδης είναι και αισιόδοξοι. Συνυπολογίζοντας τις διεθνείς οικονομικές και πολιτικές συνθήκες, προβλέπουν προφανώς ένταση του φαινομένου στο αμέσως επόμενο διάστημα, αλλά ταυτόχρονα δηλώνουν πίστη στις ανθρωπιστικές αξίες και την ορθολογική σκέψη που τελικά θα επικρατήσουν στις χώρες υποδοχής. Ισως αυτή η μετρημένη αισιοδοξία να είναι τελικά και η μόνη «παραφωνία» του βιβλίου, ειδικά όσο «εξαιρετικοί άνθρωποι» (exceptional people), όπως είναι ο πρωτότυπος τίτλος του βιβλίου στα αγγλικά, πνίγονται στις παρυφές της Ευρώπης ή στοιβάζονται σε στρατόπεδα κράτησης μεταναστών.