Από την κάτοχο του Βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας, μια συνταρακτική ματιά στην επιδημική παράνοια του άπληστου δυτικού κόσμου.
Η Γέλινεκ είναι ίσως από τους ελάχιστους εν ζωή λογοτέχνες που μπορεί να αποτυπώσει τόσο ρεαλιστικά και κριτικά τις δομές παράνοιας του σύγχρονης καθημερινότητας.
Σε έναν ρομαντικό περίπατο ή σε ένα ονειρεμένο ταξίδι μπορείς να γνωρίσεις τον ονειρεμένο σύντροφο, αλλά τι κάνεις όταν ήδη τον γνωρίζεις; Τότε δεν κάνεις πια το ταξίδι σε όλα εκείνα τα ρομαντικά μέρη. Μπορεί αυτός ο άνδρας να έχει την ανάγκη να ξεχάσει τη μοναχικότητα, μπορεί να μην του κάνει κόπο να πέφτει μαζί της στο κρεβάτι, μπορεί να την αγαπούσε, αν την είχε γνωρίσει. Όχι, το μέλλον μου λέει: φυσικά όχι! Μην το σκέφτεστε, καλύτερα να σκεφτείτε κάτι άλλο, σίγουρα θα έχετε τις αναμνήσεις σας, και προσέχετε καλά τα βιβλιάρια των καταθέσεών σας.
Η γυναίκα για πολύ καιρό φερόταν επιφυλακτικά, και τώρα συμβαίνει το αντίθετο, δεν μπορεί να πάψει να αναζητάει τον άντρα παντού, επίμονα και ακούραστα. Το ενδιαφέρον από την πλευρά της μάλλον πρέπει να είναι πολύ μεγαλύτερο, ναι, έτσι είναι. Θα τον ερωτευτεί παράφορα, θα μεταμορφωθεί σε αναρριχητικό, σε μια λυσσασμένη για φιλιά, ώσπου ο άντρας να αρχίσει να φοβάται για τα μέλη του, ναι, ακριβώς έτσι έγινε. Αλλά όχι, αυτός ο άντρας δεν φοβάται τίποτα.
Διαβάστε περισσότερα για την Ε. Γέλινεκ, από τη Ν. Ράλλη εδώ:
• Το κατά Γέλινεκ Ευαγγέλιο της Κρίσης
• Η νομπελίστρια Ελφρίντε Γέλινεκ για την ελληνική κρίση
Ελφρίντε Γέλινεκ – Βιογραφικό
Γεννημένη στις 20 Οκτωβρίου του 1946, από πατέρα τσεχοεβραίο, στην πόλη Μουρτσουσλάγκ στη Στυρία της νοτίου Αυστρίας, η Ελφρίντε Γέλινεκ έμαθε μουσική και τελειοποίησε τις σπουδές της στη σύνθεση στο Μουσικό Ωδείο της Βιέννης. Μετά την αποφοίτησή της το 1964, παρακολούθησε μαθήματα θεάτρου και ιστορίας της τέχνης στο πανεπιστήμιο της Βιέννης, συνεχίζοντας παράλληλα τις μουσικές σπουδές της. Το 1971 απέκτησε το δίπλωμα στο εκκλησιαστικό όργανο από το Ωδείο. Έκανε την πρώτη της εμφάνιση στα γράμματα το 1967 με την ποιητική συλλογή «Lisas Schatten» που εκδόθηκε στο Μόναχο, έγινε όμως ευρύτερα γνωστή το 1975 με το μυθιστόρημά της «Liebhaberinnen» («Οι ερασιτέχνιδες») και εν συνεχεία το 1980, με το «Die Ausgesperrten» («Οι αποκλεισμένοι»). To μυθιστόρημά της «Die Klavierspielerin» («Η πιανίστρια», 1983), μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 2001 από τον συμπατριώτη της Μίκαελ Χάνεκε (με τίτλο «Η δασκάλα του πιάνου»), με την Ιζαμπέλ Ιπέρ στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Άλλα γνωστά μυθιστορήματά της είναι τα «Lust» («Λαγνεία», 1989) και «Gier» («Απληστία», 2000).
Το τελευταίο της μυθιστόρημα, «Neid» (2007), κυκλοφόρησε ελεύθερα στο διαδίκτυο, σηματοδοτώντας την απόφασή της να διαρρήξει τα δεσμά με το εμπορικό εκδοτικό κύκλωμα. Κάτοικος Βιέννης και Μονάχου, η Γέλινεκ είναι επίσης μεταφράστρια (έργων του Τόμας Πίντσον, Ζορζ Φεϊντό, Ευγένιου Λαμπίς, Κρίστοφερ Μάρλοου), ενώ έχει εργασθεί και ως σεναριογράφος στον κινηματογράφο κι έχει γράψει ένα λιμπρέτο για όπερα. Επίσης, είναι δημοφιλής θεατρική συγγραφέας, με περισσότερα από είκοσι θεατρικά έργα στο ενεργητικό της μεταξύ 1979-2009.
Το 2004 της απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας από τη Σουηδική Βασιλική Ακαδημία Επιστημών, για «το μουσικό κύμα των φωνών και των αντίλαλων που διαπερνά τα μυθιστορήματα και τα θεατρικά της έργα και που αποκαλύπτει, με εξαιρετική γλωσσική θέρμη, το παράλογο και την καταπιεστική λειτουργία των κοινωνικών στερεοτύπων», σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση της Ακαδημίας.
Η Γέλινεκ δέχτηκε κριτική από μερικούς γιατί δεν παρέστη αυτοπροσώπως στην τελετή απονομής για να παραλάβει το βραβείο αλλά αντιθέτως παρουσιάστηκε ένα βιντεομήνυμα κατά τη διάρκεια της τελετής, το οποίο είχε ετοιμάσει η ίδια. Άλλοι ωστόσο εκτίμησαν το γεγονός πως η Γέλινεκ αποκάλυψε δημοσίως πως υποφέρει από αγοραφπβία και διαταραχές άγχους, οι οποίες μπορούν να αποβούν αρκετά δυσλειτουργικές για την καθημερινή ζωή, αλλά συχνά κρατώνται μυστικές απ’όσους υποφέρουν από αυτές από ντροπή ή αίσθημα ανεπάρκειας.
Η Γέλινεκ έχει πει πως οι αγχώδεις διαταραχές της καθιστούν αδύνατο ακόμα και για παράδειγμα να πάει σε έναν κινηματογράφο ή να επιβιβαστεί σε ένα αεροπλάνο (σε μία συνέντευξή της ευχήθηκε να μπορούσε να πετάξει μέχρι τη Νέα Υόρκη για να δει τους ουρανοξύστες μια μέρα πριν πεθάνει), και αισθάνεται ανίκανη να παραστεί σε οποιαδήποτε τελετή. Ωστόσο, με τα δικά της λόγια σε ένα άλλο μαγνητοφωνημένο μήνυμα: «Θα μου άρεσε επίσης πολύ να ήμουν στη Στοκχόλμη, αλλά δεν μπορώ να κινηθώ τόσο γρήγορα και τόσο μακρυά όσο η γλώσσα μου».
Επιμέλεια: Νόρα Ράλλη – [email protected], τηλ.: 211.104.5161