Η αύξηση της κατανάλωσης οδηγεί την κυβέρνηση σε αναζήτηση νέων πηγών ενέργειας, καθιστώντας το ενεργειακό ραχοκοκαλιά της εξωτερικής πολιτικής
Του Τάσου Τσακίρογλου
Η εκρηκτική οικονομική ανάπτυξη της Τουρκίας την περασμένη δεκαετία εκτόξευσε στα ύψη τις ενεργειακές της ανάγκες, αύξησε τις εισαγωγές της, ενώ οι προβλέψεις δείχνουν ότι η κατανάλωση τα επόμενα δέκα χρόνια θα διπλασιαστεί, ωθώντας την κυβέρνηση Ερντογάν στην αναζήτηση νέων πηγών και καθιστώντας πλέον το ενεργειακό ραχοκοκαλιά της εξωτερικής της πολιτικής.
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε η αμερικανική Υπηρεσία Πληροφοριών για την Ενέργεια, η ενεργειακή εξάρτηση της Τουρκίας μεγαλώνει διαρκώς και ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι το 2011 εισήγαγε περισσότερο από το 90% των υγρών καυσίμων που κατανάλωσε, τη στιγμή που διαθέτει μόνο έξι διυλιστήρια, συνολικής δυναμικότητας μόλις 714.275 βαρελιών ημερησίως. Η ίδια κατάσταση επικρατεί και στο φυσικό αέριο, το οποίο έχει υπερκεράσει το πετρέλαιο, καθώς χρησιμοποιείται κυρίως στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας.
Η κατανάλωσή του έφτασε στο απόγειό της το 2011, με 1,5 τρισεκατομμύριο κυβικά πόδια, οπότε και η Αγκυρα εισήγαγε τεράστιες ποσότητες, κυρίως από τη Ρωσία και το Ιράν. Στο 90% ήταν και οι εισαγωγές λιθάνθρακα. Η συνολική ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε μεταξύ 2001 και 2010 περί το 70%, με αποκορύφωμα τα έτη μεταξύ 2002 και 2008.
Στο πλαίσιο αυτό η κρατική εταιρεία πετρελαίου ΤΡΑΟ έχει δραστηριοποιηθεί τα τελευταία χρόνια και έχει εξασφαλίσει παρουσία σε Αζερμπαϊτζάν, Καζακστάν, Ιράκ, Λιβύη, ενώ ξεκινά έρευνες και στη Μαύρη Θάλασσα. Παράλληλα, με τη συμμετοχή της SHELL, διεξάγει έρευνες στον κόλπο της Αττάλειας και τώρα προτίθεται να προεκταθεί και στην περιοχή μεταξύ Καστελόριζου και Κύπρου (εντός της εικαζόμενης ελληνικής ΑΟΖ), αλλά και σε κυπριακά «οικόπεδα», υπό το πρόσχημα των δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων. Οι τελευταίες αυτές ενέργειες στοχεύουν στο να προλάβει η Τουρκία ελληνικές έρευνες, «γκριζάροντας» ολόκληρες περιοχές, αλλά και να πάρει με το «έτσι θέλω» κομμάτι από τους ενεργειακούς πόρους της Λευκωσίας.
Η τουρκική δραστηριότητα στον ενεργειακό τομέα έχει φέρει την Αγκυρα στην πρώτη θέση φέτος σε νέες εξορύξεις, 34 τον αριθμό, μπροστά ακόμα και από τη Νορβηγία, ενώ την τελευταία δεκαετία οι δαπάνες για έρευνες απογειώθηκαν και έφτασαν από τα 42 εκατομμύρια δολάρια στα 610 εκατομμύρια.
Η έντονη αντίδραση, λοιπόν, στο θέμα πιθανής ανακήρυξης ΑΟΖ από την Ελλάδα και οι απειλές κάθε είδους πηγάζουν από την «ακόρεστη δίψα» της τουρκικής οικονομίας για ενεργειακά αποθέματα, αλλά και τον μεγαλοϊδεατισμό του Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος έχει θέσει ως στρατηγικό στόχο για τη χώρα του να συμπεριληφθεί το 2023, στην επέτειο των εκατό χρόνων από την ίδρυση του τουρκικού κράτους, στις δέκα περισσότερο αναπτυγμένες χώρες του κόσμου.
Μπροστά σ' αυτά τα δεδομένα, η Αθήνα φαίνεται να μη διαθέτει στρατηγικό σχεδιασμό, καθώς στο εσωτερικό της κυβέρνησης υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις στο ζήτημα της ΑΟΖ, αφού, μετά τους επιπόλαιους χειρισμούς με επιλεκτικές διαρροές σεναρίων, φαίνεται να επικρατούν δεύτερες σκέψεις σχετικά με τους κινδύνους που ενέχουν ενδεχόμενες μονομερείς ενέργειες. Στο κλίμα αυτό δημοσιεύματα στον τουρκικό Τύπο τις τελευταίες ημέρες αναφέρουν ότι «η Ελλάδα έθεσε σε εκκρεμότητα την ΑΟΖ».
οφή