ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Του Νίκου Φωτόπουλου
Επιβάτης στον ΟΑΣΘ και ο εισαγγελέας! Στο μικροσκόπιο των εισαγγελικών αρχών της Θεσσαλονίκης μπήκε από χθες ο Οργανισμός Αστικών Συγκοινωνιών της συμπρωτεύουσας, μετά τις απανωτές καταγγελίες για σωρεία σκανδάλων, και μάλιστα σε μια εποχή που τα υπουργεία Μεταφορών και Οικονομικών θέτουν υπό αμφισβήτηση παλαιότερες συμβάσεις. Υπό αυτές τις συνθήκες ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, Ευ.Μαδεμλής, έδωσε παραγγελία στην εισαγγελέα Ποινικής Δίωξης Αμ. Μπακαλίνη να διενεργήσει έρευνα για τα αδικήματα της δωροδοκίας, της απιστίας στην υπηρεσία και της παράβασης καθήκοντος. Στο πλαίσιο αυτό αναμένεται να ελεγχθούν οι συμβάσεις του οργανισμού, τυχόν σκανδαλώδεις προμήθειες, συμφωνίες για υπέρογκες συνδικαλιστικές άδειες σε εργαζομένους και παράνομες προσλήψεις.
Ολα αυτά αποκαλύφθηκαν έπειτα από καταγγελίες που είδαν τις προηγούμενες μέρες το φως της δημοσιότητας, σχεδόν μία εβδομάδα μετά την προαναγγελθείσα επίσχεση εργασίας στον ΟΑΣΘ, η οποία τελικά μετά από μία μέρα ανεστάλη. Ας σημειωθεί, ωστόσο, ότι ο οργανισμός διαχειρίζεται το μοναδικό μέσο μαζικής μεταφοράς της συμπρωτεύουσας, η οποία δεν διαθέτει ούτε Μετρό ούτε τραμ ούτε τρόλεϊ, με αποτέλεσμα την ταλαιπωρία του επιβατικού κοινού και των επισκεπτών της πόλης σε περίοδο υψηλού τουρισμού.
Επιχειρησιακές συμβάσεις
Είναι γνωστό από παλαιότερες δηλώσεις του υπουργού Μεταφορών Μιχάλη Χρυσοχοΐδη ότι ο ΟΑΣΘ, που είναι ένας καθαρά ιδιωτικός φορέας, υπήρξε «χαϊδεμένο παιδί» προηγούμενων κυβερνήσεων και δεν εθίγη σχεδόν καθόλου την περίοδο της οικονομικής κρίσης. Η «κόντρα» με τον οργανισμό φαίνεται ότι άνοιξε τον περασμένο Σεπτέμβριο, όταν ο υπουργός έκανε δηλώσεις για μείωση του λειτουργικού κόστους, ώστε να μην υπάρξει αύξηση του εισιτηρίου για τους πολίτες.
Η διοίκηση του ΟΑΣΘ απάντησε ότι είχε ζητήσει δύο γνωμοδοτήσεις από καθηγητές του Εργατικού Δικαίου, τον Γιάννη Κουκιάδη και τη Βικτωρία Δούκα, που ξεκαθάρισαν ότι οι επιχειρησιακές συμβάσεις του δεν θίγονται από το Μνημόνιο, αλλά ο κ. Χρυσοχοΐδης παρατήρησε πως αυτή τη δύσκολη εποχή για όλους ο οργανισμός «δεν έχει κάνει θυσίες…». Πέραν αυτού όμως υπάρχουν και οι οικονομικές συμφωνίες που έχουν συναφθεί κατά καιρούς μεταξύ των δύο πλευρών για την ανάθεση εκτέλεσης του έργου της αστικής συγκοινωνίας, για το οποίο ο οργανισμός επιδοτείται με δεκάδες εκατομμύρια ευρώ ετησίως. Ο ανορθολογισμός αυτών των συμφωνιών, οι οποίες περιείχαν ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους για τον ΟΑΣΘ, αποκαλύπτεται τώρα που το Ελληνικό Δημόσιο αδυνατεί να καταβάλει τα ποσά που προβλέπει η τελευταία οικονομική συμφωνία, η οποία συνυπογράφηκε σε εποχές επίπλαστης ευδαιμονίας, το 2008.
Εν πάση περιπτώσει, το έτος 2012 στον προϋπολογισμό είχαν εγγραφεί για να καταβληθούν στον ΟΑΣΘ, βάσει της ισχύουσας οικονομικής συμφωνίας, 96 εκατ. ευρώ, ενώ από τη διαιτησία ο οργανισμός κέρδισε άλλα 29 εκατ. ευρώ. Το 2013 η επιδότηση μειώθηκε σε 76,5 εκατ. ευρώ και ο ΟΑΣΘ προσέφυγε στη διαιτησία ζητώντας 117 εκατ. ευρώ. Για το 2014 στον προϋπολογισμό ενεγράφη επιχορήγηση 48 εκατ. ευρώ, με τον ΟΑΣΘ να ζητά μέσω διαιτησίας 101 εκατ. ευρώ.
Οι προσφυγές για τα έτη 2012 και 2013 έχουν συζητηθεί στη διαιτησία, αλλά για ανεξήγητους λόγους ο ΟΑΣΘ, σύμφωνα με πληροφορίες, ζήτησε να ανασταλεί η έκδοση των αποφάσεων. Στο μεταξύ η κυβέρνηση έχει διαμηνύσει στον ΟΑΣΘ ότι λόγω της δραστικής αλλαγής των δημοσιονομικών δεδομένων είναι αδύνατη η υλοποίηση της σύμβασης του 2008. Μάλιστα ο υφυπουργός Υποδομών Μ. Παπαδόπουλος συγκρότησε επιτροπή με τη συμμετοχή εκπροσώπων του υπουργείου και του ΟΑΣΘ, η οποία στο τέλος Μαΐου κατέληξε σε ένα πόρισμα, το οποίο οι δύο πλευρές κρατούν επτασφράγιστο μυστικό…
Προσλήψεις
Στο μεταξύ, η εφημερίδα «Θεσσαλονίκη», που πρώτη έκανε αποκαλύψεις τον Ιανουάριο του 2011 για παράνομες εν κρυπτώ προσλήψεις «ημετέρων» στον ΟΑΣΘ, προκαλώντας την παρέμβαση του τότε αρμόδιου υφυπουργού Σπύρου Βούγια, φέρνει στο φως το πόρισμα της σχετικής έρευνας που ανέλαβε το Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης. Σ’ αυτό γίνονται αναφορές σε σωρεία παρατυπιών, ενώ από τον ενδελεχή έλεγχο προέκυψε ότι οι παρατύπως προσληφθέντες ήταν τελικώς 75.
Η διοίκηση του ΟΑΣΘ, αξιοποιώντας κατά παράτυπο τρόπο σκανδαλώδη διάταξη του γενικού κανονισμού προσωπικού, που δίνει το δικαίωμα στο Δ.Σ. να προχωρά σε «κατ’ εξαίρεση προσλήψεις εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού ή περιορισμένου αριθμού άλλων θέσεων που δεν υπερβαίνουν τις πέντε ανά ειδικότητα», με την προϋπόθεση ότι υπάρχουν κενές οργανικές θέσεις, προσέλαβε 26 άτομα χωρίς να πληρούται καμία από τις προβλεπόμενες προϋποθέσεις. Ειδικότερα, οι δεκαέξι ήταν σε θέσεις πλεονάζοντος προσωπικού, ενώ κανείς από τους 26 δεν αφορούσε εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό. Εάν εξετάσει κανείς τα ονόματα των κατ’ εξαίρεση προσληφθέντων, εύκολα αντιλαμβάνεται τον λόγο για τον οποίο έγιναν οι προσλήψεις αυτές…
Οι επιθεωρητές ανακάλυψαν επιπλέον 49 προσλήψεις οδηγών, οι οποίες έγιναν χωρίς να υπάρχουν κενές οργανικές θέσεις. Σύμφωνα με μαρτυρία διοικητικού στελέχους του οργανισμού, «οι προσλήψεις αυτών των οδηγών έγιναν κατ’ απαίτηση πολιτικών παραγόντων». Ολα αυτά βεβαίως μικρή σημασία θα είχαν, εάν η μισθοδοσία δεν βάρυνε τον κρατικό προϋπολογισμό.
Ο ΣΥΡΙΖΑ
Οι αλυσιδωτές αποκαλύψεις για τα έργα και τις ημέρες του ΟΑΣΘ προκάλεσαν ήδη αντιδράσεις και σε πολιτικό επίπεδο. Ο ΣΥΡΙΖΑ Θεσσαλονίκης σε σχετική ανακοίνωσή του αναφέρει: «Ο ΟΑΣΘ αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία σε ό,τι αφορά το μονοπώλιο στον τομέα του και τα εξασφαλισμένα κέρδη από την αρχή κάθε έτους μέσα από μια ληστρική για το Δημόσιο σύμβαση. Ταυτόχρονα υπάρχει αδιαφάνεια σε ό,τι αφορά τα οικονομικά στοιχεία και απουσία οποιουδήποτε ελέγχου από το Ελληνικό Δημόσιο. Κατά συνέπεια, περισσεύει το θράσος της διοίκησης του ΟΑΣΘ, η οποία εκβιάζει τους πολίτες της Π.Ε. Θεσσαλονίκης, υποστηρίζοντας ότι σε περίπτωση που δεν καταβληθούν οι σκανδαλώδεις κρατικές επιχορηγήσεις θα διακόψει τη μετακίνηση του επιβατικού κοινού.
Η ευθύνη, βέβαια, για τη συνεχιζόμενη αυτή κατάσταση ανήκει στις μέχρι τώρα κυβερνήσεις της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ, που συντηρούν το απαράδεκτο καθεστώς ομηρίας των κατοίκων της Θεσσαλονίκης, καθώς και το σύνολο των φορολογουμένων πολιτών. Αποτελεί πρόκληση το γεγονός ότι την ώρα που οι μέτοχοι του ΟΑΣΘ εισέπραξαν, μεσούσης της κρίσης, πάνω από 80.000.000 εκατομμύρια ευρώ και τα ετήσια μερίσματα των μετόχων αυξάνονται διαρκώς, η διοίκηση του Οργανισμού αρνείται πεισματικά να δώσει στοιχεία για την οικονομική δραστηριότητα του ΟΑΣΘ».
Μίζες… Ιντερνάσιοναλ
Ο ΟΑΣΘ όμως δεν απασχολεί, όπως φαίνεται, μόνο τις ελληνικές εισαγγελικές αρχές. Στο στόχαστρο έχει βρεθεί και στο πλαίσιο διεθνούς έρευνας για την προμήθεια 22 αρθρωτών λεωφορείων Μερσεντές, που ξεκίνησε πριν από 4 χρόνια και αφορά μίζες σε στελέχη κρατικών και ιδιωτικών εταιρειών, σε περίπου 22 χώρες, από τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία Daimler, κατασκευάστρια των Μερσεντές.
Οι έρευνες για την Daimler ξεκίνησαν έπειτα από διερεύνηση από το υπουργείο Δικαιοσύνης και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ των παγκόσμιων πρακτικών πωλήσεων της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας. Η Daimler παραδέχτηκε ότι προχώρησε σε δωροδοκίες δεκάδων εκατομμυρίων προς αξιωματούχους ξένων κυβερνήσεων και στελέχη ιδιωτικών εταιρειών σε τουλάχιστον 22 χώρες, προκειμένου να εξασφαλίσει πωλήσεις οχημάτων της έναντι εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων τη δεκαετία 1998-2008. Μεταξύ αυτών, η Ρωσία, η Κίνα, η Τουρκία, η Αίγυπτος, η Νιγηρία, το Ιράκ, η Ουγγαρία, η Ελλάδα, η Λετονία, η Σερβία, το Μαυροβούνιο, η Κροατία, το Ουζμπεκιστάν, το Βιετνάμ, η Ινδονησία, το Τουρκμενιστάν, η Ταϊλάνδη και τουλάχιστον άλλες πέντε χώρες.
Στο πλαίσιο αυτό, τον περασμένο Οκτώβριο Γερμανοί οικονομικοί επιθεωρητές, συνοδευόμενοι από Ελληνες συναδέλφους τους, επισκέφθηκαν αιφνιδιαστικά τα γραφεία του ΟΑΣΘ επί της οδού Παπαναστασίου στη Θεσσαλονίκη και ζήτησαν όλους τους φακέλους που αφορούν την αγορά 29 αρθρωτών λεωφορείων μάρκας Μερσεντές, τα οποία αγοράστηκαν από τον οργανισμό την περίοδο 2007-2008. «Πράγματι, ήρθαν Ελληνες και Γερμανοί επιθεωρητές και μας ζήτησαν στοιχεία γι’ αυτή την αγορά», επιβεβαίωσε ο πρόεδρος του ΟΑΣΘ Χρήστος Στεφανίδης. Επισημαίνει ότι «η προμήθεια των λεωφορείων έγινε έπειτα από διεθνή διαγωνισμό ο οποίος είχε προκηρυχθεί το 2004». Σύμφωνα με τον κ. Στεφανίδη, «ο οργανισμός, πέρα από εκείνη την επίσκεψη των επιθεωρητών, δεν είχε καμία άλλη ενόχληση».