28/07/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Μια δολοφονία που διχάζει επί 80 χρόνια

Η Αυστρία δεν έχει αποφασίσει αν ο φιλομουσολινικός χριστιανοκοινωνιστής καγκελάριος Ενγκελμπερτ Ντόλφους ήταν το «πρώτο θύμα του Χίτλερ» ή ο «αρχιτέκτονας του αυστριακού φασισμού».
      Pin It

Βιέννη Του Δημήτρη Δημητρακούδη

 

Ογδόντα χρόνια μετά τη δολοφονία του, από «παράνομους» ναζιστές, στις 25 Ιουλίου του 1934, το πρόσωπο του χριστιανοκοινωνιστή, τότε καγκελάριου της χώρας και υποχείριου του Ιταλού δικτάτορα Μουσολίνι, Ενγκελμπερτ Ντόλφους, του «πρώτου θύματος του Χίτλερ» για τους μεν, του αρχιτέκτονα του «αυστροφασισμού» και δικτάτορα για τους δε, εξακολουθεί να διχάζει μέχρι σήμερα την πολιτική στην Αυστρία.

 

Ογδόντα χρόνια μετά, το συγκυβερνών στην Αυστρία με τους Σοσιαλδημοκράτες συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα (διάδοχος του προπολεμικού Χριστιανοκοινωνικού Κόμματος), συνεχίζει μέχρι σήμερα να μην έχει διαχωρίσει τη θέση του από τον Ντόλφους, του οποίου η φωτογραφία κοσμεί, ακόμη και στις ημέρες μας, τις αίθουσες της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του στην αυστριακή Βουλή, προκαλώντας έντονες πολιτικές συζητήσεις.

 

Το Λαϊκό Κόμμα

 

Θα υπάρξει διαφοροποίηση στη θεώρηση της προσωπικότητας του Ντόλφους από την πλευρά του κόμματός του, άφησε να εννοηθεί σε δηλώσεις του, με την ευκαιρία της 80ής επετείου της δολοφονίας, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του Λαϊκού Κόμματος, Ράινχολντ Λοπάτκα.

 

Αφορμή γι’ αυτό από τη μια, όπως ανέφερε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος, το γεγονός πως ήταν εκείνος που πίστευε τότε στην Αυστρία, όταν (σ.σ.: ενόψει της επέλασης των Γερμανοναζιστών του Χίτλερ) πολλοί είχαν χάσει την πίστη τους σε αυτήν, και, από την άλλη, η ευθύνη που είχε για την αναστολή της ισχύος του αυστριακού Συντάγματος και της λειτουργίας της αυστριακής Βουλής.

 

Η τοποθέτηση Λοπάτκα δεν πρέπει όμως να εκπλήσσει, γιατί παρόμοιες έχουν γίνει και στο παρελθόν, χωρίς όμως το κόμμα του να έχει πάρει μέχρι σήμερα μια σαφή θέση ως προς τον ρόλο του Ενγκελμπερτ Ντόλφους, κατά της «βαριάς και ευδιάκριτης ευθύνης» του οποίου είχε ασκήσει προ καιρού σαφέστατη κριτική ακόμη και ο γνωστός για τη μετριοπάθειά του, ομοσπονδιακός πρόεδρος της Αυστρίας, Χάιντς Φίσερ.

 

Στην επίσης 80ή επέτειο από την έναρξη του ολιγοήμερου αυστριακού εμφυλίου πολέμου στις 12 Φεβρουαρίου του 1934, που είχε πνίξει στο αίμα των αντιπάλων του ο Ενγκελμπερτ Ντόλφους, ο κ. Φίσερ είχε επισημάνει πως ο Ντόλφους είχε διαλύσει ήδη το 1933 το κράτος δικαίου στην Αυστρία και είχε διατάξει τον Φεβρουάριο του 1934 τον βομβαρδισμό κατοικιών και την εκτέλεση πολιτικών αντιπάλων.

 

Ο εμφύλιος

 

Αυτή την επέτειο έναρξης του αυστριακού Εμφυλίου τίμησε φέτος, πρώτη φορά εδώ και πολλές δεκαετίες, σύσσωμη η αυστριακή κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού Σοσιαλδημοκρατών και Λαϊκού Κόμματος –των δύο τότε μεγάλων αντιπάλων– με τις ηγεσίες τους να υπογραμμίζουν τον σημαντικό συμβολικό χαρακτήρα της εκδήλωσης, για να τονιστούν «αυτά που ενώνουν και όχι εκείνα που χωρίζουν».

 

Ηταν η πρώτη φορά έπειτα από 50 χρόνια –από τον Φεβρουάριο του 1964– που τα δύο κόμματα προχωρούσαν και πάλι σε μια από κοινού τελετή μνήμης για τα γεγονότα του Φεβρουαρίου του 1934, τα οποία προφανώς δρομολόγησαν σχεδόν τέσσερα χρόνια αργότερα την επέλαση των χιτλερικών στρατευμάτων στην Αυστρία και την προσάρτησή της στο γερμανοναζιστικό Τρίτο Ράιχ, τον Μάρτιο του 1938.

 

Η τωρινή 80ή επέτειος της δολοφονίας του Ντόλφους υπήρξε εκ νέου αφορμή να γίνουν μέσα στις τελευταίες ημέρες ευρείες συζητήσεις στην Αυστρία ως προς τα γεγονότα εκείνης της εποχής, με τη χρονική περίοδο ανάμεσα στο 1933 και το 1938, τη χρονιά της προσάρτησης, να παραμένει για την Αυστρία ένα πολύ δύσκολο κεφάλαιο της πολιτικής της αλλά και της διαχείρισης της σύγχρονης Ιστορίας της.

 

Ανάλογα με τη σκοπιά του παρατηρητή της, η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται ως «αυστροφασισμός» και βίαιη δικτατορία, από τη μια, ή «αντίσταση στον ναζισμό με χροιά εσωτερικού αυταρχισμού», από την άλλη, και τους μεν να θεωρούν τον Ντόλφους δολοφόνο των Σοσιαλιστών, τους δε άλλους, έναν μάρτυρα στον αγώνα κατά του Ναζισμού.

 

Η διάλυση της Βουλής

 

Τον ολιγοήμερο, αλλά αιματηρό, αυστριακό εμφύλιο –με συνολικά πάνω από 1.500 νεκρούς- που είχε ξεσπάσει στις 12 Φεβρουαρίου 1934, η μία πλευρά, η σοσιαλδημοκρατική, θεωρεί αποτέλεσμα της διάλυσης της αυστριακής Βουλής, της κατάργησης του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου της χώρας, της επιβολής λογοκρισίας και της απαγόρευσης ελεύθερης έκφρασης της γνώμης, από το χριστιανοφασιστικών αποχρώσεων καθεστώς Ντόλφους.

 

Με την επιδρομή εκείνη την ημέρα στα γραφεία του Σοσιαλιστικού Κόμματος στην πόλη Λιντς, ομάδων αστυνομικών του καθεστώτος, κορυφωνόταν ουσιαστικά η κατάλυση της δημοκρατίας από το καθεστώς αυτό που εθεωρείτο υποχείριο της φασιστικής δικτατορίας του Μπενίτο Μουσολίνι στην Ιταλία. Από την αντίπερα παράταξη, το Λαϊκό Κόμμα, εξακολουθεί να τονίζεται η «αντιστασιακή» στάση που φέρεται να κράτησε η κυβέρνηση Ντόλφους απέναντι στον επελαύνοντα τότε εθνικοσοσιαλισμό της γειτονικής Γερμανίας του Αδόλφου Χίτλερ.

 

Εθνικοσοσιαλιστές

 

Η επιχειρηματολογία αυτή ενισχύεται, σύμφωνα με τους ίδιους, και από το γεγονός πως λίγο αργότερα, στις 25 Ιουλίου 1934, ο Ντόλφους υπήρξε θύμα, πέφτοντας νεκρός στο κτίριο της καγκελαρίας στη Βιέννη, από τους δολοφονικούς πυροβολισμούς των Εθνικοσοσιαλιστών που ήταν παράνομοι στην Αυστρία, καθώς το κόμμα τους είχε απαγορευτεί από τον Ιούνιο του 1933, ενώ στη γειτονική Γερμανία οι ομοϊδεάτες τους είχαν αναρριχηθεί στην εξουσία από τον Ιανουάριο της ίδιας χρονιάς.

 

Ωστόσο, από σύγχρονους ιστορικούς όπως και φιλελεύθερους παρατηρητές τονίζεται, συγχρόνως, ο εφαρμοζόμενος αυταρχισμός και η καταπίεση του εργατικού κινήματος από το καθεστώς του Ντόλφους και ο προσανατολισμός του ιδίου στον ιταλικό φασισμό του Μουσολίνι.

 

Scroll to top