Χθες συμπληρώθηκαν 70 χρόνια από το Μπλόκο της Κοκκινιάς, τη μαρτυρική μέρα κατά την οποία Γερμανοί στρατιώτες, χωροφύλακες και «γερμανοτσολιάδες» εκτέλεσαν 315 κομμουνιστές αγωνιστές, οδήγησαν ως ομήρους στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου 8.000 κατοίκους και έστειλαν πάνω από 1.000 σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Γερμανία.
Η θηριωδία ξεκίνησε τα ξημερώματα, όταν οι πάνοπλες ναζιστικές δυνάμεις -μαζί με τους ντόπιους συνεργάτες τους- περικύκλωσαν τη «μικρή Μόσχα», όπως την έλεγαν, λόγω της μεγάλης και καθοριστικής δύναμης του ΚΚΕ και του ΕΑΜ στην περιοχή. Η Κοκκινιά άλλωστε είχε πρωτοστατήσει στη μεγαλειώδη ακύρωση της επιστράτευσης τον προηγούμενο Μάρτιο.
Οι ταγματασφαλίτες με τα χωνιά ήταν σαφείς: «Προσοχή προσοχή! Σας μιλάνε τα τάγματα ασφαλείας. Ολοι οι άνδρες από 14 έως 60 ετών να πάνε στην πλατεία της Οσίας Ξένης για έλεγχο ταυτοτήτων. Οσοι πιαστούν στα σπίτια τους θα τουφεκίζονται επί τόπου». Πρωταγωνιστές ο ταγματασφαλίτης Ιωάννης Πλυτζανόπουλος, ο ταγματάρχης Γιώργος Σγούρος και ο διοικητής του μηχανοκίνητου τμήματος της Αστυνομίας Ν. Μπουραντάς.
Πάνω από 20.000 άνθρωποι συγκεντρώθηκαν στην πλατεία, ενώ όσοι δεν κατάφεραν να διαφύγουν εν μέσω πυροβολισμών ή να κρυφτούν, εκτελέστηκαν επιτόπου ή κάηκαν στα σπίτια τους. Οι καταδότες με τις κουκούλες στο κεφάλι περνούσαν ανάμεσα στους γονατισμένους ανθρώπους και έστελναν για εκτέλεση τους αγωνιστές που αναγνώριζαν στις «Μάντρες». Μετά τις εκτελέσεις οι συνεργάτες των Γερμανών κλέβουν από τους σκοτωμένους τα τιμαλφή τους, ωστόσο οι ναζί εκτελούν και ορισμένους καταδότες, τον Μπατράνη και τον Μπεμπέκογλου.
Τον Μάρτιο του 1947, το Γ’ Δικαστήριο δωσιλόγων αθώωσε οριστικά τον Σγούρο και τον Πλυτζανόπουλο, με τον πρώτο να διορίζεται έπειτα διοικητής στο 3ο τάγμα της Μακρονήσου και τον δεύτερο να ανάγεται σε υποστράτηγο.
Ν.ΣΒ.